Η κυβέρνηση του Ισπανού πρωθυπουργού Πέδρο Σάντσεθ βρίσκεται αντιμέτωπη με μεγάλη άνοδο των αφίξεων παράτυπων μεταναστών, κυρίως στο αρχιπέλαγος των Κανάριων νησιών τα οποία αισθάνονται εγκαταλειμμένα από τη Μαδρίτη και την Ευρώπη.
Κάθε ημέρα οι υπηρεσίες διάσωσης αναφέρουν την άφιξη πλοιαρίου που μεταφέρει δεκάδες Αφρικανούς μετανάστες σε ένα από τα Κανάρια νησιά, τα οποία βρίσκονται στα ανοικτά των βορειοδυτικών ακτών της Αφρικής.
Για τον λόγο αυτόν ο Σάντσεθ αποφάσισε να πραγματοποιήσει από αύριο Τρίτη και ως την Πέμπτη περιοδεία στις τρεις χώρες από τις οποίες κυρίως αναχωρούν οι μετανάστες: τη Μαυριτανία, τη Γκάμπια και τη Σενεγάλη.
Ακόμη δεν είναι γνωστή η φύση και το ποσό της βοήθειας που σκοπεύει να προσφέρει σε αυτές τις χώρες -- κυρίως στη Μαυριτανία όπου είχε μεταβεί και τον Φεβρουάριο και η οποία αποτελεί τη βασική χώρα αναχώρησης για τους μετανάστες—προκειμένου να τις παρακινήσει να κάνουν τα πάντα ώστε να εμποδίζουν τις αναχωρήσεις αυτές.
Ο πρόεδρος της περιφερειακής κυβέρνησης των Κανάριων νησιών, ο Φερνάντο Κλαβίχο που συναντήθηκε την Παρασκευή με τον Ισπανό πρωθυπουργό, εκτίμησε ότι υπάρχουν «περισσότεροι από 150.000 πρόσφυγες» έτοιμοι να κάνουν το ταξίδι από τη Μαυριτανία προς το αρχιπέλαγος.
Ζήτησε εξάλλου από την ΕΕ να αναλάβει τις ευθύνες της «προκειμένου τα Κανάρια να μην είναι αναγκασμένα να στηρίξουν μόνα τους όλη τη μεταναστευτική πίεση της Ευρώπης». Διότι, όπως τόνισε ο Κλαβίχο, οι μετανάστες αυτοί «φτάνουν στην Ευρώπη, στην Ισπανία και όχι μόνο στα Κανάρια νησιά».
Τα Κανάρια και γενικότερα η Ισπανία αποτελούν συχνά μόνο έναν σταθμό για τους μετανάστες που επιθυμούν να πάνε σε άλλες χώρες της Ευρώπης.
Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία του ισπανικού υπουργείου Εσωτερικών, από την 1η Ιανουαρίου ως τις 15 Αυγούστου φέτος έφτασαν στα Κανάρια 22.304 μετανάστες, έναντι 9.864 την ίδια περίοδο πέρυσι. Πρόκειται για αύξηση 126%. Για το σύνολο της Ισπανίας η αύξηση στον αριθμό των αφίξεων φτάνει το 66,2% (από 18.745 πέρυσι σε 31.155 φέτος).
Επιπλέον η τάση αυτή εκτιμάται ότι θα ενισχυθεί ως το τέλος του έτους, κυρίως λόγω της αναμενόμενης βελτίωσης των καιρικών συνθηκών σε αυτή την περιοχή του Ατλαντικού.
Ο αριθμός ρεκόρ των 39.910 αφίξεων μεταναστών που καταγράφηκε πέρυσι φαίνεται ότι θα ξεπεραστεί, επιβεβαιώνοντας ότι η μεταναστευτική οδός του Ατλαντικού προς τα Κανάρια νησιά έχει γίνει η βασική για τους μετανάστες που επιθυμούν να φτάσουν στην Ισπανία, παρά τη μεγάλη επικινδυνότητά της.
Όμως τα Κανάρια νησιά δεν είναι η μόνη περιοχή της νότιας Ισπανίας που επηρεάζεται. Η μικρή πόλη Θέουτα, ένας ισπανικός θύλακας στις βόρειες ακτές του Μαρόκου, επίσης καταγράφει εδώ και μερικές εβδομάδες μεγάλη αύξηση στις αφίξεις μεταναστών.
Πρόκειται για ένα από τα δύο χερσαία σύνορα της ΕΕ με την αφρικάνικη ήπειρο – το άλλο είναι η Μελίγια, ένας άλλος ισπανικός θύλακας πιο ανατολικά.
Για τις περιοχές αυτές το πιο πιεστικό πρόβλημα είναι οι ασυνόδευτοι ανήλικοι μετανάστες, επειδή την ευθύνη για αυτούς έχουν αποκλειστικά οι περιφέρειες, σε αντίθεση με τους ενήλικες τους οποίους αναλαμβάνει η κεντρική κυβέρνηση.
Οι ισπανικές περιφέρειες που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή δυσκολεύονται να αντιμετωπίσουν τη ραγδαία άνοδο του αριθμού των ανήλικων μεταναστών, τους οποίος πρέπει να φροντίσουν.
Στα Κανάρια νησιά η περιφερειακή κυβέρνηση πρέπει να προσφέρει κατάλυμα σε 5.100 ασυνόδευτους ανήλικους, την ώρα που τα κέντρα υποδοχής διαθέτουν θέσεις για 2.000 άτομα. Αντίστοιχη είναι η κατάσταση στη Θέουτα.
Για να λύσει το πρόβλημα η κυβέρνηση Σάντσεθ προσπάθησε να περάσει τον Ιούλιο από το κοινοβούλιο τροποποίηση του μεταναστευτικού νόμου, προκειμένου να αποκτήσει η κεντρική κυβέρνηση το δικαίωμα να μοιράζει τους ασυνόδευτους ανήλικους μετανάστες στις περιφέρειες.
Όμως το δεξιό Λαϊκό Κόμμα, το ακροδεξιό Vox και το καταλανικό κόμμα του Κάρλες Πουτζδεμόν, που ζητούν να αυστηροποιηθεί η νομοθεσία για την αντιμετώπιση της παράτυπης μετανάστευσης, εμπόδισαν τη συζήτηση του νομοσχεδίου.
Προς το παρόν λοιπόν η κυβέρνηση των Κανάριων νησιών είναι μόνη της και αισθάνεται εγκαταλελειμμένη.
Την Παρασκευή ο Κλαβίχο πέτυχε απλώς η περιφέρειά του να λάβει φέτος κρατική βοήθεια 50 εκατ. ευρώ, ποσό αντίστοιχο με αυτό που είχε λάβει το 2022 και το 2023, αλλά μικρότερο από τα 150 εκατ. ευρώ που είπε ότι έχει δαπανήσει από την αρχή του έτους.