Στις 20 Ιουνίου 1939 η μυστική αστυνομία του σταλινικού καθεστώτος συλλαμβάνει τον μεγάλο θεατράνθρωπο Βσέβολοντ Μέγιερχολντ (1874-1940).
Ο Μέγιερχολντ θεωρείται μέχρι τις μέρες μας ως ο άνθρωπος που όχι μόνο αναμόρφωσε τη θεατρική τέχνη, αλλά και έδωσε νέα πνοή σε αυτή, εμπνεόμενος το σύστημα της βιο-μηχανικής.
Το πραγματικό του όνομα ήταν Καρλ Καζιμίρ Τεοντόρ Μάιεργκολντ και ήταν γόνος γερμανικής λουθηριανής οικογένειας.
Η ιστορία τον έχει κατατάξει ως ένας από τους πρώτους θεατρικούς σκηνοθέτης της ρωσικής πρωτοπορίας. Έμεινε γνωστός για τους πειραματισμούς του με τα σκηνικά, αλλά και την υποκριτική τεχνική. Επινόησε δικές τους μεθόδους, έχοντας μελετήσει και αφομοιώσει όλη τη μεγάλη θεατρική παράδοση της χωράς του. Μετά τα τραγικά γεγονότα του 1917, ένθερμος οπαδός της μπολσεβικικής πολιτικής είχε πρωταγωνιστικό ρόλο στη διαμόρφωση του σοβιετικού θεάτρου, ενώ το κείμενό του «Θεατρικός Οκτώβρης» θεωρήθηκε ως το προγραμματικό κείμενο για την θεατρική τέχνη.
Ο «άνεμος της επανάστασης» όμως, στις αρχές της δεκαετίας του 1930 άλλαξε φορά, καθώς ο Στάλιν θεώρησε πως η ρωσική πρωτοπορία με τους πειραματισμούς της, δεν εξυπηρετούν τα σχέδιά του για την εγκαθίδρυση της κόκκινης απολυταρχίας. Στο πλαίσιο αυτής της πολιτικής η θεατρική προσέγγιση του Μέγιερχολντ θεωρήθηκε εχθρική προς το καθεστώς και έτσι με ειδικό διάταγμα το θέατρό του έκλεισε τον Ιανουάριο του 1938. Ο άλλος μεγάλος θεατράνθρωπος, ο Κωνσταντίν Στανισλάβσκι, παρότι άρρωστος και εξασθενημένος θέλησε να βοηθήσει τον ομότεχνό του και τον κάλεσε να αναλάβει επικεφαλής του δικού του θεάτρου. Ο Στανισλάφσκι πέθανε τον Αύγουστο του 1938. Για ένα χρόνο ο Μέγιερχολντ εργάστηκε στο θέατρο του φίλου του στο Λένινγκραντ.
Ας ξαναγυρίσουμε όμως στην ημέρα της σύλληψής του. Την στιγμή που οι άντρες της N.K.V.D. περνούσαν χειροπέδες στον σκηνοθέτη, ξεκινούσαν οι έρευνες στο διαμέρισμα, το εξοχικό αλλά και το θέατρό του, από ειδικές ομάδες. Κατά τη διάρκεια της έρευνας στο σπίτι του, η σύζυγός του Ζιναϊντα Ράιχ (1894-1939) διαμαρτυρήθηκε στους πράκτορες. Αυτό ήταν αρκετό για να προδιαγραφεί η μοίρα της. Την νύχτα της 14ης προς 15η Ιουλίου 1939, «άγνωστοι» εισέβαλαν στο διαμέρισμα του ζεύγους και δολοφόνησαν τη Ζιναϊντα Ράιχ με δεκαεπτά μαχαιριές. Η ηθοποιός εξέπνευσε κατά τη διακομιδή της στο νοσοκομείο. Μέχρι σήμερα η δολοφονία αυτή δεν έχει διαλευκανθεί.
