Του Κωνσταντίνου Χαροκόπου
Κύκλοι της ΝΔ και της κυβέρνησης, αμέσως μετά τις εκλογές είχαν θεωρήσει πως θα ακολουθούσαν σύντομα αναβαθμίσεις από τους οίκους αξιολόγησης, που θα έδιναν ώθηση τόσο στο χρηματιστήριο, όσο και στο επενδυτικό επιχειρηματικό ενδιαφέρον από το εξωτερικό. Προς το παρόν, η μόνη αλλά σημαντική θετική ψήφος, ήρθε από την αγορά των ομολόγων.
Μια ψήφος που δείχνει να ελαχιστοποιεί το ρίσκο της χώρας, επαναφέροντας την δανειοληπτική της ικανότητα, σε επίπεδα πιο κοντινά προς τις ανταγωνίστριες χώρες. Μια ψήφος που δίνεται απ' ευθείας από τις αγορές χρέους και όχι μέσω των γνωστών οίκων αξιολόγησης.
Από την πλευρά των οίκων αξιολόγησης, ούτε ο Fitch στις 2 Αυγούστου, αλλά ούτε και η Moody's στις 23 Αυγούστου, μετέβαλαν τις βαθμολογίες τους και την κρίση τους για τις προοπτικές της ελληνικές οικονομίας. Όπως έχουμε επανειλημμένα αναλύσει, οι οίκοι αξιολόγησης βασίζουν τις εκτιμήσεις τους πάνω σε ποσοστά και αριθμούς και όχι σε προθέσεις και σε πρωτοβουλίες, όσο σημαντικές και να είναι αυτές. Και διαπιστώθηκε, πως παρ' όλο που οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων έχουν υποχωρήσει σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, οι οίκοι αξιολόγησης δεν έσπευσαν να αναβαθμίσουν ούτε για αυτόν τον λόγο τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. Και αυτό διότι εκτίμησαν πως η βελτίωση των αποδόσεων των ομολόγων, ήταν και αποτέλεσμα των διεθνών εξελίξεων γύρω από τα επιτόκια και τα κυοφορούμενα προγράμματα QE.
Επομένως η βαθμολογία του Fitch έμεινε σταθερή στο ΒΒ- και της Moody's στο Β1, αρκετά χαμηλότερα από την επενδυτική βαθμίδα (investment grade). Οι επόμενες προγραμματισμένες αξιολογήσεις είναι της S&P για τις 25 Οκτωβρίου 2019 και της DBR για την 1η Νοεμβρίου 2019, με την ελπίδα να υπάρξει αναβάθμιση από το Β+ και το BB low, αντίστοιχα. H ελληνική οικονομία θα πρέπει να αναβαθμιστεί κατά τρεις με τέσσερεις βαθμίδες, για να επανέλθει στο επίπεδο της επενδυτικής βαθμίδας και να βρεθεί και πάλι στο μικροσκόπιο των μεγάλων διεθνών επενδυτικών οίκων.
Το πιστωτικό και επενδυτικό πρόσωπο της Ελλάδας, θα πρέπει να αντιληφθούμε, πως δεν αλλάζει από την μια ημέρα στην άλλη. Η ψήφος εμπιστοσύνης που έχουν δώσει οι αγορές χρέους, έστω και σε μικρό βαθμό λόγω των μικρών εκδόσεων χρεόυς και οι μεγάλοι επενδυτές που επανέκαμψαν για να συμμετάσχουν σε μεγάλα projects, δεν είναι αρκετή.
Δυστυχώς οι χαμηλές βαθμολογήσεις που κατέχει η Ελλάδα στην καινοτομία, στην επιχειρηματικότητα, στην οικονομική ελευθερία, στην φιλικότητα προς τις επενδύσεις, στο ασθενές κράτος δικαίου, στον πόλεμο κατά της διαφθοράς, θα ακολουθούν το προφίλ της χώρας για πολύ καιρό ακόμα. Η καταστροφική πορεία των τελευταίων ετών, δεν θα ανατραπεί τόσο εύκολα, όσο νομίζουμε.
Οι επιδόσεις των αλλαγών στις μεταρρυθμίσεις, στη φορολογία, στον τρόπο λειτουργίας του κράτους και των ανεξάρτητων αρχών, στην γραφειοκρατία και στο σύστημα λήψης αποφάσεων, θα κρίνουν τις περαιτέρω αναβαθμίσεις. Αυτές οι επιδόσεις θα ενεργοποιήσουν ξανά τις εγχώριες δυνάμεις. Αυτές οι επιδόσεις θα προσελκύσουν ξένους επενδυτές.
Οι οίκοι αξιολόγησης περιμένουν να δουν και να κρίνουν τις εξελίξεις στον τραπεζικό κλάδο, στη ΔΕΗ, στο Ελληνικό και σε άλλα θέματα που χρονίζουν και χρήζουν άμεσης αντιμετώπισης. Εκεί άλλωστε θα φανεί η αποφασιστικότητα της κυβέρνησης.
* Ο αρθρογράφος είναι οικονομικός αναλυτής, με ειδίκευση στο σχεδιασμό σύνθετων επενδυτικών στρατηγικών.
** Αποποίηση Ευθύνης: Το περιεχόμενο της στήλης, είναι καθαρά ενημερωτικό και πληροφοριακό και δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση επενδυτική συμβουλή, ούτε υποκίνηση για συμμετοχή σε οποιαδήποτε συναλλαγή. Ο αρθρογράφος δεν ευθύνεται για τυχόν επενδυτικές και λοιπές αποφάσεις που θα ληφθούν με βάση τις πληροφορίες αυτές.