Του Κωνσταντίνου Βέργου*
Πολλοί υποστηρίζουν ότι η τουρκική οικονομία θα μείνει ανεπηρέαστη από τις εξελίξεις. Αυξανόμενη όμως είναι η πεποίθηση ξένων παραγόντων ότι έρχεται οικονομική κρίση στη γειτονική χώρα. Τι από τα δύο είναι σωστό;
Πριν τέσσερα ακριβώς χρόνια, το 2012, γράφονταν διθυραμβικά σχόλια στον διεθνή Τύπο για την τουρκική οικονομία και το χρηματιστήριο της Κωνσταντινούπολης. Εκείνη την εποχή, το χρηματιστήριο της Τουρκίας ήταν το δεύτερο σε ανάπτυξη χρηματιστήριο, σε δολαριακές τιμές, με ετήσια απόδοση 17%. Ο δείκτης ISE National-100, που είναι ο σημαντικότερος ίσως του χρηματιστηρίου της Κωνσταντινούπολης, είχε σημαντικά κέρδη στην περίοδο 2012-13, καθώς ανέβηκε από τις 65.000 στις 92.000 μονάδες περίπου, σημειώνοντας ποσοστό ανόδου 41% σε τοπικό νόμισμα και σε 26% σε δολαριακή αξία. Η χώρα βίωσε αρκετά καλή ανάπτυξη, σε μεσοσταθμικά επίπεδα 3,5%, ωθούμενη και από τη δημογραφική ανάπτυξη της χώρας. Βοηθήθηκε δημογραφικά, καθώς ο πληθυσμός αυξάνει με μικρότερους ρυθμούς από εκείνους που συνήθιζε να έχει (ήταν 2% ετησίως ως και τη δεκαετία του 1980), αλλά ακόμη αρκετά καλούς (1,2% περίπου). Μάλιστα, κατά τα τελευταία χρόνια που η ελληνική οικονομία μέσα από την ασφυξία της πολιτικής Σόιμπλε μπήκε σε εφιαλτική περίοδο ύφεσης, η Τουρκία, μακριά από το «άρμα» της Ε.Ε., συνέχισε να αναπτύσσεται.
Ο Ερντογάν, μετά την έξοδο της χώρας από το καθεστώς ΔΝΤ, κατάφερε να εξασφαλίσει σχεδόν συνεχή ανάπτυξη για τη χώρα αυτή. Όχι τυχαίο, λοιπόν, ότι κερδίζει τις εκλογές! Όμως η ανάπτυξη αυτή κατά τα τελευταία χρόνια έρχονταν αυξανόμενα από «μαύρη οικονομία». Ένα όλο και σημαντικότερο ποσοστό του τουρκικού ΑΕΠ προέρχεται από «άδηλους πόρους» που εικάζεται ότι είναι μαύρο χρήμα από πετροδόλαρα για τρομοκρατία αλλά και λαθρεμπόριο πετρελαίου από τις χώρες που εμπλέκονται σε πολέμους. Η εμπλοκή του καθεστώτος της Τουρκίας σε μεγαλεπήβολα σχέδια ενίσχυσης του εξτρεμιστικού ισλαμικού στοιχείου, αλλά και και η αστάθεια που ακολούθησε για τις χώρες πρώην συμμάχους της οι οποίες ήταν οι σημαντικότεροι οικονομικοί εταίροι της, όπως Ιρακ και Συρία, οδήγησαν σε νευρικότητα τις χρηματιστηριακές τιμές, οι οποίες τα τελευταία έτη κινούνται με νευρικότητα, με τον δείκτη μεταξύ 60.000 και 90.000 μονάδων. Η εξέλιξη των τιμών στον Γενικό Δείκτη αντικατοπτρίζει τη χειροτέρευση του γεωπολιτικού περιβάλλοντος και των επενδυτικών προοπτικών. Πίσω από τις γιγαντιαίες τούρκικες σημαίες, και τους ψαλμούς Κορανίου στην Αγιά Σοφιά, κρύβονται τα όρια και το αδιέξοδο της πολιτική Ερντογάν, που έχει πριονίσει το δέντρο που έφερνε την ανάπτυξη, τις καλές σχέσεις με τις γειτονικές χώρες και το εμπόριο με Μέση Ανατολή. Όμως αυτό δεν μπορεί από μόνο του να εξηγήσει τις πρόσφατες διακυμάνσεις τιμών.
