Στο τρίτο έτος του επιθετικού πολέμου της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας, και σε κλίμα επισφάλειας και αβεβαιότητας που πηγάζει από το προεκλογικό τοπίο στις Ηνωμένες Πολιτείες, η Γαλλία του Εμανουέλ Μακρόν επέλεξε να ανοίξει ζήτημα ενδεχόμενης μελλοντικής ανάπτυξης δυτικών χερσαίων δυνάμεων στο πολεμικό μέτωπο.
Από το βήμα της συνόδου που συγκάλεσε στο Παρίσι προς επιβεβαίωση της ευρωπαϊκής υποστήριξης στο Κίεβο, ο Εμανουέλ Μακρόν έθεσε αιφνιδιαστικά ένα ζήτημα για το οποίο πρώτος ο ίδιος αναγνώρισε πως δεν υφίσταται συναίνεση, επέμεινε όμως πως «τίποτα δεν πρέπει να αποκλειστεί» προκαταβολικά.
«Θα κάνουμε ό,τι μπορούμε για να διασφαλίσουμε ότι η Ρωσία δεν θα νικήσει», τόνισε ο Γάλλος πρόεδρος, προειδοποιώντας πως στο στόχαστρο του Βλαντιμίρ Πούτιν δεν βρίσκεται μόνο η Ουκρανία. «Έλεγαν δώστε τους απλά υπνόσακους και κράνη» υπενθύμισε για να επισημάνει πως έχουν ήδη ξεπεραστεί ταμπού του παρελθόντος σε σχέση με τον πόλεμο, όπως η αποστολή πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς και μαχητικών αεροπλάνων.
Ο ευρωπαϊκός προβληματισμός για τις ρωσικές «ορέξεις», όχι μόνο στην Ουκρανία, αλλά και εις βάρος άλλων ευρωπαϊκών χωρών, έχει ενταθεί το τελευταίο διάστημα, με το βλέμμα στραμμένο στις πολιτικές εξελίξεις στην άλλη άκρη του Ατλαντικού. Ήδη, η αμερικανική στρατιωτική βοήθεια προς το Κίεβο έχει συρρικνωθεί και μία ενδεχόμενη επανεκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο τον Νοέμβριο ίσως αφήσει την Ευρώπη μόνη ενώπιον της σοβαρότερης στρατηγικής πρόκλησης για την ήπειρο εδώ και δεκαετίες.
Είναι η πρώτη φορά όμως που τίθεται ευθέως ως αντικείμενο συζήτησης σε διεθνές φόρουμ -και μάλιστα σε επίπεδο αρχηγών κρατών- το ενδεχόμενο αποστολής χερσαίων δυνάμεων, προκειμένου να υποστηρίξουν την Ουκρανία. Η Ουκρανία θα καθορίσει το μέλλον των χωρών της Ευρώπης και η Ευρώπη δεν μπορεί να εναποθέσει το μέλλον της στον «Αμερικανό ψηφοφόρο», σημείωσε ο Μακρόν. Αρνήθηκε, πάντως, να πει ποια κράτη θα μπορούσαν να εξετάσουν το ενδεχόμενο αποστολής χερσαίων στρατευμάτων, υποστηρίζοντας ότι οι συνθήκες απαιτούν «στρατηγική ασάφεια».
Η πρώτη αντίδραση της Μόσχας πάντως δεν ήταν καθόλου ασαφής: Μία ανοιχτή σύγκρουση μεταξύ της Ρωσίας και του ΝΑΤΟ θα είναι αναπόφευκτη, αν χώρες-μέλη της Συμμαχίας στείλουν στρατεύματα στην Ουκρανία. «Κάτι τέτοιο δεν είναι, σε καμία περίπτωση, προς το συμφέρον των χωρών αυτών. Θα πρέπει να το γνωρίζουν», προειδοποίησε ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ. Ερωτηθείς αν θα υπήρχε κίνδυνος άμεσης σύγκρουσης της Ρωσίας με το ΝΑΤΟ, ο Πεσκόφ απάντησε πως «σε αυτήν την περίπτωση, θα πρέπει να συζητήσουμε όχι για το αν είναι πιθανή [η σύγκρουση], αλλά για το αν είναι αναπόφευκτη».
Στην Ευρώπη, οι κυβερνήσεις η μία μετά την άλλη, με προεξάρχουσα τη γερμανική, έσπευσαν να αποκλείσουν ενδεχόμενο εμπλοκής χερσαίων δυνάμεων στην Ουκρανία τώρα και στο μέλλον. «Ένα πράγμα είναι σαφές: Δεν θα υπάρξουν χερσαία στρατεύματα από τα ευρωπαϊκά κράτη του ΝΑΤΟ» στην Ουκρανία, τόνισε ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς.
