Η άποψη πως όλα βαίνουν καλώς στην ελληνική οικονομία και πως τα τρέχοντα προβλήματα μπορούν να λυθούν με δανεικά χωρίς όρια, είναι λανθασμένη και επικίνδυνη. Χωρίς ουσιαστικές αλλαγές μια χώρα με υψηλό δημόσιο χρέος μπορεί να βρεθεί ξανά σε κρίση χρηματοδότησης.
«Οι μεταρρυθμίσεις που προβλέπει η έκθεση Πισσαρίδη είναι μονόδρομος για την μείωση της ανεργίας και την αύξηση των επενδύσεων», σημειώνει στο liberal.gr ο Νίκος Βέττας. «Οι κλειστές δομές και ο αναποτελεσματικός δημόσιος τομέας, ευνοούν ομάδες ισχυρων συντεχνιακών ή επιχειρηματικών», συμπληρώνει ο Γενικός Διευθυντής του ΙΟΒΕ, προσθέτοντας ότι τώρα είναι η ώρα για αλλαγές στην υγεία, στην εκπαίδευση, την δικαιοσύνη και την διοίκηση και λότι αν δεν τεθούν οι βάσεις για μια τέτοια αλλαγή, η χώρα θα πρέπει να επιλέγει ανάμεσα στη στασιμότητα των εισοδημάτων των νοικοκυριών και την δημιουργία ελλειμμάτων.
Συνέντευξη στον Γιώργο Φιντικάκη
- Μαζί με την κατάθεση του προσχέδιου του εθνικού σχεδίου για το ταμείο ανάκαμψης στις Βρυξέλλες, αναμένεται πως οριστικοποιείται το αναπτυξιακό σχέδιο, της Επιτροπής Πισσαρίδη. Ενόψει της παρουσίασης της τελικής έκθεσης, ποιο είναι το κεντρικό της μήνυμα και ποιες οι πιο σημαντικές προτεραιότητες;
Οι προκλήσεις για την οικονομία τα επόμενα χρόνια θα είναι ιδιαίτερα μεγάλες, βγαίνοντας από πολύ βαθιά ύφεση φέτος και για σημαντικό μέρος της επόμενης χρονιάς και στη συνέχεια μιας παρατεταμένης κρίσης δεκαετίας. Η παγκόσμια οικονομία θα γυρίσει ισχυρά θετικά μόλις διαφανεί το τέλος της πανδημίας, αλλά για να υπάρξει συστηματικά θετική επίδραση στην ελληνική οικονομία θα πρέπει να έχουν αλλάξει ορισμένα κεντρικά δομικά χαρακτηριστικά. Μόνο έτσι θα μπορεί να διεκδικήσει υψηλότερη αξία στο νέο διεθνή καταμερισμό της εργασίας. Αυτές οι δομικές αλλαγές είναι επίσης απαραίτητες για να αντιμετωπίσουν ενδεχόμενη διεθνή αναταραχή, με επιπτώσεις στο κόστος δανεισμού, εάν η πανδημία επιμηκυνθεί απρόσμενα.
Μπορείτε να αναμένετε πως η τελική έκθεση Πισσαρίδη θα περιγράφει ένα συνεκτικό σχέδιο ανάπτυξης που δεν θα στοχεύει μόνο στη μείωση της ανεργίας και του ελλείματος επενδύσεων τα αμέσως επόμενα χρόνια αλλά και κυρίως στην αύξηση της παραγωγικότητας και συμμετοχής στην εργασία μεσοπρόθεσμα. Εάν δεν τεθούν οι βάσεις για μια τέτοια αλλαγή, η χώρα θα πρέπει να επιλέγει ανάμεσα στη στασιμότητα των εισοδημάτων των νοικοκυριών στα σημερινά χαμηλά επίπεδα και στη δημιουργία ελλειμάτων, μια πολύ δυσάρεστη επιλογή.
- Είναι προφανές ότι η έκθεση απλώς εισηγείται το δέον γενέσθαι σε μια σειρά βασικών τομέων για να έρθει η ανάπτυξη, οι αποφάσεις είναι δουλειά της κυβέρνησης. Είστε παρ' όλα αυτά αισιόδοξος ότι θα δείτε να υλοποιούνται οι μεταρρυθμίσεις που προτείνει η έκθεση ή θα έχει παρόμοια τύχη με άλλες στο παρελθόν;
Ασφαλώς, μια ανεξάρτητη Έκθεση αποτελεί μόνο εισήγηση και βέβαια η οικονομική πολιτική αποφασίζεται και εφαρμόζεται από την κυβέρνηση. Οφείλω να είμαι αισιόδοξος. Οι δυνατότητες της ελληνικής οικονομίας είναι τεράστιες και μια πορεία ισχυρής ανάπτυξης είναι εφικτή. Υπάρχουν και ειδικοί λόγοι που θα βοηθούσαν προς τη θετική κατεύθυνση. Επισημαίνονται στην Έκθεση μεταρρυθμιστικές παρεμβάσεις στον δημόσιο τομέα και στις αγορές που, εκτός το ότι είναι βάση για την ανάπτυξη με την στενότερη έννοια της μεγέθυνσης του ΑΕΠ, θα ευνοήσουν άμεσα τα περισσότερα νοικοκυριά, και κυρίως τα πιο αδύναμα.
