Του Κωνσταντίνου Χαροκόπου
Διάβασα με προσοχή τη δήλωση του υπουργού Ψηφιακής Πολιτικής, που έγινε στα πλαίσια του AGF 18 (Athens Games Festival), στην οποία υποστήριξε πως ο κλάδος των βιντεοπαιχνιδιών μπορεί να περιορίσει το «brain drain», που συντελείται εδώ και χρόνια στην πατρίδα μας.
Διάβασα πως «η κυβέρνηση στέκεται στο πλευρό αυτών των ανθρώπων, διαμορφώνει τους όρους για να υπάρχουν οι πλατφόρμες, ούτως ώστε αυτά τα προϊόντα να γίνονται γνωστά στο ευρύ κοινό και αναπτύσσει και τα κατάλληλα χρηματοδοτικά εργαλεία». Έγινε αναφορά σε οικονομικά και φορολογικά κίνητρα, σε κίνητρα ρευστότητας, με την έννοια της παροχής δύο νέων γραμμών πιστωτική στήριξης από το ταμείο επιχειρηματικότητας και από ένα ειδικό πρόγραμμα εγγυοδοσίας δανείων από το ελληνικό δημόσιο.
Ναι πράγματι, υπάρχει σημαντικός αριθμός νέων ανθρώπων που δραστηριοποιούνται στο χώρο των ψηφιακών on-line παιχνιδιών. Επειδή όμως η αγορά αυτή είναι παγκόσμια και οι πωλήσεις αυτών των προϊόντων γίνονται διαδικτυακά, οι νέοι αυτοί ιδρύουν εταιρίες με φορολογικές έδρες στο εξωτερικό, παρ'' όλο πoυ οι ίδιοι ως developers, ζουν στην Ελλάδα και αναπτύσσουν τις εφαρμογές από τα σπίτια του ή από σύγχρονους κοινόχρηστους χώρους επιχειρηματικής δραστηριότητας. Η "gig economy" είναι εδώ, αλλά οι κυβερνητικοί αναλύουν τις καταστάσεις με λογική που παραπέμπει στη δεκαετία του ''80, με κρατικής εμπνεύσεως ενισχύσεις, με κρατικής μορφής δίκτυα πωλήσεων, όπως είναι οι προτεινόμενες διαδικτυακές πλατφόρμες.
Αν ενημερώσει κάποιον στην κυβέρνηση, πως η πλειονότητα των developers στο χώρο των apps και των games, δεν έχει κανένα μα κανένα λόγο να χαρατσώνεται φορολογικά και ασφαλιστικά, για να γευθεί κάποια από τα κρατικά κίνητρα που υπόσχεται πως θα υιοθετήσει η κυβέρνηση. Προτιμά το επενδυτικά φιλικό, το κανονιστικά και ρυθμιστικά ανώδυνο και το φορολογικά ελαφρύτερο, περιβάλλον άλλων χωρών, όπου στήνεται η επίσημη έδρα της δραστηριότητας. Αυτά, είναι μερικά από τα καλά που έχει φέρει η «gig economy», που προς το παρόν σαν όρος παραμένει αμετάφραστος, παρ' όλο που επεκτείνεται μέρα με τη μέρα ολοένα και πιο πολύ.
Θα μπορούσε να περιγραφεί σαν μια κατάσταση της οικονομίας στην οποία κυριαρχούν οι ευέλικτες και προσωρινές μορφές εργασίας. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον οι εταιρίες τείνουν να προσλαμβάνουν ανεξάρτητους εργολάβους και εξωτερικούς συνεργάτες παρά μόνιμο προσωπικό. Ουσιαστικά η gig economy ανατρέπει τα στερεότυπα των εργαζομένων πλήρους απασχόλησης που σπάνια μετακινούνται σε διαφορετικό αντικείμενο απασχόλησης και επιλέγει συνεργάτες ανάλογα με τις επιταγές και στις προτεραιότητες των επιχειρήσεων, που στις ημέρες μας επανακαθορίζονται με υψηλή ταχύτητα.
Η ψηφιακή τεχνολογία και η διείσδυση του internet σε κάθε πτυχή της επιχειρηματικότητας, επιτρέπει πλέον σε πολίτες που στις περισσότερες περιπτώσεις έχουν εξαιρετική μόρφωση και εξειδίκευση να μπορούν να εργάζονται μέσω νέων μεθόδων όπως είναι το «remotely working» δηλαδή να εργάζονται μακριά από το γραφείο τους, ή το «job sharing» δηλαδή να εκτελούν ένα project με τον δικό τους προγραμματισμό μόνοι τους ή με τη συνεργασία τρίτων.