Ο Μέγιερχολντ υπέστη ανήκουστα βασανιστήρια κατά την κράτησή του. Πάνω στην απόγνωσή του έστειλε διάφορες επιστολές στον Στάλιν και άλλους. Μάταια. Την 1η Φεβρουαρίου καταδικάστηκε σε θάνατο. Εκτελέστηκε την επόμενη ημέρα.
Το ρωσικό και το παγκόσμιο θέατρο βίωσαν μία δυσαναπλήρωτη απώλεια.
Αγαπητέ Ιωσήφ Βησσαριόνοβιτς
Οι σκέψεις μου για τον όγκο και τη σημασία της δουλειάς Σας πάντα σταματούσαν την πολύχρονη επιθυμία μου να Σας δω. Ωστόσο, τώρα, όταν γνωρίζω πως Εσείς αρχίσατε να ενδιαφέρεστε με ζήλο για τη τέχνη και, συγκεκριμένα, για το θέατρο, θεωρώ σκόπιμο να Σας παρακαλέσω για μια συνάντηση προκειμένου να Σας πως για τα σχέδια μου για τα επόμενα 3 – 5 χρόνια αναφορικά με τη δυνατότητα, η οποία μου δίνεται μετά την ολοκλήρωση της οικοδόμησης του νέου κτιρίου.
Το κύριο άρθρο της «Πράβντα» από 8ης Αυγούστου («Να εμβολιάσουμε στους μαθητές της αγάπη για την κλασσική λογοτεχνία») – με υποχρεώνει και ως κομμουνιστή και ως καλλιτέχνη, να συνειδητοποιήσω την ευθύνη μου, και θέλω να Σας εκθέσω μια σειρά σκέψεων επ? αυτού.
Γνωρίζω επίσης ότι καθαρά ανθρώπινα – η συνάντηση μαζί Σας θα με σκληραγωγήσει, θα μου δώσει δύναμη, την δυνατότητα να γλιτώσω από την κατάθλιψη, στην οποία βρίσκομαι ως καλλιτέχνης και να δουλέψω με νέα ορμή
Σας αγαπώ
Βσέβολοντ Μέιγιερχολντ
Υ.Γ. Στις 14 Αυγούστου στις 1 τη νύχτα φεύγω για το Ντομπάς (περιοδεία του θεάτρου), στις 24 του μήνα θα είμαι στη Μόσχα.
Τηλ 5. 87 – 31.
Βσέβολοντ Μέγιερχολντ προς τον Βιατσεσλάβ Μόλοτοφ, πρόεδρο του Συμβουλίου Λαϊκών Κομισάριων της Ε.Σ.Σ.Δ.
2 Ιανουαρίου 1940
… Όταν οι ανακριτές, άρχισαν, με συνέπεια και συνέχεια, να χρησιμοποιούν τις βίαιες μεθόδους τους πάνω μου, συνεπικουρούμενοι από την επονομαζόμενη «ψυχολογική επίθεση», τότε και οι μεν και οι δε μου προκάλεσαν τέτοιο φρικτό τρόμο που η φύση μου απογυμνώθηκε εντελώς… Τα νεύρα μου, βρέθηκαν τεντωμένα σχεδόν κάτω από το δέρμα μου, ενώ η επιδερμίδα που αποδείχτηκε τόσο τρυφερή και ευαίσθητη, σαν μικρού παιδιού, τα μάτια μου αποδείχτηκαν ικανά (παρά τον ανυπόφορο για μένα φυσικό και ηθικό πόνο) να κλαίνε διαρκώς. Ξαπλωμένος μπρούμυτα στο πάτωμα, ανακάλυπτα την ικανότητα, να στριφογυρίζω, να μαζεύω και να απλώνω το σώμα μου, σαν σκυλί, το οποίο μαστιγώνει ο αφέντης του. Ο δεσμοφύλακας που με πήγε κάποτε σε μια τέτοια ανάκριση με ρώτησε: «Έχεις ελονοσία;». Το σώμα μου απλά είχε συνηθίσει στο τρέμουλο. Όταν ξάπλωσα στο κρεβάτι και αποκοιμήθηκα με την ιδέα ότι μετά από μια ώρα θα με ξαναπάρουν για ανάκριση, όταν η προηγούμενη είχε κρατήσει 18 ώρες, ξύπνησα ξαφνικά από τα βογγητά μου και από το γεγονός ότι έπεσα από το κρεβάτι, όπως κάνουν οι εκείνοι οι άρρωστοι που πεθαίνουν από delirium dremens.