Η αντιστροφή της σταδιακής απόκλισης που υπάρχει για χρόνια από τον μέσο όρο της Ευρώπης, σε τομείς όπως η υγεία, η εκπαίδευση και η κατάρτιση, η δημιουργία θέσεων εργασίας με υψηλή αξία για τους νέους και η πληρέστερη ενσωμάτωση των γυναικών στην αγορά εργασίας έχουν ευθεία και σημαντική επίδραση στον πληθυσμό. Υπό συνθήκες, αυτό μπορεί να διευρύνει αποφασιστικά την κοινωνική στήριξη για τις αλλαγές. Και φυσικά η συνειδητοποίηση πως χωρίς ουσιαστικές αλλαγές, μια χώρα με υψηλό δημόσιο χρέος και αδύναμη παραγωγική δομή μπορεί να βρεθεί ξανά σε κρίση χρηματοδότησης στο όχι και τόσο μακρινό μέλλον, θα έπρεπε να προσδώσει στην προσπάθεια τα απαραίτητα ευρύτερα χαρακτηριστικά, εθνικά αν μου επιτρέπεται ο όρος.
Βέβαια, η αισιοδοξία δεν πρέπει να κρύβει τις δυσκολίες, που είναι ιδιαίτερα μεγάλες. Οι κλειστές αγορές και ο αναποτελεσματικός δημόσιος τομέας, ευνοούν ομάδες ισχυρών συντεχνιακών ή επιχειρηματικών συμφερόντων. Και η δημόσια διοίκηση έχει χαμηλή ικανότητα, κυρίως από άποψης δομής και κινήτρων, για εφαρμογή ουσιαστικών αλλαγών.
- Αρκετοί αντιτάσσουν ότι σε μια τέτοια συγκυρία, με τόσες χιλιάδες επιχειρήσεις, επαγγελματίες και εργαζομένους να απειλούνται, οι μεταρρυθμίσεις μπορούν να περιμένουν. Είναι έτσι; Έχουμε την πολυτέλεια;
Η σημερινή κρίση φέρνει μεγάλη πίεση στα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις παγκοσμίως και φυσικά και στη χώρα μας. Η ευημερία όλων υποβιβάζεται, καθώς περιορίζονται ελευθερίες και απειλείται η υγεία και η ζωή. Αυτό όμως δεν σημαίνει πως δεν πρέπει κανείς όχι μόνο να προετοιμάζεται για την επόμενη ημέρα, αλλά και να την προετοιμάζει, να τη διαμορφώνει. Η άποψη πως όλα βαίνουν καλώς στην ελληνική οικονομία και πως τα τρέχοντα προβλήματα μπορούν να λυθούν με δανεικά χωρίς όρια, είναι λανθασμένη και επικίνδυνη.
Τα τρέχοντα ελλείματα είναι εύλογα, αλλά εάν δεν δρομολογηθεί χωρίς καθυστέρηση αύξηση της παραγωγικότητας, η αποπληρωμή των χρεών δεν θα μπορεί να γίνει στο μέλλον χωρίς οδυνηρές συνέπειες. Τώρα είναι επίσης προφανώς η ώρα για αλλαγές στην υγεία, την εκπαίδευση, τη δικαιοσύνη και τη διοίκηση, που θα εκμεταλλεύονται την επιτάχυνση των ψηφιακών τεχνολογιών και τη διαθεσιμότητα χρηματοδότησης από την Ευρώπη.
Το πιο σημαντικό από όλα θα είναι, όμως το σήμα που πρέπει να δοθεί με σαφήνεια, πως η οικονομία αλλάζει σελίδα, κάτι που θα διαμορφώσει θετικές προσδοκίες σε επενδυτές και ανθρώπινο κεφάλαιο. Η οικονομική πολιτική θα πρέπει να θεωρήσει την οικονομία όχι ως ένα άθροισμα επιμέρους μικρών συμφερόντων, που το καθένα θα διεκδικήσει μεγαλύτερο μερίδιο σε δημόσιο ή ευρωπαϊκό χρήμα, αλλά να διαμορφωθεί με τη ματιά στο μέλλον.
- Οι ανάγκες στήριξης της οικονομίας, των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων, θα είναι μεγάλες και το 2021. Τα χρήματα όμως δεν είναι απεριόριστα και το κόστος των παρεμβάσεων αυξάνεται συνεχώς. Υπάρχει κίνδυνος δημοσιονομικού εκτροχιασμού;
Εννοείται πως είναι απόλυτα δικαιολογημένη η παροδική δημιουργία ελλείματος και ο δανεισμός για να καλύψουν τις έκτακτες ανάγκες. Τα ελλείματα όμως θα πρέπει να περιοριστούν από την επόμενη χρονιά και να αντιστραφούν σε πρωτογενή πλεονάσματα στη συνέχεια. Τα πλεονάσματα πρέπει να είναι συστηματικά, ώστε η δημοσιονομική πορεία να είναι αξιόπιστη αλλά και ήπια και με ευελιξία ώστε να μην υπονομεύεται η ανάπτυξη. Εννοείται πως για μια οικονομία που δεν έχει μόνο εξαιρετικά υψηλό χρέος αλλά και ενδογενή τάση δημιουργίας δημοσιονομικών ελλειμάτων, λόγω τους πώς λειτουργεί το κράτος και πολλοί θεσμοί, ακόμη και το να πλησιάσει ξανά σε περιοχή κινδύνου εκτροχιασμού δεν μπορεί να είναι ενδεχόμενο που θα επιτραπεί.
Ιδιαίτερα σημαντικό είναι συστηματικά το σύνολο των εσόδων και αντίστοιχα των δαπανών να μειώνεται τα επόμενα χρόνια ως ποσοστό του ΑΕΠ. Και, βέβαια, κρίσιμη είναι η σύνθεση και στις δυο πλευρές της εξίσωσης. Σημαντικές αποφάσεις πρέπει να ληφθούν άμεσα σχετικά με προτεραιότητες στους φόρους και τις δαπάνες, που θα οδηγήσουν σε ένα σύστημα περισσότερο δίκαιο όσο και συμβατό με ισχυρή ανάπτυξη.