Του Θανάση Χειμωνά
Το όνομα του Γιώργου Καμίνη τρεντάρει φουλ αυτόν τον καιρό στα σόσιαλ μίντια. Όχι τόσο λόγω αναρτήσεων των υποστηριχτών του (υπάρχουν άλλοι υποψήφιοι για την προεδρία της Δημοκρατικής Συμπαράταξης που διαθέτουν πιο φανατικούς οπαδούς-τύφλα να έχει ο Τάκης Τσουκαλάς δηλαδή) αλλά εξαιτίας της μαζικής επίθεσης που δέχεται από την στιγμή που είχε το θράσος (sic) να θέσει υποψηφιότητα. Το Facebook, το Twitter, ακόμα και το Instagram έχουν βουλιάξει από στάτα, ριτουίτ αλλά και «βαρυσήμαντα» άρθρα εναντίον του τύπου που «οικειοποιήθηκε το κίνημα του “Ναι” αλλά και «κατέστρεψε την Αθήνα» (sic2). Κάθε δήλωσή του διαστρεβλώνεται και γίνεται viral σε χρόνο dt συνοδεία υβριστικών και χλευαστικών σχολίων ενώ του χρεώνονται και θέματα εκτός δικαιοδοσίας του όπως το προσφυγικό και η ανάπλαση του Πεδίου του Άρεως. Γίνεται λόγος για το πόσο ακατάλληλος και χαμηλών τόνων (ναι, για κάποιους θεωρείται κακό αυτό) είναι και όλα αυτά καταλήγουν πανηγυρικά στο συμπέρασμα πως η υποψηφιότητά του ουσιαστικά ευτελίζει την όλη θεσπέσια διαδικασία…
Το παράδοξο δε είναι πως η ομοβροντία αυτή δεν προέρχεται τόσο από φαν της Φώφης ή του Ανδρουλάκη αλλά από άτομα που ανήκουν στην Νέα Δημοκρατία και τον ΣΥΡΙΖΑ. Αναρωτιέται κανείς: Τι έπαθαν οι ψηφοφόροι των δυο μεγάλων (εσχάτως) κομμάτων και ασχολούνται με τέτοιο μένος με τον έναν από τους δέκα υποψηφίους για την αρχηγία ενός χώρου του οποίου αθροισμένα τα κόμματα δεν ξεπερνούν σήμερα το διψήφιο ποσοστό;
Η απάντηση είναι εύκολη: Μεσαίος Χώρος. Αυτή είναι η «ταμπακιέρα» της υπόθεσης.
Παραδοσιακά, ο χώρος αυτός πρωταγωνιστούσε στα πολιτικά πράγματα της χώρας. Είτε με το Κόμμα Φιλελευθέρων είτε με την Ένωση Κέντρου είτε με το ΠΑΣΟΚ έκανε πάντα πρωταθλητισμό κερδίζοντας συχνά τις εκλογές. Το 2010 όμως, η «βόμβα» της κρίσης έσκασε στα χέρια του κόμματος της Χαριλάου Τρικούπη αναγκάζοντάς το να κινείται πλέον σε ένα ποσοστό ανάμεσα στο 4,5% και το 8% με τάση για ακόμα πιο χαμηλά. Παράλληλα, όσα κόμματα δημιουργήθηκαν με στόχο να ανακαταλάβουν τον χώρο αυτό (ΔΗΜΑΡ, Ποτάμι) απέτυχαν οικτρά. Έτσι, ο Μεσαίος Χώρος αποτελεί πια το μήλο της Έριδας για Νέα Δημοκρατία και ΣΥΡΙΖΑ. Μιλάμε για εκατοντάδες χιλιάδες συμπολίτες μας που είναι ουσιαστικά ανέστιοι κομματικά και επιλέγουν (ή θα επιλέξουν αν δεν αλλάξει κάτι) τον Κυριάκο (για να μην βγει ο Τσίπρας) ή τον Αλέξη (για να μην βγει η Δεξ(Χ)ιά). Η Ν.Δ. επιχειρεί να καλύψει τον χώρο αυτό με την λεγόμενη «διεύρυνση», ο ΣΥΡΙΖΑ με την δήθεν πολιτική μετακίνησή του στην Κεντροαριστερά.
Το ΠΑΣΟΚ με την τωρινή του μορφή παραμένει καθηλωμένο σε μικροσκοπικά δημοσκοπικά ποσοστά και ευάλωτο ακόμα και σε ολική εξαφάνιση με δεδομένη την πόλωση που θα προκύψει όταν ο Τσίπρας αποφασίσει να πάει σε εκλογές.