Ο φόβος προκαλεί τρόμο και ο τρόμος σε αναγκάζει να αμυνθείς. «Ο θάνατος, ω, φυσικά! Ο θάνατος είναι κάτι πιο εύκολο από αυτό»– λέει ο κρατούμενος. Το είπα κι εγώ στον εαυτό μου κι άρχισα να μονολογώ με την ελπίδα ότι θα με οδηγήσουν στο ικρίωμα. Αυτό συνέβη, στην τελευταία σελίδα του ανακριτικού πορίσματος της «υπόθεσης» Νο 537 έγραψαν τους τρομακτικούς αριθμούς των άρθρων του ποινικού κώδικα: 58, παράγραφοι 1 και 2.
Βιατσεσλάβ Μιχαήλοβιτς!
Γνωρίζετε τα μειονεκτήματά μου (θυμάστε που μου είπατε κάποτε: «Διαρκώς προσπαθείτε να είστε αυθεντικός!»;), είμαι άνθρωπος που γνωρίζει τα μειονεκτήματα του άλλου, τον γνωρίζει καλύτερα από εκείνον που θαυμάζει τα πλεονεκτήματά του. Πείτε μου: θα μπορούσατε να πιστέψετε ότι πρόδωσα την Πατρίδα (εχθρός του λαού), ότι είμαι κατάσκοπος, ότι είμαι μέλος δεξιάς τροτσκιστικής οργάνωσης, ότι είμαι αντεπαναστάτης, ότι εισήγαγα τον τροτσκισμό στην τέχνη, ότι στο θέατρο έκανα (συνειδητά) την δουλειά των εχθρών, για να υπονομεύσω τις βάσεις της σοβιετικής τέχνης;
Όλα αυτά φαίνονται στην υπόθεση Νο 537. Εκεί γράφει την λέξη «φορμαλιστής» (στον χώρο της τέχνης), η οποία έγινε συνώνυμη του «τροτσκιστή». Στην υπόθεση Νο 537 ως τροτσκιστές φέρονται οι: εγώ, ο Ιλιά Έρενμπουργκ, ο Μπορίς Παστερνάκ, ο Γιούρι Ολέσια (αυτός είναι επιπλέον και τρομοκράτης), ο Σοστακόβιτς, ο Σεμπάλιν, ο Οχλόπκοφ και άλλοι… Θα ολοκληρώσω την δήλωσή μου μετά από ένα δεκαήμερο, όταν θα μου δώσουν άλλη μια τέτοια σελίδα.
