Την κρατική χρηματοδότηση της Oxfam διέκοψε η βρετανική κυβέρνηση, καθώς η Μη Κυβερνητική Οργάνωση ανέστειλε τη συνεργασία της με εργαζόμενους της ομάδας της στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, έπειτα από καταγγελίες εναντίον τους για σεξουαλική βία και παρενοχλήσεις.
«Όλες οι οργανώσεις που ζητούν βοήθεια από τη Βρετανία πρέπει να τηρούν αυστηρούς κανόνες προστασίας οι οποίοι απαιτούνται προκειμένου να διασφαλίζεται η ασφάλεια των ατόμων με τα οποία εργάζονται», δήλωσε σήμερα εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών της Βρετανίας.
«Με δεδομένες τις πρόσφατες πληροφορίες που θέτουν υπό αμφισβήτηση την ικανότητα της Oxfam να πληροί αυτούς τους κανόνες, δεν εξετάζουμε νέα χρηματοδότηση της Oxfam μέχρι να επιλυθούν τα προβλήματα αυτά», πρόσθεσε.
Η ΜΚΟ ανακοίνωσε την Παρασκευή την αναστολή της συνεργασίας της με «δύο μέλη της ομάδας της Oxfam στη ΛΔ Κονγκό στο πλαίσιο εξωτερικής έρευνας που διεξάγεται, και η οποία ξεκίνησε τον προηγούμενο Νοέμβριο για τις καταγγελίες περί κατάχρησης εξουσίας, κυρίως παρενοχλήσεων και σεξουαλικών επιθέσεων».
Το 2018 είχε ξεσπάσει σκάνδαλο στη ΜΚΟ μετά τα σεξουαλικά εγκλήματα για τα οποία κατηγορήθηκαν κάποιοι εργαζόμενοί της στην Αϊτή, που είχαν μεταβεί στη χώρα μετά τον σεισμό του 2010.
Σύμφωνα με τη βρετανική εφημερίδα «The Times», 22 πρώην και νυν εργαζόμενοι της Oxfam απέστειλαν τον Φεβρουάριο επιστολή δέκα σελίδων στη διεύθυνση της ΜΚΟ, στην οποία αναφέρονταν με λεπτομέρειες σε καταγγελίες για διαφθορά, απάτη, σεξουαλικές παρενοχλήσεις, κακοποιήσεις, απειλές και εκφοβισμό εναντίον ένδεκα ατόμων.
Πηγές που επικαλείται η βρετανική εφημερίδα αναφέρουν ότι η διεύθυνση της Oxfam είχε ενημερωθεί επανειλημμένα για τις καταγγελίες αυτές από το 2015.
Οι αποκαλύψεις αυτές έρχονται στη δημοσιότητες λίγες εβδομάδες αφού η Oxfam ανακοίνωσε ότι μπορεί και πάλι να λάβει κρατική επιχορήγηση, από την οποία είχε εξαιρεθεί μετά το σκάνδαλο της Αϊτής.
Σύμφωνα με τον ιστότοπό της, η Oxfam είναι ενεργή στη ΛΔ Κονγκό από το 1961 και έχει παρουσία σε έξι επαρχίες της χώρας.
Η ΜΚΟ ανακοίνωσε το 2020 το κλείσιμο 18 γραφείων της και την κατάργηση σχεδόν 1.500 θέσεων εργασίας εξαιτίας της μείωσης των εσόδων της λόγω της πανδημίας του κορονοϊού.