Καθώς σε λίγους μήνες συμπληρώνονται δέκα χρόνια από το δραματικό καλοκαίρι των capital control και του δημοψηφίσματος στα καθ' ημάς, μία αναδίφηση στο δημοσιογραφικό αρχείο μάς υπενθυμίζει ότι σε κρίσιμες ψηφοφορίες της γερμανικής Βουλής κάποιοι βουλευτές των κυβερνώντων Χριστιανοδημοκρατών (CDU) είχαν καταψηφίσει την παροχή βοήθειας στην Ελλάδα.
Μεταξύ αυτών ήταν και ο Κάρστεν Λίνεμαν, έμπιστος συνεργάτης πλέον του μελλοντικού καγκελάριου Φρίντριχ Μερτς και, κατά γενική ομολογία, επικρατέστερος υποψήφιος για να αναλάβει το υπουργείο Οικονομίας, μέχρι πρότινος.
Ένας «αρνητής» της βοήθειας προς την Ελλάδα ως επικεφαλής κορυφαίου οικονομικού υπουργείου; Το σενάριο αυτό, που ασφαλώς θα είχε ιδιαίτερο δημοσιογραφικό ενδιαφέρον, δεν επαληθεύεται τελικά, καθώς προ ημερών ο ίδιος ο Λίνεμαν διεμήνυσε πως δεν επιθυμεί να αναλάβει υπουργείο. «Πρέπει να ταιριάζουν τα πράγματα, αλλιώς δεν έχει νόημα» σχολίασε ο ίδιος με κάπως αινιγματικό ύφος στην πλατφόρμα Χ. Τι ακριβώς είναι αυτό που δεν ταιριάζει και δεν έχει νόημα, παραμένει άγνωστο.
Ένας ακόμα πιθανός υποψήφιος με «βαρύ» βιογραφικό θα ήταν ο πρώην υπουργός Υγείας Γενς Σπαν, ο οποίος τα τελευταία χρόνια έχει εντρυφήσει και σε οικονομικά θέματα. Αλλά και αυτός «φαίνεται να διστάζει», όπως σημειώνει η γερμανική δημόσια τηλεόραση ARD στην ιστοσελίδα της τagesschau.de. Γιατί άραγε ;
Υπουργείο με «συντονιστικό ρόλο»
Οι αρνήσεις προκαλούν έκπληξη, αν αναλογιστούμε ότι κατά τεκμήριο το υπουργείο Οικονομίας είναι ένα «βαρύ» χαρτοφυλάκιο με συντονιστικό ρόλο για το σύνολο της οικονομικής δραστηριότητας. Οι παλαιότεροι θα θυμούνται άλλωστε ότι στην Ελλάδα μιλούσαμε για «Υπουργείο Συντονισμού» μέχρι το 1982.
Στην Ομοσπονδιακή Γερμανία το υπουργείο Οικονομίας αποτελεί μέρος του ιδρυτικού μύθου της χώρας. Πρώτος υπουργός Οικονομίας και μετέπειτα καγκελάριος ήταν ο περίφημος Λούντβιχ Έρχαρντ, o αποκαλούμενος «πατέρας της κοινωνικής οικονομίας της αγοράς». Άλλοι πάλι έκαναν λόγο, την εποχή εκείνη, για έναν ιδιότυπο «καπιταλισμό του Ρήνου» με ιδιαίτερες κοινωνικές ευαισθησίες. Σε κάθε περίπτωση, ο Έρχαρντ έβαλε τα θεμέλια για το μεταπολεμικό οικονομικό θαύμα της Γερμανίας (μαζί με τις επιδοτήσεις του Σχεδίου Μάρσαλ, ασφαλώς).
Οι διάδοχοι του Έρχαρντ επιχείρησαν να αφήσουν τη δική τους σφραγίδα στο υπουργείο, άλλοι με λιγότερη, άλλοι με περισσότερη επιτυχία. Ως υπουργός Οικονομίας στην ταραγμένη περίοδο 1977-1982 ο «Φιλελεύθερος» Όττο Γκραφ Λάμπσντορφ είχε αποκτήσει τόση ισχύ, ώστε τελικά συσπείρωσε γύρω του τους θιασώτες μίας δεξιάς πολιτικής στροφής, προκαλώντας την πτώση της κυβέρνησης υπό τον σοσιαλδημοκράτη Χέλμουτ Σμιτ. Στην τελευταία κυβέρνηση της Άνγκελα Μέρκελ το υπουργείο είχε αναλάβει ο Πέτερ Αλτμάιερ, που ήταν από τους πιο έμπιστους συνεργάτες της, γι' αυτό και μόνο ο λόγος του είχε βαρύτητα στο Βερολίνο.
Όλα κρίνονται στις αρμοδιότητες
Τα τελευταία τέσσερα χρόνια ο Πράσινος αντικαγκελάριος και υπουργός Οικονομίας Ρόμπερτ Χάμπεκ διαχειριζόταν ένα «υπέρ-υπουργείο» με εκτενείς αρμοδιότητες για τις αγορές, την ψηφιακή οικονομία, την ενέργεια, την προστασία του καταναλωτή και του περιβάλλοντος, την «πράσινη μετάβαση», το διεθνές εμπόριο, τη διαχείριση χρηματοδοτικών εργαλείων όπως το Ταμείο Οικονομικής Σταθεροποίησης (WSF), ακόμα και τη διαστημική τεχνολογία.
Όμως, σύμφωνα με δημοσιογραφικές «διαρροές» από τις μετεκλογικές διαπραγματεύσεις για τη νέα κυβέρνηση συνασπισμού υπό τον χριστιανοδημοκράτη Φρίντριχ Μερτς, το περίγραμμα των αρμοδιοτήτων έχει αλλάξει.
Για παράδειγμα, η προστασία του περιβάλλοντος επιστρέφει στο υπουργείο Περιβάλλοντος, ενώ η διαστημική τεχνολογία εντάσσεται στο υπουργείο Έρευνας. Εικάζεται ότι αυτή η αποψίλωση των αρμοδιοτήτων είναι και η κύρια αιτία για την απροθυμία που επιδεικνύουν τα «βαριά ονόματα» των Χριστιανοδημοκρατών να αναλάβουν το συγκεκριμένο χαρτοφυλάκιο.
Αλλά βεβαίως η φύση απεχθάνεται το κενό και το ίδιο συμβαίνει στην πολιτική. Έτσι, έρχονται στο προσκήνιο νέα ονόματα. Η εφημερίδα Frankfurter Rundschau αναφέρει ως πιθανό υποψήφιο για το υπουργείο Οικονομίας τον 49χρονο δικηγόρο Αντρέας Γιουνγκ, ενώ για την Bild φαβορί είναι η Κατερίνα Ράιχε, πρώην βουλευτής των Χριστιανοδημοκρατών και νυν επικεφαλής του ενεργειακού κολοσσού Westenergie AG. Η ορκωμοσία της νέας κυβέρνησης Μερτς στην Ομοσπονδιακή Βουλή αναμένεται στις 6 Μαἴου.
Πηγή: DW