Πω πω αδερφέ μου, τι μουντρουχιά ήταν αυτή; Τι φάτσες περιέφεραν χθες οι ΣΥΡΙΖΑίοι στα κανάλια; Τι σμιχτό φρύδι λες κι είχαν αντικρύσει τον έξω από δω, τι σουφρωμένες μύτες λες και βρίσκονταν σε βρώμικο αποχωρητήριο, τι αγέλαστα χείλη λες και τους είχαν προσβάλει την μάνα τους, τι μαύρους κύκλους κάτω απ’ τα μάτια λες και είχαν μείνει άυπνοι επί τριήμερο. Και τι φαρμάκι έσταζε η κάθε λέξη τους, ο κάθε συλλογισμός τους. Τρομερή η εικόνα τους, αν τους έστυβες θα ‘βγαζες βιτριόλι.
Σαν παιδάκια που τους πήραν την τηγανητή πατάτα απ’ το στόμα και την έδωσαν στο ξαδερφάκι, έκαναν. Απέπνεαν μια κακία απροσμέτρητη, μια μάνητα ανεξέλεγκτη. Όλοι τους ανεξαιρέτως. Προεδρικοί κι οι Ομπρελάδες, ΡΕΝΕδες και Γεφυράδες, παλαιοκομμουνιστές και παλαιοπασόκοι. Αν μπορούσαν, θα πλάκωναν στα χαστούκια τα μέλη του Κογκρέσου, θα άρπαζαν τον Μπάιντεν από τον σβέρκο όπως ο κυνηγός του κουνέλι, θα έριχναν ξεγυρισμένη κλωτσιά στα αχαμνά του Μητσοτάκη. Έτσι, για να βγάλουν το άχτι τους.
Αν μια φωτογραφία είναι χίλιες λέξεις, τότε τα χθεσινά πλάνα των καταδυστυχισμένων ΣΥΡΙΖΑίων στα κανάλια ήταν ολόκληρη Σοβιετική εγκυκλοπαίδεια. Ήταν σαν Ουκρανοί που δέχτηκαν ρώσικο πύραυλο, τόσο συγχυσμένοι και τσαντίλες. Ίδρωναν και ξίδρωναν παλεύοντας να αρθρώσουν μια κουβέντα, μονολογούσαν σαν εγκαταλελειμμένες γιαγιάδες, κουνούσαν πέρα δώθε τα χέρια τους αγαναχτισμένοι. Ήταν να τους λυπάσαι.
Αφήστε τα λόγια τους. «Είμαστε δεδομένοι», «δώσαμε γη και ύδωρ», «σαν διασκεδαστής πήγε ο Μητσοτάκης στο Κογκρέσο», «δεν είπε τη λέξη Τουρκία», «τι τα θέλουμε τα F-35», «ποιος του ‘δωσε το δικαίωμα να χρεώνει τα παιδιά μας». Εκεί που τους έβλεπα, νόμισα ότι θα πεταχτούν απάνω και θ’ αρχίσουν να τραγουδούν μέσα στο στούντιο παλιά αντάρτικα του τύπου «τι τα θέλουνε τα όπλα / τι τα θέλουν τα σπαθιά, να τα κάνουμε τραχτέρια / να δουλεύει η αγροθιά».
Τι μιζέρια θεούλη μου, τι μιζερομιζέρια. Τι κακομοιριά, τι εσωτερική ξηρασία έχουν αυτοί οι άνθρωποι. Είναι τελείως ανήμποροι να ευχαριστηθούν με κάτι, αν αυτό δεν είναι εμφυλιοπολεμικό και εμποτισμένο μέσα σε ταξικό πάθος. Ειδικά με οτιδήποτε εθνικό, ντρέπονται να χαρούν. Οπότε τους απομένει η τσαντίλα. Μαθήματα διαχείρισης θυμού έχουν κάνει ποτέ; Όχι προφανώς, θα ‘πρεπε όμως…