Πέντε ισραηλινοί φίλοι, ο Γκάι Αζάρ, ο Μόσε Σααντιάν, ο Μπεν Χασίντ, ο Ραζ Μορντεκάι και ο Ορ Μόσε, παρακολούθησαν μαζί το μουσικό φεστιβάλ Supernova που πραγματοποιήθηκε κοντά στα σύνορα Ισραήλ – Γάζας.
Όταν οι ένοπλοι της Χαμάς επιτέθηκαν τις πρώτες πρωινές ώρες του Σαββάτου, τουλάχιστον 260 άτομα σκοτώθηκαν. Ο Μπεν δολοφονήθηκε. Ο Γκάι πιστεύεται ότι πιάστηκε όμηρος και αργότερα σκοτώθηκε. Ο Μόσε παραμένει αγνοούμενος.
Μόνο ο Ορ και ο Ραζ επέζησαν και επέστρεψαν στο σπίτι τους και περιγράφουν στην Daily Mail την ιστορία τους και όλα όσα συνέβησαν.
Η ιστορία των πέντε φίλων
Περιμέναμε με ανυπομονησία το φεστιβάλ εδώ και μήνες. Ο Γκάι μας έβγαλε μια φωτογραφία πριν ξεκινήσουμε: πέντε κολλητοί, γεμάτοι ζωή, κέφι και χαρά. Και έτσι συνεχίστηκε, όλη τη νύχτα.
Γύρω στις 6:30 το πρωί η μουσική σταμάτησε απότομα και όλοι πάγωσαν. Από τα μεγάφωνα ακούστηκαν φωνές που μας έλεγαν να φύγουμε αμέσως. Στην αρχή, υποθέσαμε ότι επρόκειτο για να συνηθισμένη επίθεση με ρουκέτες. Τέτοιοι συναγερμοί είναι συνηθισμένοι στο Ισραήλ.
Δεν γνωρίζαμε ότι βαριά οπλισμένοι ένοπλοι της Χαμάς είχαν ήδη προσγειωθεί σε κοντινή απόσταση, καθώς τα αλεξίπτωτα τους προσγειώθηκαν στην άμμο, και άλλοι μας περικύκλωσαν με τα πόδια και με οχήματα.
Τότε, στις 7.30 π.μ., η πραγματική φρίκη της κατάστασής μας άρχισε να ξετυλίγεται: Οι αστυνομικοί φώναξαν ξαφνικά σε όλους να τρέξουν να πάνε στα αυτοκίνητά τους. Είχαν εντοπιστεί οι πρώτοι ένοπλοι, οι οποίοι πλησίαζαν με όπλα που στόχευαν κατευθείαν στο πλήθος. Από πάνω ακούγαμε τον βρυχηθμό των ρουκετών που διέσχιζαν τον καταγάλανο ουρανό.
Μόλις μπήκαμε στο αυτοκίνητό μας, συνειδητοποιήσαμε πως 3.000 άνθρωποι προσπαθούσαν όλοι μαζί να φύγουν από τον ίδιο δρόμο. Η κυκλοφορία σταμάτησε σχεδόν αμέσως. Οι προπορευόμενοι εγκατέλειψαν τα αυτοκίνητά τους και κατευθύνθηκαν προς την έρημο, κάποιοι τρέχοντας, τρομοκρατημένοι.
Μπερδεμένοι, αποφασίσαμε να αφήσουμε κι εμείς το αυτοκίνητό μας και να κοιτάξουμε γύρω μας. Ο ήχος των πυραύλων και των μακρινών πυροβολισμών εντάθηκε, αλλά κανείς δεν ήξερε πού να πάει, οπότε επιστρέψαμε στο αυτοκίνητο και συνεχίσαμε αργά.
Αυτό συνέβη μέχρι που φτάσαμε σε ένα περιπολικό της αστυνομίας που μας έκλεινε το δρόμο. Ο κόσμος άρχισε να ουρλιάζει. Οι πυροβολισμοί ακούγονταν πιο δυνατά - πιο κοντά. Ακριβώς μπροστά και πέρα από το μπλόκο της αστυνομίας, ένα μαύρο φορτηγάκι σταμάτησε γεμάτο ενόπλους που άνοιξαν πυρ. Η αστυνομία ανταπέδωσε τα πυρά.
Τρέξαμε μακριά από το δρόμο και μετά πάλι πίσω, χωρίς να ξέρουμε προς τα πού να πάμε και χωρίς χρόνο να σκεφτούμε. Οι δυο μας καταφέραμε να μείνουμε μαζί, αλλά -πριν το καταλάβουμε- ο Γκάι, ο Μόσε και ο Μπεν ήταν άφαντοι. Οι άνθρωποι φώναζαν στα κινητά τηλέφωνα εκλιπαρώντας για βοήθεια.
