Διπλωματική αντεπίθεση σε όλα τα επίπεδα,διεθνή και διμερή, έχει αρχίσει η κυβέρνηση αναδεικνύοντας την κλιμακούμενη επιθετική συμπεριφορά της Τουρκίας και τις συνέπειές της που υπερβαίνουν τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και αγγίζουν τον πυρήνα ζωτικών ευρωπαϊκών συμφερόντων. Την ίδια ώρα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης στο τελευταίο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, έθεσε την Ευρώπη προ των ευθυνών της και σε επίπεδο κρατών-μελών που συνεχίζουν τις εξαγωγές στρατιωτικών εξοπλισμών στην Τουρκία.
Το ζήτημα των εξαγωγών στρατιωτικού εξοπλισμού προς την Τουρκία δεν είναι κάτι που δείχνει διατεθειμένη να το αφήσει το Μέγαρο Μαξίμου. Αντιθέτως, ο κ. Μητσοτάκης ζήτησε από τους εταίρους να μην πωλούν πλέον στρατιωτικό υλικό προς την Τουρκία, όπως προβλέπει το πλαίσιο της Ε.Ε. για τις εξαγωγές όπλων του 2008 – Κοινή θέση ΚΕΠΠΑ που είχε επαναβεβαιωθεί στο Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων τον Οκτώβριο του 2019.
Ο πρωθυπουργός τόνισε την υποχρέωση των κρατών-μελών της Ε.Ε., όπως αυτή προκύπτει από προηγούμενη Κοινή Θέση της, να αναστείλουν τις εξαγωγές στρατιωτικού εξοπλισμού προς τρίτες χώρες, οι οποίες χρησιμοποιούν τον εξοπλισμό αυτό για επιθετικές ενέργειες ή την περιφερειακή αποσταθεροποίηση, όπως ακριβώς πράττει η Τουρκία. Πρόκειται για ακόμη ένα διαπραγματευτικό όπλο που η κυβέρνηση σκοπεύει να χρησιμοποιήσει τόσο διμερώς με συγκεκριμένα κράτη-μέλη, όσο και σε επίπεδο Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.
«Η στρατηγική, πολιτική και ηθική διάσταση του θέματος είναι προφανής», σημειώνει συνομιλητής του πρωθυπουργού.
Με άλλα λόγια δεν μπορεί την ώρα που μια τρίτη χώρα απειλεί κυριαρχικά δικαιώματα μιας άλλης χώρας και μάλιστα κράτους-μέλους της Ε.Ε. οι παραδόσεις στρατιωτικού υλικού να συνεχίζονται στη λογική του business as usual. Μάλιστα, σε ό,τι αφορά στη Γερμανία και τις προγραμματιζόμενες παραδόσεις γερμανικών υποβρυχίων τύπου 214 στην Τουρκία το 2021, το ζήτημα έθεσε ο πρωθυπουργός και στον Γερμανό υπουργό Εξωτερικών Heiko Maas κατά την πρόσφατη συνάντησή τους στην Αθήνα, δυο 24ωρα πριν τη Σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Μία κίνηση με ιδιαίτερη βαρύτητα καθώς είναι γνωστό ότι το Βερολίνο αποτελεί προνομιακό συνομιλητή του κ. Ερντογάν και σε αυτό το ζήτημα.
Το ίδιο θέμα έχει συζητήσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης και με τον Γάλλο Πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν. Σύμφωνα με καλά πληροφορημένη πηγή η Ελλάδα το θέμα θα συνεχίσει να το θέτει τόσο σε ευρωπαϊκό, όσο και σε διμερές επίπεδο, στις χώρες που αποτελούν τους μεγαλύτερους εξαγωγείς τεχνογνωσίας, συστημάτων και στρατιωτικού υλικού προς την Τουρκία στο πλαίσιο της κινητοποίησης σε όλα τα μέτωπα και ενόψει της αξιολόγησης της συνολικής συμπεριφοράς της Τουρκίας με απώτερο ορίζοντα τον Δεκέμβριο.
Σε ό,τι αφορά το ζήτημα των εξαγωγών στρατιωτικού υλικού και τα εξοπλιστικά προγράμματα, υπενθυμίζεται ότι με βάση την απόφαση του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων του Οκτωβρίου του 2019, η οποία είχε ακολουθήσει την απόφαση κρατών-μελών να σταματήσουν τις εξαγωγές στρατιωτικού εξοπλισμού στην Τουρκία με αφορμή την στρατιωτική εμπλοκή της στη Συρία, τα κράτη-μέλη είχαν επαναβεβαιώσει την σχετική Κοινή Θέση για τον έλεγχο των εξαγωγών στρατιωτικού εξοπλισμού του 2008/044/CFSP και είχαν δεσμευθεί να εναρμονίσουν τις θέσεις τους σε ό,τι αφορά την πολιτική εξαγωγών στρατιωτικού υλικού προς την Τουρκία. Σημειώνεται ότι ο συγκεκριμένος μηχανισμός επιτρέπει την άμεση λήψη αποφάσεων είτε σε επίπεδο κρατών-μελών είτε σε συντονισμένο ευρωπαϊκό επίπεδο.
Είναι σαφές από την επιθετική συμπεριφορά της Τουρκίας ότι η Άγκυρα επιδιώκει με στρατιωτικά μέσα να δημιουργήσει τετελεσμένα έναντι της Ελλάδας, θέτοντας σε κίνδυνο την περιφερειακή ειρήνη και σταθερότητα.
Το ενδιαφέρον πάντως εστιάζεται και στην αντίδραση του Βερολίνου, μια και η όποια προσμονή θετικής ανταπόκρισης θα ήταν μάλλον ουτοπική. Η αντίδραση της καγκελαρίας που ανακοίνωσε ότι το Βερολίνο μειώνει τις άδειες εξαγωγών στρατιωτικού υλικού στην Τουρκία και ότι δεν προχωρά σε νέα συμβόλαια, είναι ενδεικτική της αμηχανίας που προκαλεί η σχετική συζήτηση σε ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, όπου το θέμα ευαισθητοποιεί την κοινή γνώμη.
Η αντίδραση των Γερμανών Πρασίνων είναι χαρακτηριστική, καθώς ζήτησαν τη μη παράδοση των γερμανικών υποβρυχίων, καθώς «το τουρκικό πολεμικό Ναυτικό απειλεί τα εξωτερικά σύνορα της Ε.Ε. στην Ανατολική Μεσόγειο» όπως τόνισαν χαρακτηριστικά.