Ο ευτυχέστατος λαός

Κοιτάζοντας τις δημοσκοπήσεις, μην βγάζετε λάθος συμπεράσματα αναγνώστες μου. Οι Έλληνες είναι δυσαρεστημένοι και οργισμένοι, όχι διότι νιώθουν οικονομικά και θεσμικά ανασφαλείς, αλλά –αντιθέτως- διότι νιώθουν οικονομική και κοινωνική ασφάλεια. Όλοι αυτοί που στις έρευνες δηλώνουν έτοιμοι να κατεδαφίσουν την υπάρχουσα κυβέρνηση δίχως να βάλουν κάποιον άλλον στη θέση της, πιστεύουν ακράδαντα ότι δεν έχουν τίποτα να φοβηθούν. Ότι δεν διακινδυνεύουν το παραμικρό.

Τους βλέπω εγώ κάθε μέρα. Οκτώ στους δέκα θέλουν να φύγει ο Μητσοτάκης και γαία πυρί μειχθήτω. Δεν τους νοιάζει τίποτα από κει και πέρα. Αν βρεθούν μπροστά σε κανέναν που ξέρει να μιλήσει, επιστρατεύουν μεν το έσχατο επιχείρημα τους «τι χειρότερο μπορούμε να πάθουμε;», στην πραγματικότητα όμως το λένε δίχως να το πιστεύουν. Εντός τους, είναι σίγουροι ότι όλα θα πάνε περίφημα.

Δεν είναι χαζοί, έχουν επίγνωση ότι πάντα υπάρχει χειρότερο απ’ αυτό που ζουν (αν υποθέσουμε ότι το σήμερα είναι τόσο εφιαλτικό όσο διατείνονται), όμως στο βάθος του μυαλού τους είναι βέβαιοι ότι δεν υπάρχει περίπτωση στραβοπατήματος. Είναι σίγουροι πως με κάποιο μαγικό τρόπο, όλα θα πάνε κατ’ ευχήν. Ότι δεν θα μας χτυπήσει κατακέφαλα κάποια καταστροφή, αλλά και να συμβεί αυτό, κάποιος θα βρεθεί να μας σώσει την τελευταία στιγμή.

Γι αυτό σας λέω ότι οι Έλληνες δεν νιώθουν ανασφαλείς, αλλά ασφαλέστατοι. Ούτε την πιθανότητα να γκρεμιστεί η οικονομία υπολογίζουν ως υπαρκτή, ούτε βάζουν καν στο μυαλό τους μια μακρά περίοδο αδυναμίας σχηματισμού κυβέρνησης, άρα μια περίοδο πλήρους ακυβερνησίας του τόπου. Πιστεύουν ότι ζουν σε θωρακισμένη οικονομία και διαβιούν σε κράτος ικανό να δουλεύει ανεξαρτήτως της ύπαρξης ή μη κυβέρνησης. Τέλος, πάντων, νιώθουν ελεύθεροι και ασφαλείς να κατεδαφίσουν, δίχως τον παραμικρό φόβο ότι τα μπάζα θα πλακώσουν τους ίδιους.

Εν τέλει, δεν είμαστε μόνο εξοργισμένος λαός, είμαστε και ευτυχέστατος. Μοιάζουμε με τους ερωτευμένους που ζουν την κάθε μέρα ακολουθώντας το ξέχειλο συναίσθημα τους, δίχως να σκέφτονται τι θα γίνει αύριο ή μεθαύριο. Σήμερα κάνουμε ό,τι μας κατεβάσει η γκλάβα μας κι αύριο έχει ο Θεός. Δεν θα καταπιέσουμε τις σημερινές μας παρορμήσεις, αναλογιζόμενοι ένα δυσοίωνο μέλλον. Θα μας μείνει τραύμα.