Από τους επτά υποψηφίους για την προεδρία της ΔΗΣΥ (δεν υπολογίζω Πόντα, Τζιώτη και Γάτσιο που έτσι κι αλλιώς δεν συγκεντρώνουν καμία ελπίδα) οι πέντε είναι πασοκογενείς. Οι τέσσερις (Φώφη, Ανδρουλάκης, Μανιάτης, Κωνσταντινόπουλος) είναι ακόμα στο ΠΑΣΟΚ, ο πέμπτος (Γιάννης Ραγκούσης) είχε απομακρυνθεί για κάποια χρόνια, επιστρέφοντας (ουσιαστικά) στο πρόσφατο συνέδριο. Όλοι τους υπήρξαν για χρόνια στελέχη και κάτοχοι θεσμικών θέσεων. Ενδεχόμενη εκλογή τους δεν θα αλλάξει πολλά πράγματα. Απλώς το ΠΑΣΟΚ (με άλλη ονομασία πλέον) θα διαθέτει έναν καινούργιο αρχηγό (η θα επανεκλέξει τον προηγούμενο αν επικρατήσει η Γεννηματα). Με άλλα λόγια, όποιος από τους παραπάνω και αν κερδίσει θα χριστεί πρόεδρος ενός «ΠΑΣΟΚ & friends» το οποίο αποδεδειγμένα αδυνατεί να καλύψει συνολικά τον Μεσαίο Χώρο. Θα απευθύνεται σε ένα συγκεκριμένο κοινό (ως επί το πλείστον) μεγάλης ηλικίας το οποίο εξακολουθεί να βουρκώνει με τις αναμνήσεις του 1981.
Ο Σταύρος Θεοδωράκης φυσικά δεν προέρχεται από το ΠΑΣΟΚ. Είναι αρχηγός ενός άλλου κόμματος το οποίο ξεκίνησε με μεγάλες φιλοδοξίες να κυριαρχήσει στον χώρο που κάποτε δέσποζε το ΠΑΣΟΚ. Η πραγματικότητα όμως είναι πως ο Σταύρος δεν τα κατάφερε. Παρά την εντυπωσιακή δυναμική με την οποία έκανε την εμφάνισή του, το Ποτάμι κατέληξε να κινείται πλέον σε μηδαμινά ποσοστά. Πολλοί από τους ψηφοφόρους του δε έχουν ήδη καταλήξει στην ζεστή αγκαλιά του Κυριάκου.
Και κάπου εδώ μπαίνει στο παιχνίδι ο Γιώργος Καμίνης. Ο μοναδικός υπερκομματικός υποψήφιος αφού για να εκλεγεί δυο φορές δήμαρχος Αθηναίων (και άρα να συγκεντρώσει πάνω από τις μισές ψήφους στην πρωτεύουσα) ψηφίστηκε από πολίτες όλων των ιδεολογικών πεποιθήσεων, αρχικά για να επικρατήσει του νεοδημοκράτη Νικήτα Κακλαμάνη και εν συνεχεία του συριζαίου Γαβριήλ Σακελλαρίδη. Ο λόγος του μπορεί να συγκινήσει έναν προοδευτικό κεντροδεξιό που δυσκολεύεται να συνυπάρξει με την (ούλτρα) δεξιά πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας καθώς και έναν μετριοπαθή αριστερό που έχει φρικάρει από τις αθλιότητες του Τσίπρα. Ο Καμίνης βρίσκεται σε θέση να είναι αρεστός σε έναν παραδοσιακό πασόκο (μια και υπήρξε δις επιλογή του ΠΑΣΟΚ για τον Δήμο της Αθήνας) αλλά και σε κάποιον που θεωρεί το ΠΑΣΟΚ «τοξικό».
Δεν είναι άλλωστε τυχαίο πως η όλη διαδικασία εκλογής του προέδρου της ΔΗΣΥ, που μέχρι τότε αποτελούσε μια αποκλειστικά πασοκική εσωκομματική υπόθεση, «άνοιξε» όταν έθεσε υποψηφιότητα.
Έτσι εξηγείται το «μένος» συγκεκριμένων κέντρων της Πειραιώς και της Κουμουνδούρου. Η απώλεια του Μεσαίου Χώρου και η δημιουργία ενός αυθεντικά ισχυρού τρίτου πόλου θα ανακατέψει πλήρως την τράπουλα και θα χαλάσει τα σχέδια εκείνων που ονειρεύονται έναν σκληρό διπολισμό όπου τα δύο πρώτα κόμματα (ΣΥΡΙΖΑ και Ν.Δ.) θα συγκεντρώνουν το 90% των ψηφοφόρων (όπως συνέβαινε στην αρχή του αιώνα μας). Εκτίμησή μου είναι πως οι επιθέσεις θα ενταθούν όσο θα πλησιάζει η μέρα των εκλογών. Και μάλιστα, εφόσον ο Καμίνης περάσει στον δεύτερο γύρο, οι επικριτές του θα πάρουν ανοιχτά το μέρος του αντιπάλου του στον «τελικό». Όποιος και αν είναι σίγουρα θα είναι λιγότερο «επικίνδυνος» για αυτούς από τον δήμαρχο.