Το δίλημμα του οικογενειάρχη

Για φανταστείτε έναν τυχαίο οικογενειάρχη, που τα βολεύει μεν αξιοπρεπώς με τη δουλειά του αλλά είναι και χρεωμένος μέχρι τον λαιμό από βλακείες της νεότητας του. Και εντελώς απρόσμενα, πέφτουν κάποια παραπανίσια λεφτουδάκια στο κουμάντο του. Οπότε σύννους και νταλκαδιασμένος, θέτει στον εαυτό του το μέγα ερώτημα. «Ποιο είναι το σωστό και το πρέπον; Να φάμε τώρα οικογενειακώς τα λεφτά που βρήκα ή να δώσω μερικά απ’ αυτά για να μειώσω το χρέος μου ώστε να μην το κληροδοτήσω στα παιδιά μου;» Έλα ντε…

Μεγεθύνετε τώρα την εικόνα και στη θέση της οικογένειας βάλτε την Ελλάδα. Η οποία πέρασε των ψυχών της τον τάραχο την προηγούμενη δεκαετία διότι είχε φαλίρει, γύρισε μετά κόπων και βασάνων το χαρτί την τελευταία στιγμή δίχως να πάθει ανήκεστο βλάβη, συνήλθε στη συνέχεια και πλέον τα βολεύει με σαφή τάση προς τα βελτίω, αλλά κουβαλώντας ακόμα στους ώμους της ένα δυσθεώρητο χρέος που οποιαδήποτε στιγμή μπορεί να την ξαναγονατίσει.

Και βρέθηκε κάποιος στο τιμόνι της που τον λένε Κυριάκο, ο οποίος μπόρεσε να φέρει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, κόντρα στην υπόλοιπη Ευρώπη που φλερτάρει με την ύφεση. Βρέθηκε κι άλλος ένας που λένε τον Κωστή, ο οποίος τόλμησε επιτέλους να συνδέσει τις ταμιακές με τα pos και να τσιμπήσει ένα κομμάτι της αιώνιας ελληνικής φοροδιαφυγής. Οπότε γέμισαν ξάφνου τα συνήθως άδεια ταμεία της χώρας, μ’ ένα σοβαρό -πλην προσωρινό- πλεόνασμα. Κι ανάβει αμέσως ο καυγάς. Τι να το κάνουμε;

Η κυβέρνηση, σαν οικογενειάρχης που έπαθε κι έμαθε, που έχει επίγνωση των διδαγμάτων του παρελθόντος και των κινδύνων του μέλλοντος, λέει. «Ένα κομμάτι του θα επιστραφεί στην κοινωνία, αλλά το μεγαλύτερο μέρος του θα πάει στην αποπληρωμή του πανάκριβου χρέους που βαραίνει τους Έλληνες από τα δάνεια της διάσωσης. Μόνο έτσι θα ανασάνει η χώρα, μόνο έτσι τα παιδιά μας θα βρουν καθαρό διάδρομο για να πορευτούν στο μέλλον δίχως τον βραχνά μιας καινούριας χρεωκοπίας.»

Κι από την άλλη, στέκει η αντιπολίτευση που ουρλιάζει. «Όχι, μοίρασε όλο το πλεόνασμα, τώρα. Κάντο το δέκατο τρίτο και δέκατο τέταρτο μισθό, κάντο αυξήσεις συντάξεων και αποδοχών των δημοσίων υπαλλήλων, κάντο επιδόματα και επιδοτήσεις.» Άκουσα με τ’ αυτιά μου τον φίλο μου τον Τρύφωνα Αλεξιάδη στο Action να λέει ότι «η αποπληρωμή του χρέους είναι λανθασμένη και αντιλαϊκή πολιτική επιλογή της κυβέρνησης». Δεν είναι κανένας τυχαίος, είναι ο Συντονιστής του Τμήματος Οικονομικής Πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ, η επίσημη οικονομική φωνή του δηλαδή. Μη θαρρείτε, τα ίδια λέει και το ΠΑΣΟΚ με τις γεμάτες γενναιοδωρία προτάσεις του, απλώς αποφεύγει να πει καθαρά τη φράση «μην αποπληρώνετε χρέος».

Προσέξτε τώρα τι προτείνουν αυτοί οι τύποι. Η μεταπολιτευτική γενιά που με τη νεανική αφροσύνη και ανεμελιά της φαλίρισε τη χώρα κι ύστερα διπλασίασε το χρέος της για να τη διασώσει από τις δικές της μα@@κίες, τώρα που βρήκε δυο ευρώ παραπάνω, να τα ξαναφάει. Να τα κάνει φύλο και φτερό, κι όταν φύγει χορτασμένη από τον μάταιο τούτο κόσμο, ας κοιτάξουν τα παιδιά της να τα βγάλουν πέρα με τα χρέη των πατεράδων τους.

Και τα λένε αυτά, ποιοι; Εκείνοι που αν τολμήσει κανείς να τους μιλήσει για τα αίσχη του 2015-19, απαντούν, «εσείς που μεταπολιτευτικά χρεοκοπήσατε την χώρα, δεν έχετε δικαίωμα να κάνετε κριτική». Πλην τώρα ουρλιάζουν να ξαναπάμε ντουγρού για τα ίδια. Πέραν του γεγονότος ότι οι ευρωπαϊκοί κανόνες δεν επιτρέπουν στις κυβερνήσεις να μοιράζουν όσα θέλουν, το ζήτημα ειδικά για την Ελλάδα με την πρόσφατη προϊστορία της, αποκτά άλλη διάσταση.

Δεν πρόκειται μόνο για οικονομικά λανθασμένες προτροπές. Είναι και βαθιά ανήθικες. Απ’ αυτούς μάλιστα, που κάποτε μας πρήξανε για το ηθικό τους πλεονέκτημα, τρομάρα τους…