Κεντρικά μέτρα οικονομικής πολιτικής που όχι μόνο θα στηρίζουν και ανακουφίζουν επιχειρήσεις και νοικοκυριά, αλλά θα ανοίξουν δρόμους για ισχυρή ανάπτυξη μετά από το φθινόπωρο, είναι από εδώ και πέρα το ζητούμενο όπως σημειώνει στο liberal.gr ο γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ Νίκος Βέττας. Εκτιμά ότι το πακέτο μέτρων που ανακοινώθηκε χθες θα μειώσει ως ένα βαθμό την ζημιά της οικονομίας, ιδίως μέσα από την τόνωση της εγχώριας κατανάλωσης και της παραγωγής, ωστόσο επισημαίνει ότι τα οικονομικά χαρακτηριστικά της συγκυρίας είναι τέτοια που αναπόφευκτα οδηγούν φέτος σε ισχυρή ύφεση, ακόμη και μετά τις όποιες παρεμβάσεις.
Ας μην ξεχνάμε, όπως λέει, ότι δομικά η ελληνική οικονομία είναι από τις πιο ασθενείς στην Ευρώπη, επομένως η στήριξη του σημερινού μοντέλου και η ανακούφιση των επιχειρήσεων ή μια γενική χαλάρωση της δημοσιονομικής πολιτικής, δεν αρκούν για να αντιστραφεί πλήρως η ύφεση από το 2021 και να συγκλίνουμε με ισχυρή ανάπτυξη στους μέσους όρους της Ευρώπης. “Καλώς ή κακώς, η επιτυχία στην οικονομία, θα μπορεί να έρθει μόνο μέσα από ουσιαστικές αλλαγές στο πώς λειτουργούν οι αγορές και ο δημόσιος τομέας.
Στο μεγάλο ερώτημα κατά πόσο πρέπει να ποντάρουμε σε αύξηση της κατανάλωσης το προσεχές διάστημα, απαντά ότι σίγουρα αυτή θα αυξηθεί καθώς υπάρχει συσσωρευμένη ζήτηση, ωστόσο πολλά ελληνικά νοικοκυριά είναι ήδη υπερχρεωμένα, η μέση αποταμίευση είναι χαμηλή, ενώ η απασχόληση και τα εισοδήματα θα παραμένουν μειωμένα σε αρκετούς κλάδους,
Συνέντευξη στον Γιώργο Φιντικάκη
Αρκούν τα μέτρα για την περίοδο μέχρι και τον Οκτώβριο για την επανεκκίνηση της οικονομίας ; Είναι επαρκή για να μειώσουν την ύφεση ;
Τα μέτρα αναμένεται να μειώσουν την ύφεση, σε ένα αξιόλογο βαθμό, ιδίως μέσα από την τόνωση της εγχώριας κατανάλωσης και της παραγωγής. Όμως τα οικονομικά χαρακτηριστικά της συγκυρίας είναι τέτοια που αναπόφευκτα οδηγούν σε ισχυρή ύφεση για την τρέχουσα χρονιά, ακόμη και μετά τις όποιες παρεμβάσεις. Το βάθος της και το πόσο θα διαρκέσει, θα εξαρτηθεί κυρίως από την εξέλιξη του υγειονομικού προβλήματος και από τις οικονομικές εξελίξεις στο εξωτερικό περιβάλλον.
Το κύριο ζήτημα, μετά το πρώτο αυτό διάστημα, είναι να υπάρξουν κεντρικά μέτρα οικονομικής πολιτικής που όχι μόνο θα στηρίζουν και ανακουφίζουν επιχειρήσεις και νοικοκυριά, αλλά θα ανοίξουν δρόμους για ισχυρή ανάπτυξη μετά από το Φθινόπωρο.
Η Ελλάδα θεωρείται παράδειγμα προς μίμηση ως προς την αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης. Μπορούμε να δούμε τα ίδια αποτελέσματα και στην οικονομία μετά και το χθεσινό “μπαζούκας”; Μήπως τα πάντα εξαρτώνται από τον τουρισμό ;
Οι κύριοι λόγοι που η αντιμετώπιση στο υγειονομικό ήταν επιτυχής, τουλάχιστον σε αυτό το πρώτο σημαντικό στάδιο, είναι πως υπήρξε έγκαιρη αντίδραση κεντρικά αλλά κυρίως ότι αυτή διαπέρασε την κοινωνία πολύ ευρύτερα, λόγω της αξιοπιστίας που είχαν οι κινήσεις. Για να είναι επιτυχής η πορεία στην οικονομία, χρειάζεται μια παρόμοια προσέγγιση, αποφάσεις χωρίς κωλυσιεργία αλλά και με αξιοπιστία και σαφήνεια. Όμως, ας μην ξεχνάμε πως η οικονομία μας είναι δομικά από τις πιο ασθενείς στην Ευρώπη, με χαμηλή παραγωγικότητα και διεθνή ανταγωνιστικότητα. Σε καμία περίπτωση η στήριξη του σημερινού οικονομικού υποδείγματος και η ανακούφιση των επιχειρήσεων, ή μια γενική χαλάρωση της δημοσιονομικής πολιτικής, δεν αρκούν για να αντιστραφεί πλήρως η ύφεση από την επόμενη χρονιά και να συγκλίνουμε με ισχυρή ανάπτυξη στους μέσους όρους της Ευρώπης. Η επιτυχία στην οικονομία μας, καλώς ή κακώς, θα μπορεί να έρθει μόνο μέσα από ουσιαστικές αλλαγές στο πώς λειτουργούν οι αγορές και ο δημόσιος τομέας.
