Εν μέσω του χάους που πυροδότησε η σκληροπυρηνική τραμπική φράξια στο Καπιτώλιο κρατώντας υπό ομηρία την αποδέσμευση νέας βοήθειας προς την εμπόλεμη Ουκρανία, ο Τζο Μπάιντεν είχε προαναγγείλει ότι θα απευθυνθεί σύντομα στους Αμερικανούς πολίτες προκειμένου να παραθέσει γιατί είναι απόλυτα και αδιαμφισβήτητα προς το συμφέρον των Ηνωμένων Πολιτειών και των συμμάχων τους να επιτύχει το Κίεβο. Πριν το διάγγελμα εκφωνηθεί, ήλθε η κτηνώδης τρομοκρατική επίθεση της Χαμάς.
Ο Τζο Μπάιντεν διακήρυξε την ακλόνητη δέσμευση των Ηνωμένων Πολιτειών στην ασφάλεια του Ισραήλ διαβεβαιώνοντας ότι «θα έχει ό,τι χρειαστεί» για να υπερασπιστεί την επικράτεια και τους πολίτες του. Δεδομένου ότι οι δεσμοί Ηνωμένων Πολιτειών και Ισραήλ είναι ιστορικοί και τα αποθέματα του Πενταγώνου δεν είναι ανεξάντλητα, πρόβαλαν ερωτήματα εάν η νέα αμυντική βοήθεια που -με πλήρη δικομματική στήριξη- θα διατεθεί στο Τελ Αβίβ, θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο τη χρηματοδότηση του Κιέβου ιδίως από τη στιγμή που οι ενστάσεις στο ρεπουμπλικανικό «στρατόπεδο» εντείνονται.
Θα σταθούμε και δίπλα στο Ισραήλ, και δίπλα στην Ουκρανία, είναι το μήνυμα που στέλνει προς πάσα κατεύθυνση -τη Χεζμπολάχ και την ηγεσία του Ιράν, καθώς και το καθεστώς Πούτιν-, η κυβέρνηση Μπάιντεν. «Οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορούν να περπατούν και να μασάνε τσίχλα ταυτόχρονα», ήταν η αποστροφή του Αμερικανού υπουργού Άμυνας, Λόιντ Όστιν, κατά τη σύνοδο των υπουργών Άμυνας του ΝΑΤΟ που έλαβε χώρα εντός της εβδομάδας παρουσία του Ουκρανού προέδρου, Βολοντίμιρ Ζελένσκι. Την ίδια στιγμή, ο Τζο Μπάιντεν άρχιζε να εξετάζει τη σύνδεση της αμερικανικής στρατιωτικής βοήθειας σε Ισραήλ και Ουκρανία προς «εξουδετέρωση» των ρεπουμπλικανικών αντιδράσεων για τη χρηματοδότηση του Κιέβου.
Στις Βρυξέλλες, ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι για πρώτη φορά χρειάστηκε να μιλήσει για μία κρίση που δεν αφορά την Ουκρανία και την παρούσα στιγμή αναπόφευκτα συγκεντρώνει μεγαλύτερη διεθνή προσοχή. Ο Ουκρανός πρόεδρος συνέκρινε την τρομοκρατία της Χαμάς με τη ρωσική εισβολή στη χώρα του. Διαφορετικές οι προθέσεις, ίδια η ουσία, ανέφερε με εμφανή αγωνία για την επαύριο της αμερικανικής βοήθειας, δεδομένου ότι στις Ηνωμένες Πολιτείες επίκεινται προεδρικές εκλογές και μία ρεπουμπλικανική νίκη, και δη του Ντόναλντ Τραμπ, θα μπορούσε να αλλάξει τα πάντα.
«Τρομοκράτες όπως ο Πούτιν, ή όπως η Χαμάς, επιδιώκουν να κρατήσουν ελεύθερα και δημοκρατικά έθνη ως ομήρους και θέλουν εξουσία πάνω σε αυτούς που επιδιώκουν την ελευθερία. Οι τρομοκράτες δεν θα αλλάξουν, απλά πρέπει να ηττηθούν. Και αυτό σημαίνει ότι πρέπει να νικήσουμε, αυτό απαιτεί υπομονή, απαιτεί σταθερή και συνεχή υποστήριξη», υπογράμμισε. Ο Ζελένσκι ήταν από τους πρώτους ηγέτες που επικοινώνησαν με τον Μπενιαμίν Νετανιάχου στις πιο σκοτεινές ώρες του Ισραήλ, ενώ έχει γίνει γνωστό πως γίνονται εκ μέρους της κυβέρνησής του επαφές για να επισκεφθεί το Τελ Αβίβ.
Στις Βρυξέλλες, και πριν κατευθυνθεί ο ίδιος στο Τελ Αβίβ σε συνέχεια της επίσκεψης του επικεφαλής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ Άντονι Μπλίνκεν, ο Λόιντ Όστιν ανακοίνωσε νέο πακέτο στρατιωτικής στήριξης 200 εκατ. δολαρίων προς την Ουκρανία (το ύψος του είναι χαμηλότερο από προγενέστερα).
