Συμπαθάτε με για την απαισιοδοξία μου, αλλά εγώ πιστεύω ότι το μεταναστευτικό δεν θα λυθεί μέσα στα χρονικά όρια της δικής μας ζωής. Όσες κυβερνήσεις κι αν αλλάξουν, όσοι ικανοί ή ανίκανοι υπουργοί κι αν περάσουν απ’ αυτή την ηλεκτρική καρέκλα, αυτή η ξεριζωμένη γενιά των ανθρώπων που σήμερα βρίσκονται στον Μόρια ή στην Λαμπεντούζα της Ιταλίας θα πάει στράφι και η δική μας δυτικοθρεμένη γενιά θα κοιμάται και θα ξυπνά σ’ όλη της την ζωή με το μεταναστευτικό σε έξαρση.
Το συμπεραίνω αυτό από το απλό γεγονός ότι η λογική, οι πόθοι, τα συμφέροντα και οι σχεδιασμοί των «στρατοπέδων» που εμπλέκονται στο πρόβλημα είναι τόσο ασύμβατα μεταξύ τους, ώστε δεν υπάρχει περίπτωση μιας κάποιας σύγκλισης μεταξύ τους. Θα βρίσκονται διαρκώς σε τροχιά σύγκρουσης. Από όπου κι αν το πιάσουμε το θέμα, πάντα στο ίδιο θα καταλήγουμε: δεν υπάρχει βιώσιμη και κοινά αποδεκτή λύση.
Οι ανθρώπινοι πληθυσμοί θα μετακινούνται αιωνίως από τις φτωχές πλευρές του πλανήτη προς τις πλουσιότερες, από την σκοτεινή μεριά του φεγγαριού προς την φωτεινότερη. Ο υπερπληθυσμός, η οικολογική καταστροφή και οι παγκόσμιες ανισότητες θα επιτείνουν αυτή την τάση. Φράχτες, αστυνομίες, λιμενικά και στρατιώτες μειώνουν μεν τις ροές, δεν τις απαλείφουν. Οι μετανάστες θα ‘ρχονται.
Το ελληνικό κράτος ξέρει πως αν αφήσει ανοικτό τον δρόμο απ’ τα νησιά προς την Αθήνα, τότε εκατοντάδες χιλιάδες μετανάστες θα ορμήσουν σ’ αυτόν. Εγκλωβίζει λοιπόν όσους φθάνουν στις ακτές μας, μέσα στα νησιά δίχως ελπίδα να φύγουν. Το ελληνικό κράτος, έχει δίκιο σ’ αυτό. Οι Έλληνες των νησιών αυτών όμως βλέπουν ότι έτσι οι πατρίδες τους και οι ζωή τους υποβαθμίζονται ή και καταστρέφονται. Θέλουν να διώξουν τους μετανάστες που υπάρχουν και παράλληλα να σφραγιστούν τα θαλάσσια σύνορα τους ώστε να μην έρθουν άλλοι. Οι κάτοικοι έχουν κι αυτοί δίκιο. Πρεσβεύουν το αδύνατο, αλλά δικαίως.
Η λύση είναι τα κλειστά κέντρα σε όλη την επικράτεια, δηλαδή πελώριες φυλακές. Οι κατά τόπους κάτοικοι δεν θέλουν επισφαλείς φυλακές δίπλα στα σπίτια τους. Αλλά ούτε οι μετανάστες ήρθαν για να μπουν φυλακή, αυτοί ξεκίνησαν για την γη της επαγγελίας. Θα τις καίνε διαρκώς, ανεξάρτητα από τις συνθήκες διαβίωσης τους σ’ αυτές. Το ελληνικό κράτος δεν μπορεί να αφήσει αυτά τα πλήθη γυναικοπαίδων να πεθάνουν στον δρόμο, θα γίνει η δακτυλοδεικτούμενη χώρα της Ευρώπης. Μιας Ευρώπης που δεν βοηθά μεν, απαιτεί όμως καλές συνθήκες ζωής στην Ελλάδα σ’ αυτούς που δεν θέλει στο έδαφος της. Το ελληνικό κράτος συνεπώς θα συγκρούεται με τους ντόπιους και θα ξαναχτίζει τους καταυλισμούς, που θα ξανακαίγονται σε λίγο.
Οι άνθρωποι αυτοί, άλλης νοοτροπίας, θρησκεύματος και κουλτούρας, δεν δείχνουν καμιά διάθεση ενσωμάτωσης στην ελληνική κοινωνία. Δεν επιθυμούν ούτε να κατοικήσουν μονίμως ούτε να δουλέψουν εδώ, θέλουν να φύγουν για μέρη που κανένας δεν τους θέλει. Κάθε τους πράξη θα κατατείνει μονίμως στο να εξωθεί το ελληνικό κράτος να τους διώξει. Θα καίνε τους καταυλισμούς, θα εμποδίζουν την πυροσβεστική να περάσει, θα εξοργίζουν τους κατοίκους, θα ξαπλώνουν στην πλατεία Βικτωρίας. Δεν πα να λέει ο Πέτσας για αχάριστους. Αυτοί θέλουν να φύγουν.
Βλέπετε κάπου κάποιο σημείο σύγκλισης; Εγώ όχι. Κάθε δυο, τρεις ή τέσσερις μήνες θα έχουμε τα ίδια. Θα περνούν τα εξάμηνα και τα χρόνια με την διαχείριση ενός άλυτου προβλήματος, που θα μας διχάζει διαρκώς χωρίς κανένας μας να μπορεί να προτείνει κάτι πραγματικά βιώσιμο και εφαρμόσιμο. Και δεν έβαλα μέσα στις παραμέτρους ούτε την υγειονομική πλευρά, ούτε την προφανή δυνατότητα της Τουρκίας να έχει χώσει ανθρώπους της στην μάζα των μεταναστών και να κάνει προβοκάτσιες ή δολιοφθορές.
Ξέρω πως δεν είναι και πολύ αισιόδοξα όλα τούτα. Αλλά καλύτερα να έχουμε συνειδητοποιήσει πως θα ζήσουμε και θα πεθάνουμε μ’ ένα πρόβλημα, παρά να απαιτούμε μαξιμαλιστικά λύσεις που δεν θα τις δούμε ποτέ. Κυνικό μεν, ρεαλιστικό δε.