Του Κωνσταντίνου Λαμπρόπουλου*
Αποτελεί αναντίρρητη ιστορική παραδοχή πως τόσο η περιφανής στρατιωτική νίκη που κατήγαγε ο Ελληνικός Στρατός έναντι του αντίστοιχου Ιταλικού, όσο και η αξιοθαύμαστη άμυνα-παρά την τελική ήττα- έναντι αριθμητικά και ποιοτικά υπέρτερων Γερμανικών δυνάμεων στον Β Παγκόσμιο Πόλεμο, ανέδειξε την μαχητική αξία και το απαράμιλλο θάρρος του Έλληνα Στρατιώτη, καθιστώντας τον παγκόσμιο σύμβολο ανδρείας, αντοχής και θάρρους, όπως τεκμαίρεται από τις αλλεπάλληλες εκδηλώσεις θαυμασμού από το σύνολο των ηγητόρων και των Συμμάχων και του Άξονα, του Αδ. Χίτλερ συμπεριλαμβανομένου.
Παρά όμως την αυτοθυσία και το χαλύβδινο ηθικό του Ελληνικού Στρατού έναντι των στρατευμάτων δύο αυτοκρατοριών, η έκβαση του πολέμου θα είχε σαφώς δυσμενή τροπή έναντι της Ιταλίας ενώ και η λυσσώδης άμυνα έναντι του γερμανικού οδοστρωτήρα δεν θα δύνατο να κρατήσει για τόσο μακρό χρονικό διάστημα, αν δεν υπήρχε η κατάλληλη πολεμική προπαρασκευή, και η εμπέδωση της εθνικής συνοχής,απόρροια της στρατηγικής κουλτούρας από την οποία διέπετο η τότε ελληνική πολιτική, στρατιωτική και οικονομική ελίτ.
Κατά συνέπεια αξίζει να γίνει ιδιαίτερη μνεία στην παράμετρο του εσωτερικού περιβάλλοντος που εμπεριέχεται στην έννοια της εθνικής στρατηγικής και που συνδιαμορφώνει την ανταπόκριση των κρατών έναντι των απειλών. Η επίτευξη εθνικής συνοχής άλλωστε αποτελεί την sinequa non συνθήκη διαμόρφωσης μιας επιτυχημένηςεθνικής στρατηγικής.
Η άκρως σημαντική πτυχή αφορά την έννοια της στρατηγικής κουλτούρας (strategicculture), η οποία οικοδομείται στην έννοια της πολιτικής κουλτούρας και αφορά στις παραδόσεις, στις αξίες, στις στάσεις, στα πρότυπα, στους συμβολισμούς και στους ιδιαίτερους τρόπους προσαρμογής ενός κράτους στο διεθνές και περιφερειακό περιβάλλον, γεγονός που περιλαμβάνει την χρήση ή την απειλή της χρήσης βίας.
Η έννοια της στρατηγικής κουλτούρας αντιπροσωπεύει τα πρότυπα συμπεριφοράς όλων των σημαντικών παραγόντων του κράτους ,όπως των πολιτικών ελίτ, των οικονομικών ελίτ, των Ενόπλων Δυνάμεων, της Εκκλησίας και της κοινής γνώμης.
Η απάντηση στο προφανές ερώτημα πως κατάφερε μια μικρομεσαία χώρα, όπως η Ελλάδα να κατανικήσει τις δυνάμεις μιας αυτοκρατορίας όπως η ιταλική και να αντισταθεί σθεναρά απέναντι στον καλύτερο στρατό της εποχής, αυτόν της Βέρμαχτ, έγκειται στην στρατηγική κουλτούρα που προέτασσε την προώθηση του εθνικού συμφέροντος ως ύψιστο ατομικό και συλλογικό καθήκον, την κατίσχυση του συλλογικού έναντι του ατομικού, την αποδοχή της θυσίας για την προάσπιση του πατρώου εδάφους, τόσο στο πλαίσιο των ελίτ όσο και στην κοινή γνώμη, γεγονός που τεκμαίρεται τόσο από τα κείμενα του εγχώριου τύπου, όσο και από τα πονήματα της πνευματικής ηγεσίας του τόπου και από την ασύλληπτη πανεθνική κινητοποίηση, της ελληνικής νεολαίας πρωτευούσης, διαπερνώντας κάθε κοινωνική διαστρωμάτωση.
