H Ευρωπαϊκή Επιτροπή επιβραδύνει τις προσπάθειες να προωθήσει την επενδυτική συμφωνία της με την Κίνα, αναγνωρίζοντας ότι οι ευρωβουλευτές δεν θα εγκρίνουν μία τέτοια συμφωνία ενόσω το Πεκίνο διατηρεί τις κυρώσεις σε πέντε συναδέλφους τους.
Η επενδυτική συμφωνία με την Κίνα δεν μπορεί να διαχωριστεί από τις σχέσεις ΕΕ- Κίνας, ανέφερε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε ανακοίνωσή της, προσθέτοντας ότι οι κυρώσεις σε ευρωβουλευτές είναι «μη αποδεκτές και λυπηρές».
«Οι προοπτικές για την επικύρωση της συμφωνίας θα εξαρτηθούν από την εξέλιξη της κατάστασης», σημείωσε η Κομισιόν, η οποία είχε εξάρει τη συμφωνία που επιτεύχθηκε στα τέλη του 2020, ως μέσο για την αντιμετώπιση των μη ισορροπημένων οικονομικών σχέσεων.
Ωστόσο, οι ανησυχίες για τις επιδόσεις της Κίνας όσον αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα και οι επιφυλάξεις από τις ΗΠΑ είχαν εγείρει αμφιβολίες για τη διαδικασία έγκρισης της συμφωνίας ήδη πριν από τις κυρώσεις- αντίποινα της Κίνας.
Επί του παρόντος, η Κομισιόν προχωρεί στη νομική εξέταση της συμφωνίας και τη μετάφρασή της στις γλώσσες της ΕΕ, ενώ το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αναμένεται να την αξιολογήσει μόνο το 2022.
Ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Βάλντις Ντομπρόβσκις παραδέχθηκε ότι θα είναι δύσκολη η αποδοχή της συμφωνίας στο Ευρωκοινοβούλιο, καθώς οι σοσιαλδημοκράτες και οι πράσινοι είναι εναντίον της.
«Η κινεζική πλευρά υπολόγισε λάθος», δήλωσε ο Γερμανός ευρωβουλευτής Reinhard Buetikofer, ένας από τους πέντε που μπήκαν σε μαύρη λίστα, προσθέτοντας ότι δεν αναμένει επικύρωση της συμφωνίας τουλάχιστον για τα επόμενα δύο χρόνια.
Ο Bernd Lange, πρόεδρος της Επιτροπής του Ευρωκοινοβουλίου για το εμπόριο, δήλωσε ότι η συμφωνία είναι «στον πάγο» και μπορεί να μείνει εκεί για πολύ καιρό ακόμη.
Ο Γάλλος Πρόεδρος, Εμανουέλ Μακρόν, και η Γερμανίδα καγκελάριος, Άγκελα Μέρκελ, στηρίζουν τη συμφωνία, αλλά αυτή δεν θα επικυρωθεί πριν από τις γερμανικές εκλογές τον Σεπτέμβριο, όταν η Μέρκελ θα έχει αποχωρήσει. Αυτό μπορεί να κάνει τη διαφορά, ιδιαίτερα αν οι Πράσινοι συμμετέχουν στην επόμενη γερμανική κυβέρνηση.
Η Κίνα, πάντως, εξακολουθεί να έχει ισχυρούς συμμάχους στην ΕΕ. Η Ουγγαρία μπλόκαρε για δεύτερη φορά μία δήλωση της ΕΕ που επέκρινε τον νέο κινεζικό νόμο για την ασφάλεια στο Χονγκ Κονγκ, ανέφεραν διπλωμάτες.
Η Επιτροπή θέλει να κόψει την όρεξη των κινεζικών επιχειρήσεων για τις ευρωπαϊκές εταιρίες
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε σήμερα να της δοθούν περισσότερες εξουσίες προκειμένου να μπλοκάρει την ανάθεση ή την πρόσβαση σε μια δημόσια σύμβαση αν μια ξένη επιχείρηση έχει λάβει πολλές επιδοτήσεις, μια ρύθμιση που στοχεύει, χωρίς να την κατονομάζει, την Κίνα.
