Θα το γράψω όσο πιο απλά μπορώ. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη θα κριθεί απ’ τα μικρά, αλλά η αντιπολίτευση (ο Ανδρουλάκης εν προκειμένω) θα κριθεί απ’ τα μεγάλα. Τι σημαίνει πρακτικά αυτό το αλλόκοτο; Ότι ο μεν Μητσοτάκης παίζει καθημερινά το στοίχημα του στη λεωφόρο Σούδας, όπου αφήνονται ελεύθεροι μεθυσμένοι οδηγοί ή στο ασανσέρ του Ερυθρού που πέφτει στην υπόγα, αλλά αν το ΠΑΣΟΚ προσπαθήσει να υπερκεράσει τον Μητσοτάκη πατώντας σ’ αυτά τα εύκολα και προφανή, δεν έχει καμιά ελπίδα. Δείτε τις τελευταίες δημοσκοπήσεις και θα το διαπιστώσετε.
Τι έδειξαν οι τελευταίες δημοσκοπήσεις; Ότι η ΝΔ τσιμπάει προς τα πάνω, ενώ το ΠΑΣΟΚ μετά από ένα ξεπέταγμα κόλλησε, και μάλλον αρχίζει να χάνει πόντους. Πότε ανέβηκε το ΠΑΣΟΚ; Όταν με τη σοβαρότητα της εσωκομματικής του αναμέτρησης και με τη στράτευση όλων των πτερύγων του, παρουσίασε εικόνα μεγάλου και σοβαρού κόμματος. Ποιο είναι μεγάλο και σοβαρό κόμμα; Αυτό που πείθει ότι είναι ικανό να αναλάβει στους ώμους του το βάρος της συνολικής τύχης της χώρας. Και πότε άρχισε να φρενάρει η άνοδος του ΠΑΣΟΚ; Μόλις υιοθέτησαν την καθημερινή ρητορική ΣΥΡΙΖΑ με μια καταστροφολογία που πατά σε υπαρκτά πλην μικρά θέματα.
Πότε άρχισε να πέφτει η ΝΔ; Όταν με την έπαρση της μεγάλης εκλογικής νίκης, άρχισε να ξεχνά τα μικρά και καθημερινά, διατυμπανίζοντας μόνο τις επιτυχίες της στα μεγάλα και σοβαρά. Στα εθνικά, στα αμυντικά, στους δείκτες της οικονομικής ανάπτυξης, στο διεθνές κύρος και τα τοιαύτα. Πότε άρχισε να τσιμπάει προς τα πάνω η ΝΔ; Όταν ο Μητσοτάκης άρχισε να ασχολείται με τις προμήθειες των τραπεζών, με τις αυξήσεις των ασφαλίστρων υγείας και με τα ξηλώματα αστυνομικών διευθύνσεων που αφήνουν ελεύθερους τους μεθυσμένους.
Ναι, αλλά εδώ φαινομενικά βρισκόμαστε μπροστά σε μια αντίφαση. Όσο η ΝΔ καταγίνεται μόνο με τα μεγάλα, πέφτει κι όταν ασχοληθεί με τα μικρά ανεβαίνει. Αντιθέτως, μόλις το ΠΑΣΟΚ δημιουργεί εικόνα μεγάλου, ανεβαίνει, αλλά μόλις βάλει τα μικρά στην προμετωπίδα του, χάνει. Μπορεί να μοιάζει αλλόκοτο, όμως αυτή είναι η πραγματικότητα. Διότι οι δύο πολιτικοί σχηματισμοί, παίζουν σε άλλο γήπεδο ο καθένας. Ο Μητσοτάκης έχει πείσει για την ικανότητα που στα μεγάλα (εξ ου και η κυριαρχία του στο θέμα της πρωθυπουργικής καταλληλότητας) και τώρα έχει να αντιμετωπίσει τον γκαζοτενεκέ του λαδιού ή τα καπάκια των όμβριων στην Ποσειδώνος.
Όσο όμως το ΠΑΣΟΚ προσπαθεί να θεμελιώσει αντιπολιτευτική ατζέντα στον τενεκέ του ελαιόλαδου ή στον μεθυσμένο οδηγό της λεωφόρου Σούδας, φλερτάρει με τη γελοιότητα. Πρώτα θα πείσει ότι διαθέτει την ικανότητα να διαχειριστεί την μεγάλη εικόνα κι ύστερα θα του επιτραπεί από την κοινή γνώμη να κριτικάρει τα λύματα στην παραλιακή ή ένα ασανσέρ νοσοκομείου που χαλάει. Αλλιώς λειτουργεί ως τηλεοπτική εκπομπή που ψάχνει θέμα για να γεμίσει την ώρα της και τα στελέχη του μοιάζουν με τηλεοπτικούς σχολιαστές μεσημεριανάδικων που κάνουν τους εισαγγελείς, έχοντας άκοπη άποψη επί παντός του επιστητού.
Πώς θα το πετύχει αυτό ο Ανδρουλάκης; Δεν ξέρω, αυτό όμως είναι το στοίχημα του. Επί του παρόντος, από την ανισορροπία του περασμένου χρόνου (κυβέρνηση χωρίς αντιπολίτευση), πήγαμε τώρα σε μια άλλη πολιτική παραδοξολογία. Βρέθηκε αντιπολίτευση η οποία λειτουργεί ως σηματωρός της κυβέρνησης. Δείχνει τα προβλήματα στον Μητσοτάκη, εκείνος επεμβαίνει, τα ψιλολύνει και τελικά κερδίζει πόντους κόντρα στην αντιπολίτευση που του τα επισημαίνει.
Αν συνεχιστεί αυτό, το καλοκαίρι ο Μητσοτάκης θα είναι σ’ ένα δημοσκοπικό 34% και ο Ανδρουλάκης σ’ ένα δημοσκοπικό 15%. Δεν νομίζω ότι αυτό ονειρεύονται στη Χαριλάου Τρικούπη. Κάτι άλλο πρέπει να κάνουν. Εκείνη η ομάδα κορυφαίων που πρωταγωνίστησε στη μάχη ηγεσίας πριν λίγους μήνες, που χάθηκε…;