«Κρύφτηκα πίσω από ένα ψυγείο»
Μέσα στον πανικό μας, ο Ορ κι εγώ με κάποιο τρόπο χωριστήκαμε – έτρεξα πίσω προς το χώρο του φεστιβάλ (αργότερα θα ανακάλυπτα πως και ο Ορ έκανε το ίδιο) λέει ο Ραζ και συνεχίζει: Εξαντλημένος, στα όρια της κατάρρευσης, κατάφερα να βρω ένα από τα pop-up μπαρ. Άκουγα τους τρομοκράτες ακριβώς πίσω μου, οπότε κρύφτηκα πίσω από ένα ψυγείο.
Ο Γκάι Αζάρ
Δευτερόλεπτα αργότερα, ένας ένοπλος μπήκε στο μπαρ. Σκύβω, παγωμένος, κρατώντας την αναπνοή μου, με την καρδιά μου να χτυπάει δυνατά. Άρχισε να πυροβολεί ασταμάτητα στο ψυγείο. Αλλά ως εκ θαύματος, δεν χτυπήθηκα και έφυγε – υποθέτοντας πως ήμουν νεκρός.
Στη συνέχεια, σύρθηκα προς ένα ανοιχτό χωράφι – και εκεί, ευτυχώς, ξαναβρέθηκα με τον Ορ, ο οποίος προσπαθούσε απεγνωσμένα να με βρει. Και πάλι μαζί, τρέξαμε να καλυφθούμε. Σε μια πλαγιά, εντοπίσαμε ένα τανκ. Είχε έρθει ο στρατός για μας; Όχι, το τανκ ήταν άδειο. Βρήκαμε όμως 3 αστυνομικούς να είναι σκυμμένοι πίσω από το τανκ και πήγαμε μαζί τους, μαζί με άλλους 15 επιζώντες.
«Ένα κολασμένο τοπίο»
Περιμέναμε 3,5 ώρες μέχρι, επιτέλους, να φτάσουν οι ενισχύσεις των IDF για να μας εκκενώσουν. Οι ένοπλοι της Χαμάς όμως δεν είχαν φύγει. Και καθώς μπήκαμε σε ένα όχημα εκκένωσης, δεχτήκαμε κι άλλα πυρά. Μας στρίμωξαν στο φορτηγό και μας είπαν να μείνουμε σκυμμένοι. Κι έτσι, καταφέραμε να φύγουμε από ένα κολασμένο τοπίο: αμέτρητα σώματα κείτονταν στο δρόμο σχηματίζοντας λίμνες αίματος. Άνθρωποι είχαν καεί ζωντανοί και είχαν πυροβοληθεί εξ επαφής μέσα στα αυτοκίνητά τους. Τι είχε συμβεί στους φίλους μας;
Μας πήγαν σε ένα αστυνομικό τμήμα στην κοντινή πόλη Οφακίμ. Λεωφορεία μετέφεραν τους επιζώντες από εκεί, αλλά εμείς μείναμε ελπίζοντας ότι ο Γκάι, ο Μόσε και ο Μπεν θα έρχονταν μετά από λίγο. Τελικά, φύγαμε, όταν ήχησαν οι αεροπορικές σειρήνες, χωρίς να μάθουμε την τύχη τους.
Αργότερα όμως, μάθαμε τα δυσάρεστα: το πτώμα του Μπεν βρέθηκε στην έρημο. Ο υπέροχος φίλος μας γεμάτος χαρά, που τη μία στιγμή χόρευε μαζί μας, την επόμενη έπρεπε να τον κηδέψουμε. Ακολούθησε και δεύτερη τραγωδία, καθώς η οικογένεια του Γκάι έμαθε αργά την Τετάρτη πως πιθανότατα κρατούνταν όμηρος κάπου στη Γάζα. Την Πέμπτη έλαβαν την είδηση πως πιθανότατα είχε δολοφονηθεί κι αυτός. Όσο για τον Μόσε, δεν έχουμε νέα του. Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να προσευχόμαστε.
Το πτώμα του Μπεν βρέθηκε στην έρημο
Όσα είδαμε το Σαββατοκύριακο, ήταν ένα αφάνταστο, ανείπωτο κακό. Η Χαμάς ήρθε, οπλισμένη με όπλα και μίσος για να δολοφονήσει αθώους άνδρες, γυναίκες και παιδιά όσο πιο σκληρά γίνεται, απλά και μόνο επειδή είμαστε Εβραίοι. Όσο για το μήνυμά μας προς τον κόσμο: Το Ισραήλ δεν μπορεί να είναι ασφαλές μέχρι να εξαλειφθεί η Χαμάς. Παρά τις αντιξοότητες, επιβιώσαμε. Αλλά με κάθε δευτερόλεπτο που περνάει μέχρι την ήττα της Χαμάς, πόσοι άλλοι δεν θα είναι τόσο τυχεροί;