Η χθεσινή συνεδρίαση για το τουρκικό χρηματιστήριο ήταν πολύ άσχημη και σημαδιακή, με ημερήσιες απώλειες της τάξης του 8% για την αγορά μετοχών και 10% για την αγορά παραγώγων. Μια τόσο μεγάλη, όμως, πτώση δεν δείχνει να φαίνεται λογική. Η προσπάθεια πραξικοπήματος εναντίον του Ερντογάν απέτυχε. Αφού οι πραξικοπηματίες πιάστηκαν και η κυβέρνηση Ερντογάν εδραιώθηκε, θα έπρεπε οι τιμές να ανεβαίνουν. Γιατί όμως πέφτουν; Οι τιμές πέφτουν, διότι από ότι φαίνεται το καθεστώς που πλέον εδραιώνεται μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του Σαββατοκύριακου οδηγεί σε πολιτική αστάθεια. Και δεν αναφερόμαστε στη στάση της Τουρκίας απέναντι σε ΗΠΑ και Ε.Ε., η οποία, με ελάχιστες εξαιρέσεις, είναι μια στάση εξυπηρέτησης των συμφερόντων τους, καθώς η ενίσχυση των ισλαμοκανίβαλλων ήταν η κυρίαρχη στρατηγική της δύσης στα τελευταία 35 χρόνια, από την εποχή που ο Ρόναλτ Ρίγκαν συναντιόνταν με τους «μαχητές της ελευθερίας» στον Λευκό Οίκο, και ο Οσάμα Μπιν Λάντεν «χαιρετιζόταν» στον αγγλικό Τύπο ως υπόδειγμα επιχειρηματία - μαχητή. Αναφερόμαστε στο γεγονός ότι ο Ερντογάν φαίνεται τώρα να οδηγεί σε πολιτικό πογκρόμ τους πολιτικούς τους αντιπάλους όχι μόνο στη Βουλή (ξεκίνησε από τους Κούρδους προ μηνών), αλλά και σε κάθε θέση ισχύος.
Η αντίδραση της δύσης στις κινήσεις Ερντογάν, π.χ. για το θέμα επαναφοράς της θανατικής ποινής, παρότι δικαιολογημένες και σωστές, δεν φαίνονται ειλικρινείς, τη στιγμή που η δύση επί 36 χρόνια επιδεικνύει ανεκτικότητα και στήριξη στη σαουδαραβική χούντα ενώ επίσης έχει επιβάλλει αυταρχικά καθεστώτα με ένοπλες επεμβάσεις τόσο στη Λατινική Αμερική, όσο και στη Μέση Ανατολή. Είναι διαμάχη επομένως οικονομικών συμφερόντων με πρόφαση ηθικής! Ο Ερντογάν θέλει να φτιάξει τη χώρα με τους δικούς του ανθρώπους, και η δύση δεν το θέλει, για τους δικούς της λόγους.
Καθώς όμως είναι δύσκολο ο Ερντογάν να κερδίσει μια μάχη ενάντια στη δύση, οι κινήσεις του οδηγούν όντως τη χώρα σε οικονομική αστάθεια. Οι πρόσφατες διώξεις Κούρδων από τον Ερντογάν και το σημερινό πογκρόμ πολιτικών αντιπάλων δημιουργούν πρόσφορο περιβάλλον τόσο για φυγές επενδυτικών κεφαλαίων, όσο και συνακόλουθη αποδυνάμωση του τραπεζικού συστήματος της Τουρκίας και της οικονομίας της. Όμως ίσως οδηγούν και σε πόλεμο! Οι απειλές από Ε.Ε. και ΗΠΑ είναι ασυνήθιστης οξύτητας και δεν προοιωνίζουν κάτι καλό για το επενδυτικό περιβάλλον και η δύση συνηθίζει να κερδίζει τους μεγαλύτερους πολέμους όχι τόσο με βομβαρδισμούς, όσο με εμπάργκο και με επιθέσεις μέσα από τις χρηματιστηριακές αγορές, καταρρεύσεις νομισμάτων και τραπεζών! Δεν είναι τυχαίο ότι η Moody's χτες κιόλας (πότε πρόλαβε!) έθεσε την αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας της Τουρκίας σε καθεστώς αναθεώρησης για πιθανή υποβάθμιση!
Συμπερασματικά, αν και είναι νωρίς να βγουν οριστικά συμπεράσματα, η κυβέρνηση Ερντογάν με τις κινήσεις ολοκληρωτισμού που κάνει γίνεται πλέον εύκολος στόχος αρνητικών εξελίξεων αρχικά στη σφαίρα της οικονομίας και ίσως, κάτι που απευχόμαστε, σε γεωπολιτικό επίπεδο. Επομένως, η Τουρκία δείχνει να αυξάνει πλέον το ρίσκο της ως χώρα και να οδηγείται σε νέα αχαρτογράφητα εδάφη. Εδάφη που θυμίζουν κινούμενη άμμο, που οδηγεί στο βούλιαγμα της οικονομίας.
* Ο κ. Κωνσταντίνος Βέργος είναι Καθηγητής Χρηματοοικονομικών, Πανεπιστήμιο Πόρτσμουθ, Αγγλία.
Το παρόν άρθρο εκφράζει τις προσωπικές απόψεις του γράφοντος, δεν αποτελεί οδηγό ή σύσταση για επενδύσεις οποιασδήποτε μορφής προς οιονδήποτε και για οτιδήποτε τίτλο ή παράγωγο αυτού.