Όσον αφορά το πλαίσιο των ελίτ, η στρατηγική κουλτούρα εγρήγορσης και αφύπνισης που είχε αναπτυχθεί ήδη από την περίοδο του ύστερου Μεσοπολέμουστα κλιμάκια της ελληνικής πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας, όπου δέσποζε η αναμφισβήτητη στρατηγική ικανότητα του Ιωάννη Μεταξά (η αξία του ως στρατηγιστή αναγνωριζόταν από τους διάσημους συμμαθητές του στην Σχολή του Γκαίτινγκεν) αλλά και του Αλέξανδρου Παπάγου σε επιτελικό ρόλο, επέτρεψε την ορθή εκτίμηση της άμεσης απειλής (Ιταλία) έναντι της Ελλάδος και των αντίστοιχων έμμεσων αυτής (πιθανή εμπλοκή Γερμανίας και Βουλγαρίας) όπως και την εξαιρετική ανάγνωση του στρατηγικού περιβάλλοντος και των συσχετισμών ισχύος στην Ευρώπη και ιδίως στην περιοχή της Μεσογείου,καθώς η Ελλάς συνετάχθη με την Μεγάλη Βρετανία και την Γαλλία.
Συνεπεία αυτών,έμφαση δόθηκε στην πολεμική προπαρασκευή της χώρας ενόψει των επικείμενων απειλών, η οποία, ιδίως κατά τα έτη 1937-39, έφτασε τα 15 δις δραχμές σε εξοπλισμούς, ενώ ο ελληνικός στρατός μπόρεσε να παρατάξει μισό εκατομμύριο άνδρες (ο μεγαλύτερος της σύγχρονης ιστορίας του) μέσω ενός εξαιρετικού συστήματος ταχείας και τμηματικής επιστράτευσης (Ο Μεταξάς θέλησε να αιφνιδιάσει το ιταλικό επιτελείο,διατάσσοντας μη γενική επιστράτευση παρά μόνο τμηματική ορισμένων κομβικών δυνάμεων για να παραπλανήσει τον εχθρό αναφορικά με τις δυνητικές παρατασσόμενες ελληνικές στρατιωτικές δυνάμεις στο μέτωπο της Ηπείρου, πράγμα που επέτυχε).
Παράλληλα η επένδυση στην ενδελεχή εκπαίδευση των Ελλήνων Αξιωματικών με έμφαση στην ανάληψη πρωτοβουλίας στο τακτικό επίπεδο, απόρροια της στρατηγικής κουλτούρας του ελληνικού επιτελείου (χαρακτηριστική η περίπτωση πρωτοβουλίας και επιμονής Κατσιμήτρου αναφορικά με την μη περαιτέρω σύμπτυξη των ελληνικών δυνάμεων από την πεταλοειδή κοιλάδα Καλπακίου-Ελαίας), όπου οι περισσότεροι αξιωματικοί διέθεταν και αξιομνημόνευτη πολεμική εμπειρία ,καθώς ήταν βετεράνοιδύο ή περισσότερων πολέμων (ο κομβικός υποστράτηγος Κατσιμήτρος ήταν βετεράνος πέντε πολέμων) αποτέλεσε την κρίσιμη μάζα εξαιρετικού ανθρώπινου δυναμικού αφοσιωμένου στον εθνικό στόχο και στην τακτική εκμετάλλευση του ορεινού πεδίου μάχης.
Η ενδελεχής εκπαίδευση των ελληνικών σχηματισμών μάχης στο ορεινό πεδίο συνετέλεσε και στον τακτικό αιφνιδιασμό των ιταλικών δυνάμεων (Ο Ιταλός στρατηγός Πράσκα ομολόγησε εντυπωσιασμένος από την φονική ακρίβειατων ελληνικών όλμων) ενώ και οι δυνάμεις της Βέρμαχτ υπέστησαν σημαντικές απώλειες από τον συντονισμό και την ακρίβεια των ελληνικών όπλων στην μάχη των Οχυρών.
Θα πρέπει εν κατακλείδι να επισημανθεί η κουλτούρα συντονισμού και συνεργασίας πολιτικής και οικονομικής ελίτ ως προς την χρηματοδότηση του εξοπλισμού του στρατεύματος και εν γένει ως προς την επιμελητεία αυτού, καθώς επιφανείς οικονομικοί παράγοντες του τόπου συνέδραμαν την εθνική προσπάθεια.
Προπάντων η κατίσχυση του εθνικού φρονήματος και του πατριωτικού ιδεώδους, στοιχεία με τα οποία διαπνεόταν το σύνολο της πολιτικής, πνευματικής και θρησκευτικής ηγεσίας του τόπου, καθώς και η συντριπτική πλειοψηφία της κοινής γνώμης αποτέλεσε τον παράγοντα που διαμόρφωσε τις προϋποθέσεις για την επίτευξη του Έπους του 40, ενός γεγονότος με παγκόσμιο αντίκτυπο, φάρου πατριωτισμού, καρτερίας και θάρρους, συμβεβλημένο με την τρισχιλιετή παράδοση των Ελλήνων να μάχονται υπέρ πίστεως, ελευθερίας και πατρίδος.
Ο κ. Κωνσταντίνος Λαμπρόπουλος είναι Στρατηγικός Αναλυτής, Κέντρο Μελετών Ασφάλειας της Γενεύης