Ως προς τον τουρισμό, μπορεί να μην εξαρτώνται τα πάντα από αυτόν, αλλά η μείωση των σχετικών εισοδημάτων σε κάθε περίπτωση θα είναι πολύ μεγάλη. Θα αφήσει μεγάλο κενό σε πολλές επιχειρήσεις και νοικοκυριά είτε άμεσα είτε και έμμεσα μέσα από τις πολλαπλασιαστικές επιδράσεις στην οικονομία. Θα ήταν καλό να προετοιμαζόμαστε για το ενδεχόμενη πίεση στον τομέα και μετά το φετινό καλοκαίρι, με βελτίωση των ποιοτικών χαρακτηριστικών των υπηρεσιών που προσφέρονται και με καλύτερη διασύνδεση με την εγχώρια παραγωγή, ώστε να υπάρχει θετική αποτύπωμα στην οικονομία, ακόμη και όσο προσωρινά το πλήθος των αφίξεων είναι μικρότερο.
Είναι τα μέτρα ανάχωμα στην ανεργία ή απλά κάνουμε “μπαλώματα” ;
Στα μέτρα που υιοθετούνται υπάρχει, και σωστά, στόχευση στην υποστήριξη της εργασίας, καθώς η απώλεια θέσεων εργασίας θα ήταν αλλιώς πολύ μεγαλύτερη, δύσκολα αναστρέψιμη, και κοινωνικά ιδιαίτερα επώδυνη. Ας αναλογιστούμε πως κλάδοι που διαχρονικά προσέφεραν μεγάλο αριθμό θέσεων εργασίας, πέρα από τον τουρισμό ήταν το λιανεμπόριο, η εστίαση, οι μεταφορές και η οικοδομή και σε όλους καταγράφεται και αναμένεται συρρίκνωση.
Όμως τα μέτρα που λαμβάνονται δεν διασφαλίζουν πως θα υπάρξει σημαντική αποκλιμάκωση της ανεργίας σύντομα ή αύξηση των εισοδημάτων. Άλλωστε, μπήκαμε σε αυτή τη νέα κρίση με ιδιαίτερα υψηλά ποσοστά ανεργίας, ενώ στη χώρα μας έχουμε συστηματικά από την υψηλότερη παραοικονομία και την μικρότερη συμμετοχή στο εργατικό δυναμικό, κυρίως των γυναικών, στην Ευρώπη. Για να αντιστραφούν αυτές οι τάσεις, χρειάζεται ενίσχυση κλάδων που θα εκφράζουν καινοτομία και εξωστρέφεια, με κέντρο την μεταποίηση, και ουσιαστικός εκσυγχρονισμός των συστημάτων εκπαίδευσης των νέων και κατάρτισης των εργαζόμενων.
Πριν την πανδημία είχαμε δει τους δείκτες καταναλωτικής εμπιστοσύνης να κάνουν ρεκόρ. Θα δούμε τους επόμενους μήνες μια έκρηξη της κατανάλωσης για να καλύψει την ζημιά ή όχι ;
Αν, ή μάλλον όταν, υπάρξει τελική λύση στο υγειονομικό πρόβλημα, ασφαλώς θα υπάρξει και ισχυρή άνοδος της κατανάλωσης, τόσο γιατί σε ορισμένες αγορές θα έχει συσσωρευτεί ζήτηση που καθυστερεί, και κυρίως γιατί θα υπάρχει ισχυρή επίδραση των βελτιούμενων προσδοκιών. Θα υπάρχουν όμως και αντίρροπες δυνάμεις, καθώς πολλά ελληνικά νοικοκυριά είναι ήδη υπερχρεωμένα, η μέση αποταμίευση είναι πολύ χαμηλή, η απασχόληση και τα εισοδήματα θα παραμένουν μειωμένα σε αρκετούς κλάδους, ενώ και δημοσιονομικά θα παραμένει πίεση λόγω των ελλειμάτων που δημιουργούνται σήμερα και της αύξησης του χρέους. Επίσης ένα σημαντικό μέρος της ελληνικής κατανάλωσης διαφεύγει στο εξωτερικό ως εισαγωγές. Άρα μόνο από την ανάκαμψη της κατανάλωσης δεν μπορούμε να περιμένουμε ισχυρή μεγέθυνση, για αυτό παραμένει αναγκαία η σημαντική αύξηση των επενδύσεων και των εξαγωγών.
Τι περαιτέρω μειώσεις φόρων χρειάζονται και τι δημοσιονομικά περιθώρια έχουμε για να γίνουν αυτές ;
Σε μια χώρα με τόσο υψηλό δημόσιο χρέος και με ιστορικό ελλειμμάτων που μεταφράζονταν σε έλλειψη αξιοπιστίας, τα δημοσιονομικά περιθώρια είναι και θα παραμένουν περιορισμένα. Για αυτό θα έχει ιδιαίτερη σημασία το μίγμα τόσο των φόρων όσο και των δαπανών, ώστε να επιτυγχάνεται αποτελεσματικότητα και αναπτυξιακό πρόσημο. Σχετικά, η μείωση των φόρων στην κατανάλωση πρέπει να έχει σχετικά μικρότερη προτεραιότητα και καλό θα είναι να στηρίζει τους κλάδους που πλήττονται πιο άμεσα, αλλά μόνο όσο διαρκεί η έκτακτη περίοδος. Με τη σημερινή δομή της οικονομίας, πιστεύω πως στη συνέχεια απόλυτη προτεραιότητα θα πρέπει να δοθεί στην σημαντική ελάφρυνση της εργασίας, από τη φορολογία και τις ασφαλιστικές εισφορές, εξέλιξη που θα έχει πολλαπλά θετικά αποτελέσματα.