Σχεδόν έναν χρόνο μετά την εισβολή του ρωσικού στρατού στην Ουκρανία που διέταξε ο πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν, το Κρεμλίνο δεν μοιάζει διατεθειμένο να διαπραγματευθεί το τέλος της ένοπλης σύρραξης, κατά την εκτίμηση της υπηρεσίας πληροφοριών της Γερμανίας.
Ο Μπρούνο Καλ, ο επικεφαλής της BND, επισημαίνει σε συνέντευξή του που δημοσιεύει σήμερα ο όμιλος μέσων ενημέρωσης Redaktionsnetzwerk Deutschland (RND) πως δεν βλέπει απολύτως καμία ένδειξη ότι ο Πούτιν θέλει ειρηνευτική συμφωνία.
Αυτή τη στιγμή, ο Ρώσος πρόεδρος επιδιώκει ο πόλεμος να κριθεί «στα πεδία των μαχών» και «να αποκτήσει όσα περισσότερα πλεονεκτήματα είναι δυνατόν, ώστε κατόπιν να υπαγορεύσει ειρηνευτική συμφωνία με τους δικούς του όρους κάποια στιγμή στο μέλλον», προσθέτει.
Ο Μπ. Καλ συμπληρώνει πως ο ρωσικός στρατός παραμένει σε θέση να στείλει πολύ μεγαλύτερο αριθμό στρατιωτών από όσους έχει αναπτύξει σήμερα στα μέτωπα.
Από τους 300.000 στρατευσίμους που κλήθηκαν να υπηρετήσουν το 2022, κάποιοι ακόμη εκπαιδεύονται, ενώ άλλοι έχουν σταλεί στα μέτωπα, σημειώνει. Ωστόσο, η Ρωσία μπορεί να αντλήσει από «δυναμικό» στρατευσίμων που φθάνει «ως και το 1 εκατομμύριο άνδρες, αν κριθεί απαραίτητο από το Κρεμλίνο», προειδοποιεί ο επικεφαλής της BND.
Αριθμητική υπεροχή
Παρά την αριθμητική υπεροχή της Ρωσίας, λέει πάντως ο κ. Καλ, η Ουκρανία καταφέρνει να υπερασπίζεται τον εαυτό της πολύ αποτελεσματικά.
Όμως «αυτός είναι δύσκολος αγώνας μακροπρόθεσμα και θα είναι επιτυχής για την ουκρανική πλευρά μόνο αν συνεχιστεί στ’ αλήθεια η υποστήριξη της Δύσης», προσθέτει.
Σε κάθε περίπτωση, παρατηρεί ο κ. Καλ, τα ρωσικά στρατεύματα μπόρεσαν να βάλουν τέλος στις ξαφνικές αντεπιθέσεις και προελάσεις των Ουκρανών. Ο επικεφαλής της BND περιγράφει την κατάσταση στα μέτωπα μιλώντας για μάχες χαρακωμάτων και πυροβολικού,για «πολύ σκληρό, βάρβαρο πόλεμο φθοράς».