«Big brother» για όλα τα χρήματα που θα ...περάσουν από την Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα (ΕΑΤ) θα είναι το Παρατηρητήριο ρευστότητας, το οποίο για την ώρα λειτουργεί ατύπως. Ωστόσο, ο υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Άδωνις Γεωργιάδης, έχει κοινοποιήσει πως, σύντομα, θα λάβει θεσμικό χαρακτήρα μέσα από νομοθετική πρωτοβουλία.
Το συγκεκριμένο εργαλείο «γεννήθηκε» εν μέσω υγειονομικής κρίσης. Κι αυτό, διότι κρίθηκε πως πρέπει να στηθεί ένας μηχανισμός παρακολούθησης, με σκοπό να επισπευσθούν οι διαδικασίες εκταμίευσης των δανείων που χορηγούνται από τα χρηματοδοτικά εργαλεία που δημιουργήθηκαν για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημίας στην οικονομία.
Με άλλα λόγια, το Παρατηρητήριο παρακολουθεί πώς ακριβώς το τραπεζικό σύστημα παρέχει τα δάνεια που προβλέπονται από τα προγράμματα της ΕΑΤ, σε ποιες επιχειρήσεις, πόσο άμεσα έχει πρόσβαση ο δανειολήπτης σε ρευστότητα κ.λπ.
Αξίζει να σημειωθεί πως με τα στοιχεία που θα έχει το οικονομικό επιτελείο από το Παρατηρητήριο ρευστότητας για το Ταμείο Εγγυοδοσίας (αφορά δανειοδότηση για κεφάλαιο κίνησης) θα γίνει ανακατανομή των πόρων του συγκεκριμένου χρηματοδοτικού εργαλείου. Αυτό σημαίνει πως οι τράπεζες που έχουν βαριά γραφειοκρατία ή κόβουν υγιείς επιχειρήσεις που δικαιούνται δάνεια θα χάσουν χρήματα, τα οποία θα δοθούν σε άλλα πιστωτικά ιδρύματα που «τρέχουν» με πιο γρήγορους ρυθμούς.
Υπενθυμίζεται πως το εγγυοδοτικό πρόγραμμα έχει έναν «κουμπαρά» της τάξεως των 2 δισ. ευρώ από την ΕΑΤ και με τη μόχλευση, από τη συμμετοχή των τραπεζών, η συνολική δανειοδότηση θα ανέλθει στα 7 δισ. ευρώ.
Ο κ. Γεωργιάδης έχει δηλώσει πως σέβεται την ανεξάρτητη λειτουργία των πιστωτικών ιδρυμάτων και αντιλαμβάνεται ότι οφείλουν να έχουν τραπεζικά κριτήρια που θα προστατεύσουν τόσο τους καταθέτες όσο και τους μετόχους τους, εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα πως δεν θα έχουμε ένα νέο κύκλο κόκκινων δανείων.
Ωστόσο, δεδομένων των έκτακτων συνθηκών προέτρεψε, τις διοικήσεις των πιστωτικών ιδρυμάτων και τα στελέχη τους να μην εξαντλούν την αυστηρότητά τους ή τη γραφειοκρατία τους πάνω σε αυτά τα χρηματοδοτικά εργαλεία, «αλλά με ευέλικτο τρόπο, εκεί που φυσικά γίνεται, να δίνουν γρήγορα τα δάνεια, διότι η οικονομία μας έχει άμεση ανάγκη παροχής ρευστότητας στο δυνατόν ταχύτερο χρονικό διάστημα, ώστε να διατηρηθούν οι θέσεις εργασίας και να μπορέσουν οι επιχειρήσεις να ανταπεξέλθουν στις βραχυχρόνιες υποχρεώσεις τους», κατά τα λεγόμενά του.
Σε αυτήν την κατεύθυνση, έχει επικαλεστεί απόφαση της ΕΑΤ, βάσει της οποίας μειώθηκαν τα αρχικά δικαιολογητικά που προέβλεπαν οι νόμοι και οι αποφάσεις κάτω από τα μισά, με σκοπό να καταστεί η «πρόσβαση των επιχειρήσεων σε αυτά τα χρηματοδοτικά εργαλεία πολύ πιο εύκολη και πολύ πιο γρήγορη», σύμφωνα με τον υπουργό.
Την ίδια ώρα, από την ΕΑΤ σημειώνουν πως η αίσθηση που δημιουργείται, στο πλαίσιο των χρηματοδοτικών εργαλείων ΤΕΠΙΧ ΙΙ και Ταμείο Εγγυοδοσίας, σε κάποιους υποψήφιους δανειολήπτες ότι οι διαδικασίες καθυστερούν στις υπηρεσίες της δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.
Από την πλευρά τους, πολλές επιχειρήσεις είναι στα «κάγκελα» με τη στάση που έχουν υιοθετήσει οι τράπεζες απέναντί τους. Υποστηρίζουν πως παρατηρείται αποκλεισμός εταιρειών που είναι υγιείς και βιώσιμες από τα παραπάνω προγράμματα. Επίσης, κάνουν λόγο για περιπτώσεις αδικαιολόγητης απόρριψης αιτήσεων, παρά το γεγονός ότι περιλάμβαναν ασφαλιστική και φορολογική ενημερότητα, δεν είχαν οφειλές προς το τραπεζικό σύστημα και διέθεταν ακόμα και τις σχετικές εγγυήσεις κ.λπ. Με αυτά τα δεδομένα, οι εκπρόσωποί τους έχουν ζητήσει την παρέμβαση των αρμόδιων υπουργών.
Ταυτόχρονα, το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Αθηνών (ΕΒΕΑ) προχώρησε στη δημιουργία ειδικής ηλεκτρονικής πλατφόρμας, όπου οι επιχειρήσεις μπορούν να καταχωρούν τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν στην προσπάθειά τους να δανειοδοτηθούν από τις τράπεζες. Για παράδειγμα δύνανται να αναφέρουν καθυστερήσεις που θεωρούν ότι δεν οφείλονται σε δική τους έλλειψη και κάλυψη των ελάχιστων προϋποθέσεων για την έγκριση ή την εκταμίευση χρηματοδότησης, προκειμένου η κάθε περίπτωση, ξεχωριστά, να αναδεικνύεται και να επιλύεται.