Του Γιάννη Παντελάκη
Η τύχη το έφερε να διαβάσω χθες ένα άρθρο του Γιώργου Πάντζα σε εφημερίδα. Είχα καιρό να μάθω νέα του, από τότε – την εποχή που έκανε αντιμνημονιακό αγώνα- που είχα δει μια προεκλογική του αφίσα, από την οποία με είχαν εντυπωσιάσει πολλά. Και ιδιαίτερα το σύνθημα «Δεν μας φοβίζουν των Γερμανών τα βόλια, Όχι στο Δ Ράιχ»! Εμπνευσμένο. Στο τωρινό άρθρο του, ο Πάντζας έχει τον τίτλο «Το ΠΑΣΟΚ είναι εδώ, ενωμένο, δεξιό…». Επίσης εμπνευσμένο.
Η περίπτωση Πάντζα, είναι αξιοσημείωτη γιατί συμβολίζει με σχεδόν απόλυτο τρόπο, αυτό που συνέβη τα τελευταία χρόνια στη χώρα και αφορά και στην ομαδική μετακίνηση στελεχών και φίλων του παλαιού ΠΑΣΟΚ προς τον ΣΥΡΙΖΑ, τον τρόπο που ο τελευταίος πολιτεύτηκε για να μαζέψει ψήφους και φυσικά τη στάση που ακολούθησαν στη συνέχεια. Η οποία, δεν περιείχε το ελάχιστο στοιχείο αυτοκριτικής (για τότε ή για σήμερα), εξακολουθώντας να διατηρεί όλα τα χαρακτηριστικά του πολιτικού καιροσκοπισμού.
Στο άρθρο του (στην Εφημερίδα των Συντακτών), ο ηθοποιός και βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, αφού υμνεί τον Ανδρέα Παπανδρέου, αναφέρεται στις διεργασίες στον χώρο της κεντροαριστεράς σήμερα, γράφοντας χαρακτηριστικά «σήμερα, μπορούμε με ασφάλεια να μιλήσουμε για την ανασύνταξη όχι της κεντροαριστεράς, αλλά της κεντροδεξιάς. Του εγχειρήματος που φιλοδοξεί μελλοντικά και αλά μπρατσέτα με τη Νέα Δημοκρατία να "καταλάβει" την εξουσία για να εφαρμόσει την πιο ακραία και νεοφιλελεύθερη πολιτική που γνώρισε η κοινωνία». Με δυο λόγια, όλοι αυτοί στην κεντροαριστερά είναι συνοδοιπόροι της δεξιάς και λάτρεις του ακραίου νεοφιλελευθερισμού. Αυτά, γράφει ο Πάντζας που στηρίζει μια κυβέρνηση που συνεργάζεται αρμονικά με το ακροδεξιό κόμμα του Καμμένου και η οποία έχει υπογράψει δυο ακόμα μνημόνια με αποκρατικοποιήσεις, μειώσεις συντάξεων, υπερταμείο κ.ο.κ.
Στη συγκεκριμένη προεκλογική αφίσα του Πάντζα στην οποία αναφέρομαι, υπάρχουν μεταξύ άλλων τα εξής συνθήματα:«Πες Όχι στο κόψιμο μισθών και συντάξεων, στην ανεργία και τις απολύσεις, στη φτώχεια και τα συσσίτια, στο θάνατο της νεολαίας μας, στους κλέφτες και μιζαδόρους, στους γκάγκστερ τοκογλύφους, στο ΔΝΤ και τα μνημόνια». Αν κάποιος εξαιρέσει αυτό για τον «θάνατο της νεολαίας» (που αδυνατώ να κατανοήσω τι εννοούσε) και «τους κλέφτες και μιζαδόρους» , η κυβέρνηση την οποία στηρίζει ο βουλευτής, έχει κάνει όλα τα υπόλοιπα (μισθοί, συντάξεις, φτώχεια κλπ), ενώ οι δανειστές που τότε ήταν γκάγκστερ και τοκογλύφοι, είναι ακριβώς οι ίδιοι και τώρα.
Βέβαια, η υπενθύμιση ότι η κυβερνητική πλειοψηφία των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, έχει ψηφίσει και μάλιστα σε υπερθετικό βαθμό, όσα κατήγγειλε τότε ο Πάντζας, δεν έχει ιδιαίτερη αξία να επισημαίνεται. Είναι σαν να κλέβεις εκκλησία.Αυτό στο οποίο πρέπει να σταθούμε σημειολογικά, δεν είναι καν η ανυπαρξία διάθεσης εκ μέρους του να πει ένα μικρό mea culpa (όπως ο πολιτικός που υμνεί είπε κάποτε για διαφορετικό έστω λόγο) που θα δικαιολογούσε κατά κάποιο τρόπο την μετέπειτα πολιτική του στάση. Το ενδιαφέρον είναι, η ορολογία και συνθηματολογία που χρησιμοποιούσε-ο ίδιος και γενικότερα ο ΣΥΡΙΖΑ- για τους πολιτικούς του αντιπάλους και τους δανειστές.
Οι τελευταίοι, ήταν το «Δ Ράιχ» και οι πολιτικοί αντίπαλοι, αυτοί που υπέκυψαν σ αυτό. Πέρα από την γραφικότητα της προσέγγισης αυτής, υπάρχει και η ουσία. Με τέτοια συνθήματα και επιχειρήματα (Γερμανοτσολιάδες, νενέκοι, Μερκελιστές κ.α.) εκπαιδεύτηκε πολιτικά ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας. Έτσι έμαθε να λειτουργεί και να ερμηνεύει τα γεγονότα τα χρόνια της κρίσης. Έτσι κατανόησε τα αίτια της κρίσης. Χωρίς ορθολογισμό, χωρίς εναλλακτικές προτάσεις διαχείρισης της κρίσης και κυρίως με κυρίαρχο στοιχείο της επιχειρηματολογίας τους, το συναίσθημα και όχι την λογική και τα αντικειμενικά δεδομένα.
Με τέτοια συνθηματολογία ο Πάντζας- και οι υπόλοιποι- κέρδισαν την εξουσία την παραμονή τους στην οποία, μετέτρεψαν σε αυτοσκοπό. Ανεξάρτητα από αυτό ωστόσο, άφησαν πίσω τους δυο αρνητικές παρακαταθήκες α) τα απομεινάρια της συνθηματολογίας και του τρόπου ερμηνείας των γεγονότων τότε, να συνοδεύουν ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας ακόμα και σήμερα. Άνθρωποι που σκέφτονται με τον ίδιο τρόπο, που οδηγούνται σε υπεραπλουστεύσεις και που εξακολουθούν να βλέπουν «προδότες πολιτικούς» και όχι πολιτικούς ή ιδεολογικούς αντιπάλους β) την παγίωση της πρακτικής που θέλει τους πολιτικούς να μη γνωρίζουν τις έννοιες της συγνώμης ή της αποχώρησης για λόγους αξιοπρέπειας.