Σε αυτή τη νέα πολιτική σελίδα για το Ισραήλ, μια πιθανή εξέλιξη μπορεί να αφορά την προώθηση της λύσης «των δύο κρατών» στο Παλαιστινιακό, βασική θέση του Γιαίρ Λαπίντ, εκ των πρωταγωνιστών του νέου κυβερνητικού σχήματος.
Στην εκτίμηση αυτή προχωρά ο διεθνολόγος Κώστας Υφαντής, ο οποίος, μιλώντας στο Liberal επιχειρεί να ακτινογραφήσει τι ακριβώς σηματοδοτεί η νέα πολιτική εποχή στο Ισραήλ για τις σχέσεις της χώρας με τις ΗΠΑ, με την Τουρκία και φυσικά με τους Παλαιστίνιους.
Στο καυτό αυτό θέμα, η απομάκρυνση Νετανιάχου θα επιτρέψει στην Ουάσινγκτον να γίνει ακόμη πιο δραστήρια ως προς την ειρηνευτική διαδικασία, όπως λέει ο καθηγητής του Παντείου, με την ασφάλεια του Ισραήλ να παραμένει ο ακρογωνιαίος λίθος της αμερικανικής προσέγγισης.
Οσο για τις σχέσεις με την Τουρκία, τονίζει ότι η όποια εξομάλυνση απαιτεί μια σημαντική στροφή από την Αγκυρα. Δεν αποκλείει πάντως, η Τουρκία να θεωρήσει ότι η πολιτική αλλαγή και η στήριξη της νέας κυβέρνησης από το αραβικό κόμμα Ράαμ του ισλαμιστή Μανσούρ Αμπάς, της δίνει το άλλοθι που χρειάζεται για να επιδιώξει μια επαναπροσέγγιση, αναβαθμίζοντας σε πρώτη φάση την διπλωματική της εκπροσώπηση.
Συνέντευξη στον Γιώργο Φιντικάκη
Τι σημαίνει αυτή η αλλαγή σελίδας στο Ισραήλ;
Είναι ίσως το τέλος μια μακρόχρονης, υπερδεκαετούς πολιτικής κυριαρχίας που είχε αρχίσει να αποκτά καθεστωτικά χαρακτηριστικά. Ο Μπέντζαμιν Νετανιάχου ηγήθηκε της ισραηλινής πολιτικής ζωής σε μια περίοδο εξαιρετικά κρίσιμη για όλη της περιοχή. Από την ανάφλεξη του Αραβικού κόσμου με την χαμένη «αραβική άνοιξη», την άνοδο στην Αίγυπτο μιας κυβέρνησης της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, την εμφάνιση του Ισλαμικού Κράτους και άλλων τζιχαδιστικών οργανώσεων στα σύνορα του Ισραήλ – ο απερχόμενος Πρωθυπουργός εκπροσώπησε την σκληρή γραμμή στο ζήτημα της διένεξης με τους Παλαιστίνιους, υπονόμευσε την προσέγγιση Δύσης-Ιράν την περίοδο Ομπάμα και εκμεταλλεύτηκε υπέρ του Ισραήλ στο έπακρο την λογική Τραμπ. Οφείλουμε να επισημάνουμε ότι οι δυνάμεις που συγκροτούν την νέα κυβέρνηση, με την αυτονόητη εξαίρεση του Αραβικού Ισλαμικού Κόμματος “Ra’am”, δεν απέχουν όσο κάποιοι νομίζουν από την πολιτική Νετανιάχου. Βεβαίως υπάρχουν διαφοροποιήσεις αλλά είναι μάλλον φυσιολογικές σε έναν συνασπισμό που «ενώνει» δεξιά, κεντρώα και αριστερά κόμματα. Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς πως θα επιβιώσει ο συνασπισμός μόλις οριστικοποιηθεί ότι ο Μπ. Νετανιάχου είναι εκτός παιγνιδιού – το βασικό κίνητρο για την συγκρότησή του – και αρχίσει η συζήτηση για τα ζητήματα που επείγουν.
