Έχει νόημα ο εορτασμός των επετείων σήμερα;

Οι απαντήσεις στο ερώτημα που θέτει ο τίτλος, είναι πολλές και έχουν άμεση συνάφεια με την ιδεολογία στην οποία είναι στρατευμένος κάποιος. Ευτυχώς, δεν είναι όλοι πιστοί στρατιώτες κάποιας ιδεολογίας κι έτσι μπορούμε να συζητούμε ήρεμα και νηφάλια για κάποια πράγματα.  

Φέτος συμπληρώθηκαν 50 χρόνια (μισός αιώνας) από την αποκατάσταση της Δημοκρατίας στη χώρα και την τραγωδία της Κύπρου με την εισβολή του «Αττίλα» και την απώλεια του 37% των εδαφών της Κυπριακής Δημοκρατίας.  

Διοργανώνονται εκθέσεις φωτογραφιών, προσωπικών αντικειμένων, αναμνηστικών, ως υπενθύμιση στους συγκαιρινούς πως μέσα στην ιστορία, η χώρα μας, παρά το «νεαρό» της ηλικίας της, αφού μετράει μόλις δύο και πλέον αιώνες, γνώρισε καταστροφές και καταρρεύσεις, είχε, όμως, και στιγμής ανάτασης και ανάστασης.
 
Αν αναλογιστούμε τι κατάφερε μέσα σε αυτά τα πενήντα χρόνια η Ελλάδα, ίσως αλλάξουμε λίγο και πάψουμε να γκρινιάζουμε με το παραμικρό. Η χώρα έγινε μέλος, αρχικά, της ΕΟΚ, στη συνέχεια εισήλθε στην ΟΝΕ και, τελικά στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τα οφέλη είναι προφανής σε κάθε καλοπροαίρετο παρατηρητή.

Ταυτόχρονα, ως μέλος του ΝΑΤΟ παραμένει σταθερά προσηλωμένη προς τον δυτικό κόσμο, ενισχύοντας την αποτρεπτική, αμυντική της ικανότητα. Δεν τα λίγα όλα αυτά, πολύ περισσότερο που είναι καρπός διαδοχικών κυβερνήσεων, εκ των οποίων άλλες περισσότερο και άλλες λιγότερο, εργάστηκαν προς αυτή την κατεύθυνση.  

Το κυπριακό, πάλι, παραμένει ένα πολύπλοκο και άλυτο ζήτημα εδώ και μισό αιώνα, μια πληγή χαίνουσα στον εθνικό κορμό με άδηλες προς το παρόν δυνατότητες διευθέτησης του ζητήματος, σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο.  

Οι εορτασμοί των δύο αυτών επετείων που προκαλούν τόσο αντιφατικά συναισθήματα στον καθένα μας, είναι αναγκαίοι και απαραίτητη για τη διατήρηση και διάδοση της συλλογικής μνήμης. Για τη γαλούχηση των νεότερων γενεών με ιδανικά και οράματα ανοιχτά στο μέλλον και τον κόσμο.  

Τούτων δοθέντων, η τιμή που περιποιούμε σε μορφές του παρελθόντος, οι οποίες διακρίθηκαν για την ανιδιοτελή τους προσφορά προς την πατρίδα, δεν είναι δυνατόν να μονοπωλείται είτε από τις αναθεωρητικές, αριστερές εκείνες δυνάμεις που προέκυψαν μετά το 1974, είτε από εκπροσώπους μιας αρχαϊκής Δεξιάς, κολλημένη στη δεκαετία του 1950 με ένα πρωτόγονο αντικομουνισμό και μια λατρεία της περίκλειστης χώρας που θα διαιωνίζει τον κοτσαμπάσικο μοντέλο διακυβέρνησης.
 
Η χώρα προχώρησε πολύ αυτόν τον μισό αιώνα. Ανθρώπινα δικαιώματα κατοχυρώθηκαν (αν και μπορεί να γίνει πολλή και σοβαρή δουλειά ακόμη), ο στρατός αντί να ανακατεύεται με την πολιτική ζωή, φροντίζει για τη θωράκιση της χώρας, ενισχύθηκαν οι διεθνείς συμμαχίες, η συμμετοχή σε πανευρωπαϊκά προγράμματα ενισχύουν, κατά το δυνατόν, την ελληνική οικονομία.  

Γι’ αυτό, άλλωστε είναι χρήσιμοι οι εορτασμοί των επετείων, γιατί είναι μία ευκαιρία αναστοχασμού των επιτυχιών και των αποτυχιών. Τέτοια ευκαιρία, όμως, προσφέρει μόνο το δημοκρατικό πολίτευμα, γι’ αυτό και πρέπει να το προστατεύουμε από κάθε επιβουλή.