Του Χάρη Τσιλιώτη
Η ιταλική κρίση των τελευταίων ημερών αποτελεί ένα case study όσον αφορά τις σχέσεις αρχηγού του κράτους, λαού, κοινοβουλίου και κυβέρνησης. Σύμφωνα με το άρθρο 92 παρ. 2 του ιταλικού Συντάγματος του 1948, ο ΠτΔ διορίζει τον πρωθυπουργό και με πρόταση αυτού τους υπουργούς. Κατά το άρθρο 94 παρ. 1 ιτΣ, η κυβέρνηση πρέπει να έχει την εμπιστοσύνη και των δύο νομοθετικών σωμάτων, Βουλής και Γερουσίας, και κατά την παρ. 3 του ιδίου άρθρου εντός 10 ημερών από τον σχηματισμό της θα πρέπει να εμφανιστεί εντός του Κοινοβουλίου για να ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης.
Μέχρι εδώ οι διατάξεις αυτές μας θυμίζουν τα αντίστοιχα άρθρα 37 παρ. 1 του ελληνικού Συντάγματος για τον διορισμό του πρωθυπουργού και των υπουργών και 84 παρ. 1 Σ για την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης από τη Βουλή στην κυβέρνηση.
Ενώ, λοιπόν, και στις δύο χώρες εμφανίζεται ο ΠτΔ να λειτουργεί στο πλαίσιο του κοινοβουλευτικού πολιτεύματος, το οποίο αφήνει τον τελευταίο λόγο στη Βουλή όσον αφορά τον σχηματισμό της κυβέρνησης και την εμπιστοσύνη του Κοινοβουλίου προς αυτήν με βάση την κοινοβουλευτική δύναμη των κομμάτων, η ερμηνεία που έχει δοθεί στις διατάξεις αυτές από τη θεωρία και την πολιτική πρακτική στην Ιταλία είναι διαφορετική απ' ό,τι συμβαίνει στην Ελλάδα. Έτσι στον Ιταλό ΠτΔ αναγνωρίζεται, σε αντίθεση με τον Έλληνα ομόλογό του, ένα ευρύ ρυθμιστικό περιθώριο κατά τη διαδικασία διορισμού του πρωθυπουργού και ένα περιορισμένο από τις εκάστοτε πολιτικές περιστάσεις δικαίωμα αρνησικυρίας κατά τον διορισμό των υπουργών.
Βέβαια, τον τελευταίο λόγο έχει το Κοινοβούλιο, το οποίο μπορεί να παρέχει ή να άρει την εμπιστοσύνη του στην κυβέρνηση ή τους υπουργούς. Στην Ελλάδα, ο ΠτΔ είναι αυστηρά δεσμευμένος σε μία τυποποιημένη διαδικασία κατά τις παρ. 2 επ. του άρθρου 37 Σ να διορίζει ως πρωθυπουργό ή να αναθέτει διερευνητικές εντολές στους αρχηγούς των κομμάτων ή σε όποιον αυτά υποδείξουν, ενώ ακόμη και κατά τη δεύτερη φάση των διερευνητικών επαφών του μετά τις διερευνητικές εντολές ο ρόλος του, όπως έχει δείξει η πολιτική πρακτική, είναι περιορισμένος. Σύμφωνα με τα ανωτέρω, ο πρόεδρος Mαταρέλα ενήργησε, αν και οριακά, στο πλαίσιο των συνταγματικών αρμοδιοτήτων του και δεν θα πρέπει να συγχέουμε την άσκησή τους από αυτόν με βάση τα ελληνικά δεδομένα.
Το πρόβλημά του λοιπόν δεν θα είναι η απίθανη (νομική) παραπομπή του κατά το άρθρο 90 ιτ. Σ. για εσχάτη προδοσία ή παραβίαση του Συντάγματος, αλλά η πολύ πιθανή (πολιτική) αποδοκιμασία των επιλογών του εν πρώτοις από το Κοινοβούλιο, από το οποίο θα πρέπει να λάβει ψήφο εμπιστοσύνης η κυβέρνηση του «εκλεκτού» του Κάρλο Κοταρέλι, πράγμα μάλλον απίθανο, και εν συνεχεία από τον ιταλικό λαό, εάν αυτός ενισχύσει στις επιγενόμενες εκλογές τα κόμματα του Κινήματος των Πέντε Αστέρων και της Λέγκας του Βορρά, πράγμα πολύ πιθανό.
*Ο Χάρης Τσιλιώτης είναι επίκουρος καθηγητής Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου
Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο της Πέμπτης, 30/5
Φωτογραφία: APImages