Του Γιώργου Παυλόπουλου
Η πρόταση, την οποία αναμένεται να καταθέσουν σήμερα στο Eurogroup Γερμανία και Γαλλία για τη δημιουργία ενός μίνι προϋπολογισμού της ευρωζώνης, ασφαλώς δεν είναι άνευ σημασίας. Δείχνει, αν μη τι άλλο, ότι οι δύο πιο ισχυρές χώρες της νιώθουν την ανάγκη και την υποχρέωση να κάνουν ορισμένα βήματα προς την κατεύθυνση της ολοκλήρωσης, στέλνοντας ένα μήνυμα και προς τους υπόλοιπους εταίρους -κάτι που έκαναν και στην υπόθεση του ευρωστρατού, τον οποίο «ευλόγησαν» αμφότερες.
Η αλήθεια, βεβαίως, είναι ότι το συγκεκριμένο βήμα είναι μικρό και ανεπαρκές. Διότι, όπως και να το κάνουμε, τι μπορούν να προσφέρουν 20-30 δισ. ευρώ -τόσο φημολογείται πως θα είναι το ύψος του προϋπολογισμού- για να βοηθήσουν μια ένωση χωρών με συνολικό ΑΕΠ που φτάνει κοντά στα 11 τρισ. και αντιπροσωπεύει πάνω από το 20% του παγκοσμίως παραγόμενου ακαθάριστου προϊόντος; Προφανώς, πολύ λίγα -όμως, έχοντας καλή πίστη, θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι αυτό αποτελεί μια καλή αρχή και μια κίνηση προς τη σωστή κατεύθυνση.
Μιας όμως και τα δεδομένα δεν αλλάζουν σημαντικά από τον κοινό προϋπολογισμό -ο οποίος, πάντως, δεν αναμένεται να αποκτήσει σύντομα σάρκα και οστά, μιας και πρέπει να πειστούν όλοι ο εταίροι για την αναγκαιότητά του- ας επικεντρώσουμε την προσοχή μας σε κάτι άλλο: Το τι σημαίνει αυτή η απόφαση για τις σχέσεις ανάμεσα σε Βερολίνο και Παρίσι, οι οποίες και σε μεγάλο βαθμό καθορίζουν την πορεία συνολικά της ΕΕ και της ευρωζώνης.
Πολύ απλά, λοιπόν, θα μπορούσαμε να πούμε ότι επιβεβαιώνεται για μια ακόμη φορά το ποδοσφαιρικό δόγμα που θέλει σε ένα αγώνα να παίζουν δύο, αλλά να κερδίζει πάντοτε η Γερμανία! Κάτι που λογικά γνώριζε ο Εμανουέλ Μακρόν κατά τη χθεσινή του επίσκεψη στο Βερολίνο, όταν ζήτησε από την Άγκελα Μέρκελ «να ξεπεράσουν τα ταμπού τους και τις παλιές τους συνήθειες».
Οι γερμανικοί όροι
Η ουσία είναι ότι οι Γάλλοι αναγκάστηκαν να κάνουν επώδυνες παραχωρήσεις προς την άλλη πλευρά, εγκαταλείποντας αρκετές από τις αρχικές θέσεις και προτάσεις τους, προκειμένου να προκύψει η καταρχήν συμφωνία των δύο σελίδων που θα παρουσιαστεί σήμερα.
Ιδού, για του λόγου το αληθές: Από τον περασμένο Ιούνιο, όταν Μακρόν και Μέρκελ είχαν συμφωνήσει στην ύπαρξη ενός προϋπολογισμού της ευρωζώνης, η Γερμανίδα καγκελάριος είχε διαμηνύσει ξεκάθαρα ότι το ύψος του θα κυμαίνεται στο κατώτερο άκρο των διψήφιων αριθμών -όπερ και εγένετο, έστω κι αν το τελικό νούμερο δεν έχει ακόμη ανακοινωθεί. Επίσης, το Βερολίνο πίεσε ασφυκτικά ώστε οι προϋποθέσεις για να λάβει κάποια χώρα κονδύλια από το νέο αυτό ταμείο να είναι εξαιρετικά αυστηρές και να προϋποθέτουν τήρηση των κανόνων του Συμφώνου Σταθερότητας -κι αυτό έγινε, με την ρύθμιση που προβλέπει ο προϋπολογισμός της ευρωζώνης να αποτελεί τμήμα του συνολικού προϋπολογισμού της ΕΕ και να μην είναι αυτόνομος.
Ακόμη και ο στόχος που καλείται να εξυπηρετήσει ο νέος προϋπολογισμός περιγράφεται με τρόπο που επιθυμούν οι Γερμανοί: Αντί για τη «σταθεροποίηση» όποιου κράτους-μέλους αντιμετωπίζει προβλήματα ρευστότητας ή αναχρηματοδότησης του χρέους του, η έμφαση δόθηκε στη «σύγκλιση και την ανταγωνιστικότητα» -και έτσι, η Μέρκελ ελπίζει πως δεν θα χρειαστεί να δώσει εξηγήσεις στους εσωτερικούς της αντιπάλους που παραφυλούν για να την κατηγορήσουν ότι δίνει χρήματα των Γερμανών για να βοηθήσει τους πιο αδύναμους Ευρωπαίους που είναι ανίκανοι να σταθούν στα πόδια τους.
Όταν και εάν...
Με άλλα λόγια: Ο προϋπολογισμός αυτός δεν είναι ακριβώς προϋπολογισμός, αλλά ένα ιδιαίτερο και σχετικά μικρό κονδύλι που δεν μπορεί να αλλάξει πολλά πράγματα, αλλά ονομάστηκε έτσι επειδή το ήθελαν πολύ οι Γάλλοι. Στην πορεία, βεβαίως, πολλά μπορεί να αλλάξουν, για την ώρα όμως έτσι έχουν τα πράγματα.
Τέλος, εκτός από το γεγονός ότι για να πάρει σάρκα και οστά ο νέος προϋπολογισμός πρέπει να υπάρξει ομοφωνία και από τους «27» της ΕΕ, κάτι που ούτως ή άλλως θα απαιτήσει μεγάλο χρονικό διάστημα, το γεγονός ότι αποτελεί τμήμα του κοινοτικού προϋπολογισμού δημιουργεί ένα παραπάνω πρόβλημα και μάλιστα προθύστερο -μιας και οι «27» έχουν σοβαρές διαφωνίες και για τα συνολικά κονδύλια και την κατανομή τους. Υπομονή, λοιπόν...
AP Photo/Michael Sohn