Η αμερικανική βοήθεια προς την Ουκρανία «περνάει» όμως μέσα από το Κογκρέσο, όπου οι Ρεπουμπλικανοί διαθέτουν ισχνή πλειοψηφία στη Βουλή των Αντιπροσώπων, η οποία και επέτρεψε προ ημερών σε ελάχιστους προσκείμενους στον Ντόναλντ Τραμπ βουλευτές όχι μόνο να μπλοκάρουν για πρώτη φορά πόρους προς την Ουκρανία, αλλά και να αποπέμψουν τον πρόεδρο του Σώματος Κέβιν ΜακΚάρθι -κίνηση πρωτοφανής στα πολιτικά χρονικά των ΗΠΑ που βύθισε τη Βουλή στο χάος και παρέλυσε το νομοθετικό έργο.
Καθώς το Ισραήλ χτυπά τη Χαμάς στη Λωρίδα της Γάζας, η Ουκρανία εισέρχεται σε έναν ακόμη σκληρό χειμώνα δίνοντας μάχη επιβίωσης, και η πιστή στον Τραμπ ρεπουμπλικανική πτέρυγα υποσκάπτει το κοινοβουλευτικό έργο στην Ουάσινγκτον, ο Τζο Μπάιντεν εμφανίζεται μάλλον αποφασισμένος να προχωρήσει με την πρόταση προς το Κογκρέσο που συνδυάζει τη βοήθεια προς το Ισραήλ με εκείνη στην Ουκρανία, καθώς και συνδρομή στην Ταϊβάν, αλλά και τη χρηματοδότηση άλλων πολιτικών, περιλαμβανομένης της συνοριακής ασφάλειας.
Στελέχη των Ρεπουμπλικανών στη Βουλή των Αντιπροσώπων αντιδρούν σφοδρά στη σύνδεση της βοήθειας προς Ισραήλ και Ουκρανία, όμως αξιωματούχοι της κυβέρνησης Μπάιντεν «βλέπουν» πλεονεκτήματα στην κίνηση, λέγοντας υπό καθεστώς ανωνυμίας στην Washington Post πως θα μπορούσαν ουσιαστικά να εξαναγκαστούν να ψηφίσουν υπέρ του συνδυαστικού πακέτου βουλευτές που υποστηρίζουν σθεναρά το Ισραήλ, αλλά αντιτίθεται στη βοήθεια προς την Ουκρανία.
Πολιτικοί αναλυτές υπογραμμίζουν πως όπως είναι διακριτές οι διαφορές, έτσι διακριτή είναι και η σύνδεση μεταξύ των δύο πολέμων. «Και στις δύο περιπτώσεις, οι επιτιθέμενοι -η δύναμη εισβολής του Πούτιν και η Χαμάς, αντίστοιχα- χρησιμοποιούν τρομοκρατικές μεθόδους. Τόσο οι στρατιώτες του Πούτιν όσο και η Χαμάς βασανίζουν, βιάζουν, σκοτώνουν, ακρωτηριάζουν και απαγάγουν. Και οι δύο με τον τρόπο τους έχουν στόχο να διαπράξουν γενοκτονία και θέλουν να εξαλείψουν ένα έθνος -ο Πούτιν τους Ουκρανούς, η Χαμάς τους Ισραηλινούς», σημειώνει ο Αντρέας Κλουτ σε ανάλυσή του στo Bloomberg.
Συνισταμένη είναι η κρατικά χρηματοδοτούμενη τρομοκρατία, υπογραμμίζει ταυτόχρονα σε ανάλυσή του ο Φρεντ Κεμπ, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του εδρεύοντος στην Ουάσινγκτον think tank Atlantic Council. «Αυτό που έχουν κοινό οι πόλεμοι στην Ουκρανία και το Ισραήλ είναι ότι και οι δύο είναι αποτέλεσμα κρατικής τρομοκρατίας. Στην περίπτωση της Ουκρανίας, η Ρωσία ενεργεί θρασύτατα και άμεσα. Στην περίπτωση του Ισραήλ, το Ιράν ενεργεί μέσω της Χαμάς και άλλων», επισημαίνει για να προσθέσει ότι χωρίς την εμβάθυνση της εταιρικής σχέσης του με τη Ρωσία και την Κίνα, το Ιράν θα ήταν ένας πολύ λιγότερο ισχυρός παράγοντας.
Ο Φρεντ Κεμπ αντικρούει όσους υποστηρίζουν ότι ίσως θα έπρεπε ο Αμερικανός πρόεδρος να περιμένει πριν εκφωνήσει το διάγγελμα για το Ουκρανικό που έχει προαναγγείλει, και αντίθετα τονίζει ότι ο Μπάιντεν πρέπει να μιλήσει και να να ενώσει τις κουκίδες ανάμεσα στην Ουκρανία και το Ισραήλ, καθιστώντας σαφές ότι και στις δύο περιπτώσεις έχουν διαπραχθεί εγκλήματα πολέμου και οι υπαίτιοι πρέπει να λογοδοτήσουν.
Πρέπει, επίσης, να προειδοποιήσει ότι η Κίνα, η οποία υποστηρίζει τόσο τη Ρωσία όσο και το Ιράν, μπορεί να επιλέξει να εκμεταλλευτεί αυτή τη στιγμή της αντιληπτής αδυναμίας των ΗΠΑ στον Ειρηνικό, με συγκεκριμένο κίνδυνο για την Ταϊβάν, επισημαίνει ο πρόεδρος του Atlantic Council συμπληρώνοντας πως οι στιγμές απαιτούν να αναδειχθούν και οι κίνδυνοι για την εθνική ασφάλεια που εγκυμονούν από την τοξική πολιτική διαίρεση στην Ουάσινγκτον.