Πώς αυτή η νέα σελίδα μπορεί να επηρεάσει την στάση των ΗΠΑ στην Μ. Ανατολή;
Μόλις πριν 10 ημέρες είχαμε την συνάντηση του Αμερικανού ΥΠΕΞ με τον Μπ. Νετανιάχου στον απόηχο της σύγκρουσης (μιας ακόμη) με την Χαμάς. Η στρατηγική σχέση των δύο πλευρών επιβεβαιώθηκε πανηγυρικά και η Αμερικανική υποστήριξη δεν ήταν απλώς ρητορική. Ο Λευκός Οίκος δεν έκανε καμία προσπάθεια να πιέσει το Ισραήλ, όπως είχε κάνει η διοίκηση Ομπάμα (με τον Τζο Μπάιντεν στην Αντιπροεδρία). Ακόμη και το αίτημα για κατάπαυση του πυρός ήταν περισσότερο παράκληση παρά απαίτηση. Οι ΗΠΑ θα παραμείνουν ο εγγυητής της ασφάλειας του Ισραήλ. Την ίδια στιγμή θα είναι πολύ περισσότερο δραστήριες ως προς την ειρηνευτική διαδικασία και θα προσπαθήσουν να ξανανοίξουν τους διαύλους με τους Παλαιστίνιους που έχουν κλείσει από το 2014. Η πολιτική των «δύο κρατών» έχει ήδη επιστρέψει στην ατζέντα των ΗΠΑ. Το μήνυμα που έστειλε ο Λευκός Οίκος με το άνοιγμα του αμερικανικού Προξενείου στην Ανατολική Ιερουσαλήμ που είχε κλείσει το 2018 με την μεταφορά της αμερικανικής Πρεσβείας στην Ιερουσαλήμ είναι σαφές προς αυτήν την κατεύθυνση. Το ίδιο και η απόφαση για οικονομική βοήθεια 75 εκατομμυρίων δολαρίων στην Γάζα. Σε καμία περίπτωση όμως δεν πρόκειται να αλλάξουν την θέση τους για την Χαμάς και τις άλλες τρομοκρατικές οργανώσεις στην Γάζα, στην Δυτική Όχθη και στην ευρύτερη περιοχή. Η ασφάλεια του Ισραήλ θα παραμείνει ο ακρογωνιαίος λίθος της αμερικανικής προσέγγισης. Σε αυτό το πλαίσιο, οι «Συμφωνίες του Αβραάμ» που αφαιρούν το «Παλαιστινιακό» από την εξίσωση της εξομάλυνσης του Ισραήλ με τις Αραβικές χώρες θα εξακολουθήσουν να είναι στρατηγική επιλογή για την νέα περιφερειακή αρχιτεκτονική που θα προωθήσουν οι ΗΠΑ.
Θα αναζητηθεί από τη νέα ισραηλινή κυβέρνηση νέα ισορροπία με την Τουρκία και αν ναι σε ποια κατεύθυνση;
Η νέα ισραηλινή κυβέρνηση θα πρέπει πρώτα να επιβιώσει. Σήμερα που μιλάμε δεν είναι εξασφαλισμένες οι ψήφοι που απαιτούνται στην Κνεσσέτ. Σε κάθε περίπτωση, οι προοπτικές των ισραηλο-τουρκικών σχέσεων περνά περισσότερο από την Άγκυρα και λιγότερο από την όποια διάθεση της νέας κυβέρνησης. Εδώ θα θυμίσω ότι και η προηγούμενη κυβέρνηση ήταν ανοικτή σε μια επαναπροσέγγιση με την Τουρκία. Υπό όρους βεβαίως αλλά πάντως ήταν έτοιμη να συζητήσει. Δύσκολα θα δούμε μια διαφορετική ατζέντα. Η εξομάλυνση των διμερών σχέσεων απαιτεί μια σημαντική στροφή από την Τουρκία. Η καχυποψία και η έλλειψη εμπιστοσύνης απέναντι στο καθεστώς Ερντογάν δεν επιτρέπουν επιστροφή σε παλιές εποχές. Δεν θα απέκλεια όμως η Άγκυρα, να θεωρήσει ότι η πολιτική αλλαγή και η στήριξη του Αραβικού “Ra’am” της δίνει το άλλοθι που χρειάζεται για να επιδιώξει την επαναπροσέγγιση αναβαθμίζοντας σε πρώτη φάση την διπλωματική της εκπροσώπηση στο Τελ Αβίβ.
Ποια βλέπετε να είναι τα επόμενα βήματα στο Παλαιστινιακό, τα οποία επηρεάζουν και την εμπλοκή των μεγάλων δυνάμεων;
Η μεγάλη αλλαγή είναι η προσπάθεια της Ουάσιγκτον να αναστήσει τη ειρηνευτική διαδικασία στη λογική των «δύο κρατών». Αυτή είναι και η λογική του Γιαϊρ Λαπίντ του νέου Πρωθυπουργού. Η ηγεσία του αριστερού κόμματος “Meretz” θεωρούν την πολιτική των εποικισμών πηγή του κακού και της διαφθοράς που πλήττει την χώρα. Αν υπάρξει φως στο τούνελ για μία νέα διαπραγμάτευση – καθόλου βέβαιο -, τότε θα είναι λίγο πιο εύκολη και η επιστροφή των ΗΠΑ στην συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν – μια εμβληματική πολιτική του Μπαράκ Ομπάμα που η «συναντίληψη» Τραμπ-Νετανιάχου προσπάθησε να «σκοτώσει».
* Ο Κώστας Υφαντής είναι καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο