Του Γιώργου Παυλόπουλου
Ο σουλτάνος μοιάζει να είναι καβάλα στο άλογο, κραδαίνοντας το... γιαταγάνι του. Στη Συρία, ο στρατός του ετοιμάζεται για την εισβολή, η οποία αναμένεται να εκδηλωθεί ανά πάσα στιγμή, μετά και την αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων – όσο για την απειλή του Τραμπ ότι θα καταστρέψει την οικονομία της Τουρκίας εάν αυτή ξεπεράσει τα όρια, ο Ταγίπ Ερντογάν γνωρίζει πολύ καλά ότι διατυπώθηκε για... εσωτερική πρωτίστως χρήση.
Την ίδια στιγμή, ο ίδιος διαπιστώνει ότι η Ευρώπη δεν έχει καμία πρόθεση να τα σπάσει μαζί του και τον έχει ανάγκη, κυρίως εξαιτίας του προσφυγικού. Όσο για τη Ρωσία, αν και η σχέση του με τον Βλαντιμίρ Πούτιν δεν είναι παρά μια «λυκοφιλία», επίσης καταλαβαίνει ότι ο ομόλογός του θέλει να υπάρχουν καλές διμερείς σχέσεις, για ευνόητους λόγους. Σίγουρα δε, κανείς από όλους τους παραπάνω δεν είναι διατεθειμένος να έρθει σε κατά μέτωπο σύγκρουση με τον Ερντογάν για τα μάτια των Κούρδων.
Έτσι, εκμεταλλευόμενος τη στρατηγική θέση της χώρας του σε μια πολύ ευαίσθητη περιοχή, ο πρόεδρος της Τουρκίας μοιάζει να έχει καταφέρει να σπάσει τη διεθνή απομόνωση από την οποία απειλήθηκε κάποια στιγμή. Και ετοιμάζει τα επόμενα βήματά του, που προφανώς έχουν να κάνουν και με τη νοτιοανατολική Μεσόγειο και με την συνεκμετάλλευση του φυσικού της πλούτου.
Έχει ο καιρός γυρίσματα...
Είναι γνωστό, όμως, πως ο καιρός έχει γυρίσματα, ενώ ό,τι λάμπει δεν είναι πάντα χρυσός. Αυτός ακριβώς είναι και ο λόγος για τον οποίο ο Ερντογάν αγοράζει μανιωδώς... χρυσό!
Πράγματι, σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε χθες στη δημοσιότητα το Παγκόσμιο Συμβούλιο Χρυσού, τον περασμένο Αύγουστο η κεντρική τράπεζα της Τουρκίας – η οποία ελέγχεται πλέον πλήρως από το «παλάτι» – πρόσθεσε στο απόθεμά της 41 τόνους του πολύτιμου μετάλλου. Καθώς δε το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα πωλήθηκαν στις διεθνείς αγορές 61 τόνοι, αυτό σημαίνει ότι η Τουρκία αγόρασε τα δύο τρίτα της συνολικής ποσότητας.
Προκαλεί, μάλιστα, εντύπωση το γεγονός ότι η αγοραστική μανία επιδειχθηκε σε μια περίοδο που η τιμή του χρυσού ήταν πολύ υψηλή, εξαιτίας της γεωπολιτικής αστάθειας, αλλά και των ενδείξεων ότι επίκειται νέος γύρος επιβράδυνσης ή ακόμη και ύφεσης για την παγκόσμια οικονομία. Κάτι που σημαίνει, πολύ απλά, ότι για την Άγκυρα αποτελεί ύψιστη προτεραιότητα να αυξήσει τα αποθέματά της – και το ερώτημα που τίθεται είναι γιατί.
Όπως σημείωνε σε σχετική της ανάλυση χθες η γερμανική οικονομική εφημερίδα Handelsblatt, κάτι ανάλογο κάνουν τους τελευταίους μήνες οι κεντρικές τράπεζες της Ρωσίας και της Κίνας, καθώς «επιδιώκουν, με τον συγκεκριμένο τρόπο, να περιορίσουν την εξάρτηση των νομισμάτων τους από το δολάριο». «Ειδικά η οικονομία της Τουρκίας – τονίζεται επίσης στην ίδια ανάλυση – είναι ευάλωτη απέναντι σε μια διολίσθηση της λίρας, επειδή η χώρα εξαρτάται έντονα από τις εισαγωγές πετρελαίου και, καθώς το πετρέλαιο πληρώνεται σε δολάρια, μια αδύναμη λίρα θα εκτοξεύσει τον, έτσι κι αλλιώς υψηλό, πληθωρισμό».
Με άλλα λόγια: Όσο ισχυρός και αν αισθάνεται αυτή την περίοδο, ο Ερντογάν γνωρίζει καλύτερα από τον καθένα τις αδυναμίες της χώρας του και την αχίλλειο φτέρνα της, που δεν είναι άλλη από την οικονομία. Παρά δε το γεγονός ότι, όπως προαναφέραμε, το «πυροτέχνημα» του Τραμπ δεν έχει ουσιαστικό αντίκρυσμα και αξία σε αυτή τη φάση, είναι σαφές πως εάν οι ΗΠΣΑ αποφασίσουν να χτυπήσουν εκεί την Τουρκία, ο Ερντογάν θα πονέσει πολύ.
Ειδικά καθώς οι οιωνοί για την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας και ειδικά των αναδυόμενων χωρών κάθε άλλο παρά καλοί είναι...
Presidential Press Service via AP, Pool