Σε μια εποχή ρευστότητας ήταν αναμενόμενο η είδηση της εκλογής του Άμιν Λάσετ στην ηγεσία του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος της Γερμανίας (CDU) να προκαλέσει ανακούφιση. Η περιγραφή του ως «εκλεκτού της Μέρκελ», της πολιτικού που έχει ταυτιστεί στην ευρωπαϊκή συνείδηση με τη λέξη «σταθερότητα» σε βαθμό που αρκετοί να αδυνατούν να σκεφτούν το μέλλον της Ευρώπης χωρίς εκείνη, λειτουργεί καθησυχαστικά μόνο προσώρας βέβαια, αφού η θέση του Καγκελαρίου παραμένει υπό διεκδίκηση.
Στην πραγματικότητα βέβαια, ακόμα κι αν η περιγραφή είναι ακριβής, ακόμα κι αν ο Λάσετ συνεχίσει να προσωποποιεί την κεντρώα μετριοπάθεια και την (γερμανοκεντρική) σταθερότητα οι αναλύσεις που ακολουθούν την εκλογή του αποδεικνύουν, για άλλη μια φορά, ότι παραμένουμε προσκολλημένοι σε ερμηνευτικά σχήματα που δεν δίνουν απαντήσεις για καμία από τις βασανιστικές ερωτήσεις για το μέλλον της ΕΕ συνολικά και για κάθε κράτος-μέλος ξεχωριστά.
Γιατί τι να σημαίνει άραγε κεντρώα πολιτική μετριοπάθεια, όταν υπάρχει απροθυμία να επιλυθεί το πρόβλημα της ακροδεξιάς των εν ΕΛΚ συντρόφων του Λάσετ στην Ανατολική Ευρώπη;
Τι σημαίνει σήμερα «μερκελική σταθερότητα», όταν η κυβέρνηση Μέρκελ τίναξε στον αέρα το πρόγραμμα των εμβολιασμών σε ολόκληρη την Ένωση με τις μεθοδεύσεις της στην προμήθεια των εμβολίων;
Πόσο επεξεργασμένη είναι η κριτική του Λάσερ για την ενεργειακή μετάβαση και πόσο ειλικρινής η υπενθύμιση της ανάγκης η ενέργεια να παραμείνει ένα προσιτό αγαθό για τα νοικοκυριά, όταν το γερμανικό σύστημα εξουσίας έχει βάλει «το μαχαίρι στο λαιμό» σε χώρες όπως και η Ελλάδα, να σβήσουν τις καμινάδες του λιγνίτη για να «επενδύσουν» τα κονδύλια της δίκαιης μετάβασης που τους αναλογούν σε γερμανικές εταιρείες ΑΠΕ;
Και οι σχέσεις με την Κίνα; Η συμφωνία που η ΕΕ συνήψε σχεδόν εν κρυπτώ μαζί της και κανείς δεν θέλει να συζητήσει (εντυπωσιακό!) πως ακριβώς θα μεταφραστεί σε πολιτικές;
Υπάρχει και η πιο δυσάρεστη ερώτηση απ’όλες που κανείς δεν θέλει να απαντήσει:
Γιατί πρέπει να μας προκαλεί ανακούφιση η νερόβραστη, αποϊδελογικοποιημένη μετριοπάθεια, που προκρίνει ως στόχο να μοιράζεται τις καρέκλες της εκάστοτε εξουσίας με μια άνευρη, εξίσου αποϊδεολογικοποιημένη κεντροαριστερά που και η δική της εμμονή με την εξουσία στο όνομα του ρεαλισμού είναι που της απαγορεύει να ανασυγκροτηθεί πανευρωπαϊκά και να μην προτιμήσουμε ένα συγκροτημένο, δηλωμένα δεξιό αντίπαλο που όμως θα τον περιγράψουμε ως αυτό που είναι δηλαδή ως δεξιό αντίπαλο; Από πότε το Κέντρο έγινε ο καλύτερος φίλος της Δεξιάς πανευρωπαϊκά; Και τι κέρδισαν οι λαοί της Ευρώπης από αυτή την ανίερη, ανιστορική φιλία ή μήπως πρέπει να τη χαρακτηρίσουμε «κουμπαριά»;
Τελικά, παράγει καθόλου πολιτική η κεντροαριστεροδεξιά μετριοπάθεια που μοιράζεται τις καρέκλες ή απλώς βαθαίνει τις πληγές που προκαλεί η ανισότητα και διευρύνει τα δημογραφικά και γεωγραφικά χάσματα όπως αυτά αποτυπώνονται στα εκλογικά αποτελέσματα πανευρωπαϊκά;
Βρίσκουμε χρήσιμο όλα αυτά να τα σκεφτούμε.