Μιλώντας σε συνέντευξη Τύπου στην Πράγα, ο Πολωνός πρωθυπουργός Ντόναλντ Τουσκ και ο Τσέχος ομόλογός του, Πετρ Φιάλα, δήλωσαν επίσης ότι δεν εξετάζουν την επιλογή αυτή. Ο φιλικός προς το Κρεμλίνο πρωθυπουργός της Σλοβακίας, Ρόμπερτ Φίτσο, πριν ακόμη ξεκινήσει η σύνοδος κορυφής στο Παρίσι «μαρτύρησε» ότι άλλες χώρες της συμμαχίας του ΝΑΤΟ συζητούν διμερείς συμφωνίες για την αποστολή χερσαίων δυνάμεων στην Ουκρανία -ένα βήμα που, όπως είπε, η Σλοβακία δεν θα κάνει.
Η Σουηδία, η οποία μόλις τη Δευτέρα ξεπέρασε το τελευταίο εμπόδιο για να καταστεί κράτος-μέλος του ΝΑΤΟ, απέκλεισε επίσης την αποστολή χερσαίων στρατευμάτων στην Ισπανία. Το ίδιο έπραξε και η Ισπανία. Ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, ξεκαθάρισε επίσης ότι ούτε η Ελλάδα θα στήριζε μία τέτοια επιλογή.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, ο Τζο Μπάιντεν είχε ξεκαθαρίσει ακόμη πριν ξεκινήσει η ρωσική εισβολή ότι αμερικανικά στρατεύματα δεν επρόκειτο να αναπτυχθούν στην Ουκρανία, θέση που επανέλαβε πολλάκις μετέπειτα επισημαίνοντας ότι θα οδηγούσε ανοιχτή σύγκρουση Ρωσίας-ΝΑΤΟ και στον Γ' Παγκόσμιο Πόλεμο. Μία αντιπαράθεση ρωσικών και αμερικανικών δυνάμεων σε πεδίο μάχης ενέχει τον κίνδυνο ενός πυρηνικού πολέμου.
Η άμεση απόρριψη των θέσεων Μακρόν από τους Ευρωπαίους συναδέλφους του οδήγησε, τελικά σε σύγχυση σχετικά με την ενότητα της Συμμαχίας και σε ερωτήματα σχετικά με το αν τα σχόλιά του ισοδυναμούσαν με κενή απειλή. Αξιωματούχος του ΝΑΤΟ υπογράμμισε πως «δεν υπάρχει κανένα σχέδιο» για την αποστολή στρατευμάτων μάχης στην Ουκρανία.
«Το ΝΑΤΟ και οι Σύμμαχοι παρέχουν άνευ προηγουμένου στρατιωτική βοήθεια στην Ουκρανία. Το κάνουμε από το 2014 και συνεχίζουμε να το κάνουμε με μεγαλύτερη ταχύτητα μετά την πλήρους κλίμακας ρωσική εισβολή. Αλλά δεν υπάρχει κανένα σχέδιο για ΝΑΤΟϊκά στρατεύματα μάχης στο ουκρανικό έδαφος», επισήμανε.
Πιθανώς, ο Μακρόν με τον τρόπο που εκφράστηκε να μην πρότεινε ανοικτά την συγκρότηση μίας εκστρατευτικής χερσαίας δύναμης στο πλευρό των Ουκρανών. Στόχευε σε κάθε περίπτωση να καταδείξει ότι η Δύση έχει φτάσει σε ένα αδιέξοδο και θα πρέπει να σκεφτεί επιτακτικά την επόμενη φάση -και όπως διαφαίνεται από τις αντιδράσεις που συγκέντρωσαν οι δηλώσεις του, αυτή δεν θα είναι στρατιωτική.
Εξάλλου, μία αποστολή χερσαίων δυνάμεων φέρνει αναπόφευκτα στη μνήμη της Ευρώπης -ειδικά στους Έλληνες- την ατυχή εκστρατεία της Κριμαίας του 1918, που έλαβε χώρα (και τότε) κατόπιν γαλλικής πρωτοβουλίας, αλλά και την εκστρατεία του Ναπολέοντα στη Ρωσία το 1812. Στο Παρίσι ο Μακρόν αν μη τι άλλο έχει συμβούλους που έχουν ιστορική μνήμη.