Όπως όλα δείχνουν η αμερικανική αμυντική ομπρέλα των ΗΠΑ πάνω από την Ευρώπη θα αποτελεί σύντομα μια σελίδα της ιστορίας. Σαν μια συνθήκη από το παρελθόν, η οποία επέτρεπε στην Ευρώπη να αναπτύσσεται εν ειρήνη, με τις αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις να αποτελούν τη βασική αμυντική ασπίδα παλαιότερα απέναντι στο Σοβιετικό Μπλοκ και πρόσφατα απέναντι στις επεκτατικές και τιμωρητικές διαθέσεις της Ρωσίας του Πούτιν.
Το 2025 η αμυντική ασπίδα των ΗΠΑ που προστάτευε την Ευρώπη αποτελεί παρελθόν. Σύμφωνα με τους παλαιότερους, το ΝΑΤΟ είχε δημιουργηθεί για να κρατήσει τους Γερμανούς «κάτω», τους Αμερικανούς «μέσα» και τη Ρωσία «έξω». Δηλαδή, να μην επιτρέψει στους Γερμανούς να ξεκινήσουν ένα νέο πόλεμο, να διατηρήσουν τις ΗΠΑ ως ελευθερώτρια δύναμη μέσα στην Ευρώπη και να κρατήσουν την πρώην Σοβιετική Ένωση και τώρα τη Ρωσία μακριά από τη δημοκρατική Δύση. Σήμερα αυτό δεν ισχύει πλέον. Οι ΗΠΑ θέλουν να «βγουν έξω» και η Ρωσία θέλει να «μπει μέσα». Οπότε είναι στο χέρι της Ευρώπης, το τι ακριβώς θέλει να κάνει και πώς να σχεδιάσει την επόμενη ημέρα.
Μπορεί η Ευρώπη να ανακοινώνει θεαματικές αυξήσεις των αμυντικών δαπανών, με την ίδια θέρμη που ανακοίνωνε τις επενδύσεις της στην πράσινη ανάπτυξη, ωστόσο όταν η συζήτηση φτάνει τις στρατιωτικές δυνάμεις που μπορούν να αναπτυχθούν στο πεδίο, την πιάνει γλωσσοδέτης. Το πεδίο στην παρούσα φάση, στις συζητήσεις που έχουν ξεκινήσει, δεν είναι το σύνολο των ευρωπαϊκών συνόρων. Είναι τα σύνορα της Ουκρανίας με τη Ρωσία. Τα οποία, όπως, είναι λογικό συγκεντρώνουν το ενδιαφέρον των χωρών της Βαλτικής, αλλά και της Πολωνίας, της Φινλανδίας και της Σουηδίας.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο διακρίνουμε μια σαφέστατη μεθόδευση προς την κατεύθυνση της χρησιμοποίησης του στρατού της Τουρκίας για την τήρηση της επιδιωκόμενης ειρήνης στο Ουκρανικό μέτωπο. Η Τουρκία αναμένεται να αποτελέσει τον «μισθοφορικό» στρατό που θα αναπτυχθεί στα σύνορα με τη Ρωσία. Ένα στρατό που με ιδιαίτερη ευκολία μπορεί να διαθέσει η γειτονική χώρα, σε αντίθεση με τις ευρωπαϊκές κοινωνίες, που είναι απρόθυμες να αντιμετωπίσουν απώλειες και θυσίες για να υπερασπιστούν την ειρήνη, τη δημοκρατία, την ανεξαρτησίας και την ευημερία τους.
Γιατί λέμε ότι η Τουρκία θα είναι ο «μισθοφόρος» της Ευρώπης; Διότι η Τουρκία ζητά πολλά για να προσφέρει στρατό στην Ευρώπη. Δεν ενδιαφέρεται απλά να συμμετάσχει στον ευρωπαϊκό αμυντικό βραχίονα ως «φαντάρος». Ενδιαφέρεται να συμμετάσχει στον σχεδιασμό της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας. Ενδιαφέρεται να αποκτήσει αμυντικά συστήματα, από τα οποία είναι αποκλεισμένη, όπως είναι για παράδειγμα τα Eurofighters, που θα μπορούσαν να πάρουν τη θέση των F-35. Ενδιαφέρεται παράλληλα να πωλήσει στους Ευρωπαίους, προϊόντα της δικής της αμυντικής βιομηχανικής παραγωγής.
Έτσι η Τουρκία είναι έτοιμη να προσφέρει την ισχύ των ενόπλων δυνάμεών της, για να υπερασπιστεί τα βορειοανατολικά σύνορα της Ευρώπης και να διαφυλάξει τις ειρηνευτικές προσπάθειες και ταυτόχρονα να αξιοποιήσει για λογαριασμό της, το παράθυρο ευκαιρίας στα πλαίσια της νέας ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής ασφάλειας, καθώς και της ενιαίας ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανικής παραγωγής.
Η Ευρώπη από την πλευρά της δείχνει πρόθυμη να «πληρώσει» για τις υπηρεσίες των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων, με διάφορους τρόπους. Με την πώληση αμυντικών συστημάτων προς την Τουρκία, με την προμήθεια στρατιωτικού υλικού από την Τουρκία και με το εκ νέου άνοιγμα της υποψηφιότητας της Τουρκίας για την ένταξη της στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως ακούσαμε από τα χείλη του Αντόνιο Κόστα, προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.
Το οξύμωρο είναι, ότι ενώ οι Ευρωπαίοι εδώ και δεκαετίες δεν έχουν καταφέρει να κτίσουν μια κοινή άμυνα, είναι έτοιμοι να προσφέρουν τα πάντα στην Τουρκία, ως αμοιβή για τον μισθοφορικό στρατό των 30.000 οπλιτών που θα παρατάξει στα ουκρανικά σύνορα. Την ίδια στιγμή κατά την οποία ευρωπαϊκές χώρες όπως η Ελλάδα και η Κύπρος, βρίσκονται πάντα στο στόχαστρου του τουρκικού επεκτατισμού. Την ίδια στιγμή κατά την οποία η Τουρκία είχε μετατρέψει σε παζάρι την ένταξη της Σουηδίας και της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ.
Μέσα από αυτήν την οπτική οι ανακοινώσεις της τριμερούς συνάντησης Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ τον προσεχή Απρίλιο στην Ιερουσαλήμ, ίσως και να δώσουν ένα ισχυρό σήμα, το οποίο να προσφέρει απαντήσεις στην αυξανόμενη αβεβαιότητα από τις πρόσφατες ευρωπαϊκές κινήσεις. Αφού αναμένεται να έχουν ξεκαθαρίσει εν τω μεταξύ και οι αμερικανικές θέσεις, οι οποίες προς το παρόν είναι θολές.
Η πρόσληψη της Τουρκίας ως «μισθοφόρου» της Ευρώπης, πρέπει να μας προβληματίζει και να μας κρατάει σε επαγρύπνηση.