Τα στερεότυπα του ωραρίου 8-4, ή του εργαζόμενου που θα συνταξιοδοτηθεί από την επιχείρηση που τον προσλαμβάνει για πρώτη φορά ή του εργαζόμενου που έχει απολύτως καθορισμένη και κατοχυρωμένη περιγραφή εργασίας αρχίζουν να δύουν. Ομάδες επαγγελματιών ενοικιάζουν χώρους (co-working spaces) για να εκτελέσουν συγκεκριμένα projects που έχουν αναλάβει από επιχειρήσεις. Διαχειριστές κεφαλαίων ή αναλυτές των αγορών δουλεύουν από τις κατοικίες τους. Γραφίστες από το Περού σχεδιάζουν λογότυπα για ελληνικές εταιρίες. Ειδικοί από την Ινδία και την Ιρλανδία μπορούν να παρέχουν ταυτόχρονα απομακρυσμένες υπηρεσίες σε μια επιχείρηση της Αυστραλίας.
Και μέσα σε αυτόν τον οργασμό της gig economy, πως προετοιμάζεται η ελληνική οικονομία και κοινωνία; Γιατί το μέλλον είναι ήδη εδώ κι ας μην το βλέπουμε. Προβλέπεται πως τα επόμενα χρόνια η gig economy θα κυριαρχήσει και ήδη στις ΗΠΑ έχουν δημιουργηθεί ειδικά sites και υπηρεσίες όπως η Craiglist και η eLance που φέρνουν κοντά τις επιχειρήσεις με τους ελεύθερους επαγγελματίες που θέλουν να προσφέρουν τις υπηρεσίες του. Η ψηφιακή τεχνολογία προσφέρει την ευκαιρία σε πολίτες να εκμεταλλεύονται τις ικανότητες τους ακόμα περισσότερο.
Σαφώς και οι επιχειρήσεις είναι κερδισμένες μέσα σε αυτό το νέο πλαίσιο. Αφού χωρίς κόστος δημιουργίας θέσεων εργασίας, χωρίς δεσμεύσεις, βρίσκουν τους κατάλληλους συνεργάτες ή ομάδες που θα πρέπει να φέρουν σε πέρας μια εργασία που απαιτεί υψηλή τεχνογνωσία μέσα σε καθορισμένο χρόνο. Θα ήταν μεγάλη πολυτέλεια για μια επιχείρηση να προσλάβει ως μόνιμους εργαζόμενους αυτούς τους συνεργάτες και η πρόσληψη τους θα δημιουργούσε αναστάτωση και εσωτερικά προβλήματα στον εργασιακό χώρο ανάμεσα στους υπόλοιπους εργαζόμενους. Ήδη στις ΗΠΑ το 1/3 των θέσεων υψηλών προδιαγραφών σε projects μεγάλης προστιθέμενης αξίας, καλύπτονται από εργασιακές σχέσεις τύπου gig economy.
Τα περιθώρια των επιλογών για τη σύναψη επαγγελματικών και εργασιακών σχέσεων αυξάνουν τόσο για τις επιχειρήσεις όσο και για τους ιδιώτες. Οι επιχειρήσεις διαλέγουν τους καλύτερους συνεργάτες και οι επαγγελματίες μπορούν να προσφέρουν υπηρεσίες στο δικό τους χρόνο και με τον δικό τους τρόπο, σε περισσότερες εταιρίες. Η ελευθερία στις επαγγελματικές επιλογές είναι ίσως το μεγαλύτερο «συν» στα χαρακτηριστικά της gig economy.
Σε αντίθεση με αυτές τις τεράστιες αλλαγές, στην Ελλάδα ασχολούμεθα ακόμα με τον τρόπο λήψης αποφάσεων των συνδικαλιστικών σωματείων για τις απεργίες, με τις αποτρεπτικές ασφαλιστικές εισφορές και με το αυστηρό ρυθμιστικό πλαίσιο που ουσιαστικά λειτουργεί ανασχετικά προς τις νέες προσλήψεις. Παρ' όλα αυτά ο μονόδρομος της gig economy έχει ανοίξει και στην Ελλάδα. Συγγραφείς, δημοσιογράφοι, developers, μηχανικοί, χρηματιστές, μελετητές, εκδότες, σύμβουλοι, προγραμματιστές, εργαζόμενοι στα multimedia και στο e-commerce, προσφέρουν τις υπηρεσίες τους μακριά από εργασιακούς χώρους με ελεύθερες σχέσεις συνεργασίας.
Αν δεν σερφάρουμε σαν κοινωνία και οικονομία, πάνω στο κύμα της gig economy, θα πνιγούμε. Και είναι κρίμα που ο σχεδιασμός της Ψηφιακής Πολιτικής, του Ασφαλιστικού Συστήματος, του Εργασιακού κανονιστικού πλαισίου, δείχνει πως αδυνατεί να αναγνώσει και να κατανοήσει την πραγματικότητα και να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα.