Του Ανδρέα Ζαμπούκα
Ο Θανάσης Αντετονκούμπο πριν φύγει για την Αμερική, έδωσε συνέντευξη στον Νίκο Παπαδογιάννη. Μέχρι πρόσφατα, όλοι κυνηγούσαν τον Γιάννη. Τώρα πήρε σειρά ο Θανάσης. Για να σιγουρευτούμε πλέον, ότι αυτή η οικογένεια είναι ίσως το πιο διάσημο πρότυπο «success story» της ελληνικής κοινωνίας τις τελευταίες δεκαετίες! Όχι επειδή δεν υπήρξαν περισσότερα αλλά επειδή αυτό το βλέπουμε, το χαιρόμαστε και το αποθεώνουμε.
Διαβάστε τώρα πως ο Θανάσης και τα υπόλοιπα αδέρφια του γεννήθηκαν Έλληνες. Για να μας φύγει η απορία, μιας και προσπαθούμε να εξηγήσουμε τι στο καλό έχει κάνει αυτή η οικογένεια και έβγαλε τέτοια παιδιά. Όχι μόνο υπεραθλητές. Αλλά άντρες με ήθος, οξυδέρκεια, ενσυναίσθηση, κοινωνική ωριμότητα και αυθεντική φιλοπατρία.
«Καλημέρα. Είμαι ο Θανάσης Αντετοκούνμπο και γεννήθηκα στο Αρεταίειο. Το λέω για να μη νομίζει κανείς ότι από κάπου μας έφεραν ή ότι ήρθαμε από το φεγγάρι. Εδώ γεννήθηκα, εδώ πήγα νηπιαγωγείο, δημοτικό, γυμνάσιο, λύκειο.
Δεν είχα πλούσιους γονείς. Αν κάτι άλλαξε στη ζωή μου, αυτό έγινε με τη σκληρή δουλειά. Βρήκα κάτι που αγάπησα και το ακολουθώ σαν θρησκεία, μέχρι να γίνω η καλύτερη εκδοχή του εαυτού μου. Όλοι ξεκινάμε από την ίδια αφετηρία (...).
Είχα δίπλα μου ανθρώπους που με βοήθησαν, όπως την κυρία Μαριέττα Σγουρδαίου, που την αποκαλώ “νονά”. Φιλόλογος στο Αρσάκειο και ηθοποιός. Μας πήγε, παιδιά 12-13 ετών, να ακούσουμε συναυλία του Μίκη Θεοδωράκη. Μας σύστησε την κυρία Μαρία Χορς, που ντύνει τις ιέρειες. Μυήθηκα στην ελληνική κουλτούρα, στο αρχαίο δράμα. Διάβασα βιβλία. “Θανάση, θα πάθεις σοκ αν διαβάσεις τους Αδελφούς Καραμαζώφ”, μου είπαν κάποτε. “Θα σου ανοίξουν τα μάτια”.
Αυτές οι εμπειρίες με άλλαξαν, χωρίς να το καταλαβαίνω. Με βοήθησαν και στον αθλητισμό, εμένα, που ήμουν ένα παιδί μεταναστών χωρίς χαρτιά, χωρίς τίποτε. Δεν χρειάζεται να έχει λεφτά κάποιος για να αισθανθεί πλούσιος. Ο πλούτος είναι στο μυαλό και στην ψυχή (…).
Είμαι αλληλέγγυος στα παιδιά που μοχθούν. Φεύγω για τις ΗΠΑ, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι εδώ τελειώνουμε. Παρακολουθώ και προβληματίζομαι. Να το ξέρουν αυτοί οι άνθρωποι, ότι είμαι εδώ. Στο πλευρό τους! Τους σκέφτομαι. Η χώρα μου δεν είναι η Αμερική, αλλά η Ελλάδα. Αισιοδοξώ ότι θα έρθουν καλύτερες μέρες. Και δεν τα παρατάω ποτέ. Ποτέ. Ποτέ».
Απ΄αυτές τις γραμμές μαθαίνεις πως γίνεσαι Έλληνας. Είτε γεννήθηκες μαύρος, άσπρος, ψηλός, κοντός, αστός. Είτε ντόπιος ή ξένος. Αν θέλεις βέβαια να είσαι Έλληνας. Κι αν σε ενδιαφέρει η ταυτότητα και όχι το προσωπείο…
Καμιά φορά σκέφτομαι πως από όλες τις δυνάμεις που σου δίνουν το πρόσωπο, η πιο σημαντική είναι η ανάγκη. Αλλά πάντα δεν θέλεις κάποιον να σε πάρει από το χέρι να σε πάει στον Θεοδωράκη, στη Μαρία Χορς και στους αδερφούς Καραμαζόφ; Πάντα δεν θέλεις κάποιον να σε δει να παίζεις στα μπασκετάκια, στον Αγιο Παντελεήμονα και να σου δώσει μια ευκαιρία;
Να κάπως έτσι, οι Αντετοκούνμπο γεννήθηκαν Έλληνες. Από ανάγκη και μόρφωση…