Του Κώστα Μήλα*
Στην ποιότητα του ελληνικού κράτους, και στις χαμηλές επιδόσεις των θεσμών που θέτουν τους κανόνες του παιχνιδιού, βρίσκεται το κλειδί για την ανάπτυξη στην Ελλάδα, και άρα για την μείωση της ανεργίας, η οποία του χρόνου, σύμφωνα τουλάχιστον με τον ΔΝΤ, δεν αναμένεται να πέσει παρά στο 16,8%, έναντι 17,8% το 2019.
Δηλαδή, σύμφωνα με το ΔΝΤ, το ποσοστό ανεργίας στην χώρα μας θα παραμείνει, την χρονιά που έρχεται, τουλάχιστον 9 (!!!) ποσοστιαίες μονάδες πάνω από τον μέσο όρο ανεργίας στην Ευρωζώνη!
Το πρόβλημα αντιμετώπισης της ανεργίας είναι σύνθετο και δύσκολο, έχουν αποτύχει να το επιλύσουν κράτη πολύ πιο ισχυρά απ'' ότι η Ελλάδα, και προβληματίζει διαχρονικά τους οικονομολόγους, πολλώ δε μάλλον όσους ασκούν πολιτική σε όλο τον πλανήτη.
Το πρώτο βιβλίο που αγόρασε ο γράφων, το 1994, ως διδακτορικός φοιτητής στο Warwick University ήταν η ....«Βίβλος» των οικονομολόγων της αγοράς εργασίας, δηλαδή το: «Unemployment» των Richard Layard, Stephen Nickell και Richard Jackman.
Και τούτο επειδή η αντιμετώπιση της ανεργίας αποτελούσε, και εξακολουθεί να αποτελεί, 25 έτη μετά, επιστημονική πρόκληση τόσο για εμάς τους Πανεπιστημιακούς όσο και για τους εντολοδόχους πολιτικούς.
Στην Ελλάδα, η τιθάσευση της ανεργίας συνιστά το μεγαλύτερο πρόβλημα της οικονομίας, και ακόμη και αν οι προβλέψεις του ΔΝΤ διαψευσθούν - σημειωτέον ότι η Ενδιάμεση Έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος προβλέπει μεγαλύτερη πτώση του ποσοστού ανεργίας στο 15,9% το 2020- και πάλι αυτές θα πρέπει να μας προβληματίσουν.
Κάποιος θα μπορούσε να υποθέσει ότι οι απαισιόδοξες αυτές εκτιμήσεις του Ταμείου, έχουν να κάνουν με περαιτέρω αυξήσεις του κατώτατου μισθού. Σημειώνω εδώ ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, ανακοίνωσε την αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 10,92%, από τα 586 στα 650 ευρώ το 2019. Εαν λοιπόν πραγματοποιηθεί η υπόσχεση Μητσοτάκη για αύξηση του κατώτατου μισθού με ρυθμό διπλάσιο της αύξησης του ΑΕΠ, τότε, όπως σημείωσα πρόσφατα, ο κατώτατος μισθός θα αυξηθεί περαιτέρω στα 679 ευρώ το 2020.
Εδώ λοιπόν τίθεται επιτακτικά το ακόλουθο ερώτημα : Μπορεί η αύξηση του κατώτατου μισθού να «εμποδίσει» την αποκλιμάκωση της ανεργίας;
Ποιοί παράγοντες επιδρούν στην μεταβολή της ανεργίας
Το ερώτημα είναι εύλογο. Ανατρέχω στα ιστορικά στοιχεία της ελληνικής οικονομίας προκειμένου να αποτιμήσω την επίδραση στις μεταβολές της ανεργίας από τους ακόλουθους οικονομικούς παράγοντες: (α) την μεταβολή στο 10ετές spread δανεισμού μεταξύ των ελληνικών και γερμανικών ομολόγων, ως εύλογο μέτρο πολιτικής/επενδυτικής αβεβαιότητας (με αυξητική επίδραση), (β) την μεταβολή των επενδύσεων ως ποσοστό του ΑΕΠ (με αρνητική επίδραση) και (γ) την απόκλιση του κατώτατου μισθού από τις πραγματικές «αντοχές» της οικονομίας, ήτοι μισθοί, ανταγωνιστικότητα και ανεργία (με αυξητική επίδραση).
Κάνοντας χρήση των «standardised coefficients» του μοντέλου, έχω την δυνατότητα να αξιολογήσω ποιος οικονομικός παράγοντας ασκεί μεγαλύτερη επιρροή στην ανεργία.
Πράγματι, μεγαλύτερο «ειδικό βάρος» ως προς τις εξελίξεις στο «μέτωπο» της ανεργίας διαθέτει το προϋπάρχον επίπεδο, ήτοι το «ιστορικό» της ανεργίας. Λογικό αυτό.
Κανείς, συμπεριλαμβανομένων και των... «Τριών Μάγων» των Χριστουγέννων, δεν μπορεί να μειώσει το ποσοστό ανεργίας από το περίπου 17,8% σήμερα στο 7,5% της Ευρωζώνης αύριο!
Μετά το «ιστορικό» της ανεργίας, ακολουθεί, από άποψη «ειδικού βάρους», η πολιτική/επενδυτική αβεβαιότητα. Από ποσοτική άποψη, η πολιτική/επενδυτική αβεβαιότητα διαθέτει «ειδικό βάρος» περίπου 1,5 φορές παραπάνω από τον κατώτατο μισθό και μέχρι και 3,2 φορές παραπάνω από τις επενδύσεις ως προς την εξέλιξη της ανεργίας στην Ελλάδα.
Συνεπώς, η ταχεία αποκλιμάκωση του πολιτικού/επενδυτικού ρίσκου θα δώσει την δυνατότητα στις ελληνικές επιχειρήσεις να δανείζονται φθηνότερα. Εξάλλου, το 10ετές spread έχει μειωθεί από το 4,20% στις αρχές του 2019 στο 1,64% σήμερα.
Η αποκλιμάκωση, όμως, δεν έχει «περάσει» στις ελληνικές επιχειρήσεις καθώς το spread δανεισμού των νέων επιχειρήσεων αυξήθηκε (!) από το 1,3% τον Ιανουάριο του 2019 στο 1,69% τον Οκτώβριο του 2019.
«Βαρίδι» για την αποκλιμάκωση του κόστους δανεισμού και για ένα boom επενδύσεων, έτσι ώστε να μειωθεί η ανεργία, σίγουρα αποτελεί η «φτωχή» ποιότητα θεσμών στην Ελλάδα με την οποία συναναστρέφονται, σε καθημερινή βάση, οι ελληνικές επιχειρήσεις.
Πράγματι, η «φτωχή» ποιότητα θεσμών, σύμφωνα με εκτιμήσεις του καθηγητή (και πρώην υπουργού) Νίκου Χριστοδουλάκη, έχει οδηγήσει σε σωρευτική απώλεια, σε όρους παρούσας αξίας και σε σταθερές τιμές, κεφαλαίων της τάξεως των 44 δισ ευρώ (!) στο ΑΕΠ της Ελλάδας, κατά την περίοδο 2010-2018.
Συνεπώς, πρέπει να βελτιώσουμε την ποιότητα του ελληνικού κράτους έτσι ώστε να κινηθούμε ταχέως και στο μέτωπο της ανεργίας...
ΥΓ. Καλά Χριστούγεννα με υγεία και χαρά στους αναγνώστες και τις αναγνώστριες του Liberal.gr
*Ο Κώστας Μήλας είναι Καθηγητής Χρηματοοικονομικών στο University of Liverpool