Συνέχεια της δήλωσης
13 Ιανουαρίου 1940, φυλακή Μπουτίρσκαγια
Στο γεγονός ότι δεν άντεξα, έχασα κάθε αυτοέλεγχο, βρισκόμενος σε κατάσταση θολωμένης, καταθλιπτικής συνείδησης, συνέβαλε ένα ακόμη τρομακτικό γεγονός: αμέσως μετά την σύλληψή μου (20.VI.1939), μου προκάλεσε τρομερή κατάθλιψη μια έμμονη ιδέα που είχα «πάει να πει, έτσι πρέπει». Η κυβέρνηση θεώρησε – άρχισε να λέω στον εαυτό μου για να τον πείσω,- ότι όλα εκείνα τα ανομήματα μου, στα οποία αναφέρθηκαν από το βήμα της 1ης Συνόδου του Ανωτάτου Σοβιέτ, δεν αρκεί η αναλογούσα ποινή (κλείσιμο του θεάτρου, διάλυση της θεατρικής ομάδας, η κατάσχεση του νέου θεάτρου στην πλ. Μαγιακόφσκι που χτίζεται με δικά μου σχέδια) και πως πρέπει να υποστώ άλλη μία ποινή, εκείνη την οποία επιμέρισαν σε εμένα τα όργανα της NKVD. «Πάει να πει, έτσι πρέπει»,- έλεγα και ξανάλεγα στον εαυτό μου και το «Εγώ» διαχωρίστηκε σε δύο πρόσωπα. Το πρώτο άρχισε να ψάχνει τα εγκλήματα του δεύτερο και όταν δεν τα έβρισκε, άρχιζε να τα επινοεί.
Ο ανακριτής αποδείχτηκε καλός, έμπειρος βοηθός σε αυτή την υπόθεση. Έτσι αρχίσαμε οι δυο μας να γράφουμε, συνεργαστήκαμε πολύ στενά. Όταν η φαντασία μου εξαντλήθηκε, οι ανακριτές εναλλάσσονταν (Βορόνιν + Ρόντος, Βορόνιν + Στσβάρτσμαν) και προετοίμαζαν τα πρακτικά (ορισμένα από αυτά τα έγραψαν και τα ξαναέγραψαν 3 και 4 φορές). Όταν από την πείνα (δεν μπορούσα να φάω τίποτα), από την αϋπνία (ήμουν άυπνος τρεις μήνες), τα καρδιακά προβλήματα τις νύχτες αλλά και τις κρίσεις υστερίας (έχυνα ποταμούς δακρύων, έτρεμα, όπως τρέμουν οι αλκοολικοί του τελευταίου σταδίου), μαράθηκα, άσπρισα, γέρασα για δέκα χρόνια, πράγμα που τρόμαξε τους ανακριτές κι έτσι άρχισαν να με φροντίζουν με επιμέλεια, όταν ήμουν στην «εσωτερική φυλακή» (εκεί έχουν καλό ιατρείο) και, επιπλέον, άρχισαν να με ταΐζουν καλά.
Αυτό όμως με βοήθησε μόνο επιφανειακά, τα νεύρα μου ήταν στην ίδια κατάσταση, ενώ η συνείδησή μου, εξακολουθούσε να είναι θολωμένη και καταθλιπτική, γιατί κρεμόταν από πάνω μου η Δαμόκλεια σπάθη: ο ανακριτής με απειλούσε διαρκώς: «Αν δεν γράψεις (δηλαδή αν δεν επινοήσεις!), θ? αρχίσουμε να σε χτυπάμε ξανά, δεν θα πειράξουμε το κεφάλι και το δεξί σου χέρι, τα υπόλοιπα όμως θα τα κάνουμε ένα κομμάτι άμορφου, ματωμένου, κρέατος». Εγώ αναγκάστηκα να τα υπογράψω όλα πριν την 16η Νοεμβρίου 1939. Ανακαλώ την ομολογία μου, η οποία πάρθηκε με βασανιστήρια και σας ικετεύω, Εσάς, τον επικεφαλής της κυβέρνησής να με σώσετε και να μου δώσετε την ελευθερία μου. Αγαπώ την Πατρίδα μου και θα της δώσω όλες τις δυνάμεις των τελευταίων χρόνων της ζωής μου.
Βσέβολοντ Μέγιερχόλντ
Από το βιβλίο: Советская культура. 1989. 16 февр. Здесь текст приводится по изданию: История России. 1917-1940. Хрестоматия / Сост. В.А. Мазур и др.; под редакцией М.Е. Главацкого. – Челябинск, 1994. – С. 325-327.