Η πλειοψηφία των ανθρώπων που επέλεξε συνειδητά τον Ιούλιο του 2019 να ψηφίσει τον Κυριάκο Μητσοτάκη ως πρωθυπουργό της χώρας και όχι αναγκαστικά τη ΝΔ ως κόμμα, ευελπιστούσε ότι θα λάβει από εκείνον, αυτό που εισπράττει σήμερα.
Θεσμική αξιοπρέπεια, πολιτική σοβαρότητα και εθνική υπευθυνότητα.
Πολιτικές αρετές, τις οποίες ενδεχομένως διέθεταν και άλλοι πρωθυπουργοί στην πρόσφατη ιστορία, αλλά τις απεμπόλησαν στον προθάλαμο, και κατά την οικονομική κατάρρευση της χώρας, ως συνέπεια του ευρύτατου πελατειασμού που οδήγησε στα μνημόνια. Παρένθεση: θα πληρώνουμε στο διηνεκές ως χώρα και ως κοινωνία ότι ουδέποτε επιχειρήθηκε να γίνει μια ειλικρινής συζήτηση επ΄αυτού. Κλείνει η παρένθεση.
Όταν αυτές οι αρχές, σχεδόν εξαλείφθηκαν κατά τη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, η ίδια η κοινωνία, άρχισε να τις αποζητάει όλο και περισσότερο. Τουλάχιστον η πλειοψηφία που διαμορφώθηκε στην κάλπη και στους κόλπους της κρύβει μια ισχυρή μερίδα, εξαιρετικά απαιτητικών πολιτών που δεν βάζουν νερό στο κρασί τους.
Μπορεί να αντιλαμβάνονται ότι ο πόλεμος αλλάζει όλα τα δεδομένα, ότι η ακρίβεια τσακίζει τις προσδοκίες για καλύτερες μέρες, ότι ο λαϊκισμός επανέρχεται, ότι η προσαρμογή στην πολιτική είναι αναγκαία, αλλά δεν βρίσκουν κάποια σοβαρή δικαιολογία για ένα εκλογικό ρεσάλτο και μια μέγιστη πράξη αντιθεσμικότητας, όπως θα ήταν η αλλαγή ενός εκλογικού νόμου από την κυβέρνηση που τον εισηγήθηκε και τον ψήφισε.
Η φράση του Μητσοτάκη «Έχουμε εκλογικό νόμο… Είμαι ένας υπεύθυνος, θεσμικός πολιτικός, ο οποίος έχει μάθει να πορεύεται με κανόνες», είναι δηλωτική ενός αργού μετασχηματισμού που συμβαίνει στη χώρα και το πρώτο ευδιάκριτο στάδιο είναι η αποκατάσταση της αξιοπιστίας της πολιτικής.
Στην κορυφή και από την κορυφή.
Η θεσμική αξιοπρέπεια, εννοείται ότι είναι προσωπική επιλογή και στάση του. Στην περίπτωση όμως του πρωθυπουργού, κομίζεται και ως πολιτική, κυτταρική μνήμη. Σε κάθε συζήτηση για τις εκλογές του ‘ 93 που χάθηκαν και μαζί χάθηκε η πρώτη σπορά μεταρρυθμίσεων, υπάρχει μια ισχυρή καταγραφή. Η άρνηση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, να υποκύψει στις σειρήνες του πολιτικού τυχοδιωκτισμού αποδεχόμενος τις εισηγήσεις για αλλαγή του εκλογικού νόμου αλλά και για πρόωρη προσφυγή στις κάλπες. Εκλογές που μετά βεβαιότητας θα κέρδιζε.
Δεν είναι ίδιοι οι καιροί. Το πολιτικό υπόδειγμα όμως είναι.
Όταν ένας πρωθυπουργός συμπεριφέρεται με βάση το στενό προσωπικό του συμφέρον, δεν μπορεί να αναμένει τίποτα διαφορετικό από τους πολίτες και τη χώρα.
Θα εκτιμηθεί η θεσμική αξιοπρέπεια, η πολιτική με κανόνες, η υπευθυνότητα έναντι της χώρας, η συνέπεια λόγων και επιλογών; Νομίζω πως δικαιούμαστε να εμπιστευόμαστε τον δυτικό εαυτό μας και την αταλάντευτη συμπόρευση της Ελλάδας με τις δημοκρατικές φιλελεύθερες δημοκρατίες. Για το καλό μας.