Το κείμενο αυτό εγγράφεται στο πλαίσιο μιας σκλήρυνσης της στάσης της Ευρώπης απέναντι στο Πεκίνο, του δεύτερου μεγαλύτερου εμπορικού εταίρου της μετά τις Ηνωμένες Πολιτείες, με την οποία πασχίζει να διατηρήσει μια διπλωματική και οικονομική ισορροπία.
Από τη μία πλευρά, η Γερμανία επιθυμεί να διατηρηθούν οι δεσμοί με αυτόν τον προνομιακό προορισμό για τις εξαγωγές της και από την άλλη, ορισμένα κράτη μέλη ανησυχούν για τον αθέμιτο ανταγωνισμό κινεζικών επιχειρήσεων που επιδοτούνται σε μεγάλο βαθμό από το κομμουνιστικό καθεστώς.
Η ένταση ανάμεσα στα δύο μπλοκ είναι επίσης πολιτική: η ΕΕ επέβαλε κυρώσεις σε βάρος της Κίνας, την οποία κατηγορεί για παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην περιοχή της Σιντζιάνγκ. Εκείνη απάντησε επιβάλλοντας κυρώσεις σε ευρωβουλευτές, πανεπιστημιακούς και στο γερμανικό κέντρο σκέψης MERICS.
«Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι η πιο ανοικτή αγορά στον κόσμο. Αλλά αυτή η ανοικτή στάση πάει μαζί με τη δικαιοσύνη», ανέφερε σε ένα τουίτ η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, η οποία πρόσθεσε πως σκοπός των προτεινόμενων μέτρων είναι να διασφαλιστούν ίσοι όροι ανταγωνισμού.
Η νομοθεσία που παρουσιάστηκε σήμερα, η οποία αναμένεται τώρα να εξεταστεί από τα κράτη μέλη και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, θα επιτρέψει στην Επιτροπή να διεξάγει έρευνα για τις ξένες επιχειρήσεις που επιδιώκουν να εξαγοράσουν εταιρίες της ΕΕ με ετήσιο κύκλο εργασιών άνω των 500 εκατ. ευρώ.
Επίσης θα μπορούν να ξεκινήσουν έρευνες σε βάρος ομίλων που είναι υποψήφιοι για μεγάλες δημόσιες συμβάσεις στην Ευρώπη, όπως οι σιδηρόδρομοι ή οι τηλεπικοινωνίες, με αξία που υπερβαίνει τα 250 εκατ. ευρώ.
Η Επιτροπή θα μπορεί επίσης να ξεκινήσει έρευνες με δική της πρωτοβουλία.
Σε περίπτωση στρέβλωσης του ανταγωνισμού, οι Βρυξέλλες θα μπορούν να ζητήσουν διορθωτικά μέτρα ακόμη και να απαγορεύσουν σε ορισμένες περιπτώσεις την ανάθεση δημόσιας σύμβασης στην εν λόγω εταιρία.
Τα δάνεια με μηδενικό επιτόκιο, μια προνομιακή δημοσιονομική μεταχείριση ή απλώς άμεσες επιχορηγήσεις θα μπορούσαν να αποτελούν μέρος της βοήθειας που θεωρείται ότι στρεβλώνει τον ανταγωνισμό.
Η πρόταση δεν στρέφεται επίσημα εναντίον μιας συγκεκριμένης χώρας, αλλά ευρωπαϊκές πηγές συμφωνούν πως οι ανησυχίες που αφορούν την Κίνα βρίσκονται στο επίκεντρο της σύνταξής της.
Το κείμενο αυτό παρουσιάζεται λίγο καιρό μετά τη συμφωνία-έκπληξη στην οποία κατέληξαν στα τέλη Δεκεμβρίου οι Βρυξέλλες και το Πεκίνο.
Η συμφωνία αυτή, που επιτεύχθηκε έπειτα από χρόνια μπλοκαρίσματος, δεν έχει ακόμη επικυρωθεί, όμως ο αντιπρόεδρος της Επιτροπής, Βάλντις Ντομπρόφσκις, δήλωσε χθες, Τρίτη, στο Γαλλικό Πρακτορείο πως οι «προσπάθειες» των υπηρεσιών του γι΄ αυτό έχουν «ανασταλεί». «Στην παρούσα κατάσταση (...) το περιβάλλον δεν είναι ευνοϊκό για την επικύρωση της συμφωνίας», είπε.