Του Γιάννη Μαντζίκου
Η πρόσφατη ανακοίνωση του αμερικανού πρόεδρου Ντόναλντ Τραμπ, σύμφωνα με την οποία οι ΗΠΑ θα αποχωρήσουν από τη συμφωνία με τη Ρωσία για πυρηνικά όπλα μεσαίου βεληνεκούς έχει δημιουργήσει ένα βαρύ κλίμα για τον Τζον Μπόλτον στην Μόσχα, όπου βρίσκεται από χθες. Ο σύμβουλος εθνικής ασφαλείας είναι, εξάλλου, ο άνθρωπος που φέρεται να έπεισε τον Τραμπ να αποχωρήσει από την συμφωνία.
Ο Μπόλτον, του οποίου η επίσκεψη στην Ρωσία ήταν προγραμματισμένη, συναντήθηκε ήδη με τον Ρώσο ομόλογό του Νικολάι Πατρούσεφ και τον υπουργό Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ, ενώ σήμερα θα συναντηθεί με τον Βλαντιμίρ Πούτιν. Στις συναντήσεις με τους Ρώσους αξιωματούχους, ο Μπόλτον όπως αναφέρουν δημοσιεύματα τόνισε μεταξύ άλλων ότι η ρωσική εμπλοκή στις αμερικανικές εκλογές είχε ελάχιστη επίδραση, προφανώς αναφερόμενος στις επερχόμενες ενδιάμεσες εκλογές.
Στο δε θέμα της ανανέωσης μιας άλλης συμφωνίας, της New Start, δεν προέκυψε κάτι νεότερο, παρότι η ρωσική πλευρά φαίνεται ανοικτή σε συζητήσεις. Η συμφωνία αυτή αφορά τους στρατηγικούς πυραύλους, την είχαν συνυπογράψει το 2010 ο Μπαράκ Ομπάμα και ο Ντιμίτρι Μεντβέντεφ και εκπνέει τον Φεβρουάριο του 2021. Σημειώνεται ότι ο σύμβουλος εθνικής ασφαλείας ήταν στον πυρήνα των ανθρώπων οι οποίοι έπεισαν το 2002 τον Τζορτζ Μπους τον νεότερο να αποσύρει τις ΗΠΑ από την Αντιβαλλιστική Συνθήκη του 1972.
Υπενθυμίζεται ότι την συμφωνία από την οποία αποχώρησαν οι ΗΠΑ για τα πυρηνικά όπλα μέσου βεληνεκούς (Intermediate-Range Nuclear Forces Treaty, INF) είχαν υπογράψει το 1987 ο τότε πρόεδρος των ΗΠΑ Ρόναλντ Ρίγκαν και ο ηγέτης της ΕΣΣΔ Μιχαήλ Γκορμπατσόφ στην Ουάσινγκτον. Η συνθήκη απαγόρευε την παραγωγή και την ανάπτυξη πυραύλων ικανών να φέρουν συμβατικές ή πυρηνικές κεφαλές με δραστικό βεληνεκές από 500 ως 5.500 χιλιόμετρα, καθώς και των εκτοξευτήρων τους.
Κατά την ανακοίνωση της αποχώρησης, ο Τραμπ χαρακτηριστικά τόνισε «Δεν θα αφήσουμε τη Ρωσία να κατασκευάσει όπλα που εμείς δεν επιτρέπεται να έχουμε» και συνέχισε «Δεν ξέρω γιατί αλλά, ο πρόεδρος Ομπάμα δεν διαπραγματεύτηκε ούτε αποχώρησε. Παραβιάζουν τη συνθήκη εδώ και πολλά χρόνια». Σημειώνεται ότι το 2014 ο Μπαράκ Ομπάμα είχε κατηγορήσει τη Μόσχα ότι παραβιάζει τη συνθήκη, μετά από φερόμενες δοκιμές τέτοιων πυραύλων. Οι πληροφορίες τότε ανέφεραν ότι δεν αποχώρησε από τη συνθήκη, γιατί μία τέτοια κίνηση θα προκαλούσε νέα κούρσα εξοπλισμών. Εξάλλου, πριν λίγο καιρό, η Κέι Μπέιλι Χάτσισον, Αμερικανίδα πρέσβειρα στο ΝΑΤΟ είχε κάνει λόγο για την πιθανότητα προληπτικού χτυπήματος, όταν οι ρωσικοί πύραυλοι γίνουν λειτουργικοί. «Τα αντίμετρα θα ήταν να καταστρέψουμε τους πυραύλους που αναπτύσσει η Ρωσία παραβιάζοντας τη συνθήκη» έλεγε τότε.
Από την πλευρά της η Μόσχα σε απάντηση της απόφασης του Τραμπ, υποστήριξε μέσω του Σεργκέι Λαβρόφ ότι η αποχώρηση των ΗΠΑ από τη συμφωνία, «θα καταστήσει τον κόσμο πιο επικίνδυνο», ενώ ο εκπρόσωπος Τύπου του Ρώσου προέδρου, Ντμίτρι Πεσκόφ, ανάφερε πως η Μόσχα περιμένει εξηγήσεις από τις ΗΠΑ για το πώς σχεδιάζουν να αποχωρήσουν από τη συμφωνία. «Δεν θα επιτεθούμε ποτέ σε κανέναν πρώτοι», τόνισε ο Ντμίτρι Πεσκόφ, αναφέροντας ότι η Ρωσία «δεν θεωρεί πως έχει το δικαίωμα να πλήξει πρώτη» και «δεν επιφυλάσσεται του δικαιώματός της σε προληπτική επίθεση». Αξίζει να σημειωθεί ότι η Ρωσία είχε απειλήσει να αποχωρήσει από την συμφωνία για πρώτη φορά το 2007.
Όσο αφορά τους «χαμένους» από αυτή την απόφαση του Τραμπ, ειδικοί όπως ο πρώην διοικητής των δυνάμεων του ΝΑΤΟ στην Ευρώπη, Τζέιμς Σταυρίδης, στέκονται στις χώρες της Βαλτικής. Ο Σταυρίδης όπως και άλλοι αναλυτές εκτιμούν ότι οι ΗΠΑ στο εξής θα πρέπει να φροντίσουν διπλά για την ασφάλεια των χωρών αυτών. Προς την κατεύθυνση αυτή, σε λίγες μέρες ξεκινά η μεγαλύτερη στρατιωτική άσκηση των δυνάμεων του ΝΑΤΟ από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, η άσκηση «Trident Juncture 2018» η οποία θα διαρκέσει σχεδόν ένα μήνα (25 Οκτωβρίου - 23 Νοεμβρίου) και θα περιλαμβάνει 44.000 στρατιώτες. Άνθρωποι που γνωρίζουν στενά τα του Κρεμλίνου αναφέρουν ότι αυτό το διάστημα ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν θα είναι άγρυπνος θέλοντας να ξέρει από πρώτο χέρι τι συμβαίνει.
Τέλος υπάρχει και το πεδίο της εσωτερικής πολιτικής, ο Τραμπ ενόψει των μεσοπρόθεσμων εκλογών θα έχει ένα όπλο στην φαρέτρα για να ενισχύσει το προφίλ του και να διαψεύσει όσους υποστηρίζουν ότι «οι Ρώσοι τον έχουν στο χέρι», από την άλλη ο Πούτιν έχει έναν λόγο ακόμα να τονώνει το εθνικό φρόνημα των συμπατριωτών του, αδυνατώντας ωστόσο να ακολουθήσει μακροπρόθεσμα σε μια κούρσα εξοπλισμών λόγω της κατάστασης της Ρωσικής οικονομίας.