Του Γιάννη Παντελάκη
Ο Μηνάς Χατζησάββας επιθυμούσε η σορός του ν'' αποτεφρωθεί. Η επιθυμία του θα γίνει πραγματικότητα, αλλά σε κάποια άλλη χώρα. Στη δική μας, κάτι τέτοιο δεν μπορεί να συμβεί, δεν υπάρχει αποτεφρωτήριο. Φαντάζομαι πως υπάρχουν εκατοντάδες ή χιλιάδες ακόμα άνθρωποι που είχαν αυτήν την επιθυμία. Αλλά το ελληνικό κράτος δεν σέβεται ούτε καν τους νεκρούς του. Δεν θα επιλέξουν αυτοί πως θα φύγουν, θα επιλέξει αυτό. Και η επιλογή του κράτους βασίζεται στα κριτήρια μιας ομάδας συμφερόντων η οποία τα καθορίζει όλα αυτά. Το κράτος ακολουθεί την εκκλησία (η ομάδα συμφερόντων) και στο θέμα αυτό. Αν ήταν το μοναδικό, θα είχαμε ένα πρόβλημα. Είναι πολλά τα ζητήματα εκείνα που ένα ολόκληρο κράτος σέρνεται πίσω από τις επιλογές της ομάδας αυτής. Άρα, έχουμε πολλά προβλήματα.
Η ιστορία δημιουργίας αποτεφρωτηρίων δεν είναι καινούργια. Το πιο εντυπωσιακό σ'' αυτήν είναι πως εδώ και αρκετά χρόνια υπάρχει και το νομικό πλαίσιο και οι προδιαγραφές εκείνες που προβλέπονται για τη δημιουργία αποτεφρωτηρίων. Αλλά, ουσιαστικά, είναι σαν να μην υπάρχουν. Υπάρχουν νόμοι, αλλά δεν εφαρμόζονται οι νόμοι, πόσες φορές το συναντάμε αυτό στην καθημερινότητά μας!
Η αποτέφρωση προβλέπεται στη χώρα μας από το 2006. Περίπου έναν αιώνα νωρίτερα, είχε αρχίσει να εφαρμόζεται σε μια σειρά από άλλες ευρωπαϊκές χώρες, με τις οποίες υποτίθεται ότι μοιάζουμε. Το 1884 στη Βρετανία, το 1887 στη Γαλλία, το 1934 στη Γερμανία κ.ο.κ. Μ'' έναν αιώνα καθυστέρηση, νομοθετήσαμε και εμείς. Αυτό όμως δεν σημαίνει τίποτα. Για να εφαρμοστεί ένας νόμος, πρέπει να εξειδικεύονται κάποια πράγματα. Στην προκειμένη περίπτωση, οι όροι δημιουργίας ενός αποτεφρωτηρίου. Με καθυστέρηση τεσσάρων χρόνων έγινε κι αυτό. Το 2010. Μπήκε άλλο θέμα όμως. Η γειτνίαση με τα νεκροταφεία, οι περιβαλλοντικοί περιορισμοί και διάφορα τέτοια. Το 2011 γίνεται μια εξειδίκευση σε ό,τι αφορά τα περιβαλλοντικά, το 2014 ένα ακόμα προεδρικό διάταγμα.
Βρισκόμαστε στο τέλος του 2015. Αποτεφρωτήριο δεν υπάρχει και η πρόβλεψη είναι πως δεν θα υπάρξει και σύντομα. Στο ερώτημα «γιατί συμβαίνει αυτό», η απάντηση βρίσκεται σε μια μικρή ιστορία που συνέβη το 2012 στον Δήμο Μαρκοπούλου Αττικής. Το Δημοτικό Συμβούλιο αποφάσισε ομόφωνα τη δημιουργία αποτεφρωτηρίου, αλλά λίγο μετά το ίδιο Συμβούλιο πήρε την αντίθετη απόφαση! Ενδιάμεσα των δυο αποφάσεων, κάποιοι σύμβουλοι είδαν το «φως το αληθινό» μέσω του Μητροπολίτη Μεσογαίας Νικόλαου (και θεωρείται και προοδευτικός συγκριτικά με τους άλλους!), οποίος αντέδρασε έντονα στη δημιουργία αποτεφρωτηρίου. Επικαλέστηκε τις παραδόσεις της ορθοδοξίας και διάφορα τέτοια, αλλά ποιος αμφιβάλει ότι η ουσία βρίσκεται αλλού. Στις εκκλησίες χρυσωρυχεία που θα έχαναν μέρος της πελατείας. Κηδείες, μνημόσυνα κ.ο.κ. Όλα αυτά, αφορολόγητα. Άλλωστε, καμία παράδοση της ορθοδοξίας δεν θα δεχόταν πλήγμα, στα αποτεφρωτήρια θα πήγαιναν οι σοροί άπιστων, αλλόθρησκων κλπ.
Η αλήθεια είναι πως δεν μπορούμε να είμαστε αισιόδοξοι. Ούτε να ελπίζουμε σε παρεμβάσεις ισχυρών πολιτικών παραγόντων σήμερα, όπως ο πρόεδρος της Βουλή που στις αρχές του 2014 έλεγε πως «το ζήτημα είναι πρωτίστως πολιτικό. Υπάρχουν δυνάμεις, θεατές και αθέατες, οι οποίες δεν αφήνουν να δημιουργηθεί έστω ένα κέντρο αποτέφρωσης στην Αττική». Και παράλληλα κατήγγειλε την τότε κυβέρνηση ότι «συστηματικά αρνείται να υποβοηθήσει τη διαδικασία». Αυτά είναι λόγια που φεύγουν και χάνονται. Όταν ένας παλαιότερα αντιμνημονιακός και σημερινός υπουργός καταγγέλλει πως «οι προηγούμενες κυβερνήσεις δεν εφάρμοσαν τα μνημόνια» και ένας παλαιότερα αντιμνημονιακός βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ λέει σήμερα πως «και αν δεν υπήρχε το μνημόνιο, έπρεπε να το έχουμε εφεύρει», δεν υπάρχει περίπτωση ο κ. Βούτσης να επαναλάβει αυτά που έλεγε.
Άλλωστε, ο πιο προνομιακός συνομιλητής του σημερινού πρωθυπουργού, ας μην ξεχνάμε, είναι ο αρχιεπίσκοπος. Ίσως να έχει κάνει μαζί του, περισσότερες συναντήσεις από οποιονδήποτε άλλο θεσμικό κατά κάποιο τρόπο παράγοντα. Και δεν είναι μόνο οι συναντήσεις. Η κυβέρνηση έχει αφήσει ανέγγιχτους τους ιεράρχες, τα προνόμια τους, την εκκλησιαστική περιουσία, τη συμμετοχή τους στη διαμόρφωση της παιδείας κ.ο.κ.