Το πικρό ποτήρι της επιστροφής Τραμπ για το Ιράν
AP Photo/Julia Demaree Nikhinson
AP Photo/Julia Demaree Nikhinson

Το πικρό ποτήρι της επιστροφής Τραμπ για το Ιράν

Με αποδυναμωμένη περιφερειακή ισχύ στον έναν χρόνο που η Μέση Ανατολή έχει τυλιχθεί στις φλόγες, περιορισμένες επιλογές και συρρικνωμένα περιθώρια ελιγμών έρχεται η Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν ενώπιον της νέας προεδρίας Τραμπ, εκπέμποντας σήματα διαλλακτικότητας και την πρόθεση να διαπραγματευτεί μία νέα συμφωνία για το πυρηνικό της πρόγραμμα.

Η επομένη των προεδρικών εκλογών της 5ης Νοεμβρίου θα έβρισκε ανεξαρτήτως νικητή το Ιράν απέναντι στα στρατηγικά διλήμματα που του έχει επιβάλλει το Ισραήλ κόβοντας τα πλοκάμια των «δορυφόρων» του ισλαμικού καθεστώτος και κινούμενο προς τον «πυρήνα». Η πραγματικότητα όμως είναι πως η νίκη Τραμπ είναι ένα «δηλητηριασμένο δισκοπότηρο» για τον Αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ δεδομένης της απόλυτης στήριξης στο Ισραήλ και της «πολιτικής μέγιστης πίεσης» προς την Ισλαμική Δημοκρατία στην οποία θα επανέλθει. 

Είναι αβέβαιο πώς θα προσεγγίσουν το Ιράν ο Ντόναλντ Τραμπ και ο μελλοντικός υπουργός Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο, με αμφότερους να εκπέμπουν ανάμεικτα μηνύματα όσον αφορά μια τιμωρητική ή πιο ρεαλιστική στάση. Μαζί με τις γνωστές σκληρές θέσεις Ρούμπιο για το Ιράν, το μη προβλέψιμο των κινήσεων Τραμπ περιπλέκει την εξίσωση για την Τεχεράνη, η οποία έχει ακούσει τον εκλεγμένο πλέον πρόεδρο να λέει προς το Ισραήλ «να χτυπήσει τα πυρηνικά πρώτα και μετά ανησυχεί για τα υπόλοιπα» όταν σταθμίζονταν τα αντίποινα για το μπαράζ ιρανικών πυραύλων της 1ης Οκτωβρίου και η κυβέρνηση Μπάιντεν ασκούσε πιέσεις στην κυβέρνηση Νατανιάχου για να μην πληγούν πυρηνικές ή πετρελαϊκές εγκαταστάσεις.

Παράλληλα, η Τεχεράνη έχει ακούσει τον Τραμπ και να δηλώνει ανοιχτός σε μία νέα εκδοχή της συμφωνίας για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα -από την οποία ο ίδιος απέσυρε τις Ηνωμένες Πολιτείες το 2018 επιλέγοντας μία «εκστρατεία μέγιστης πίεσης», όπως την χαρακτήρισε, με αυστηρότερες κυρώσεις στον τραπεζικό τομέα και κατά της πετρελαϊκής βιομηχανίας του Ιράν. Τις κυρώσεις διατήρησε σε μεγάλο βαθμό ο Τζο Μπάιντεν εν μέσω τελματωμένων διπλωματικών προσπαθειών για την αναβίωση της συμφωνίας.

Η σχετική δήλωση Τραμπ είχε γίνει προς τους δημοσιογράφους στη Νέα Υόρκη μία εβδομάδα πριν τις προεδρικές κάλπες. «Βέβαια, θα το έκανα αυτό», είπε εκπλήσσοντας πολλούς όταν ρωτήθηκε αν θα έκλεινε μία συμφωνία με το Ιράν. «Πρέπει να κάνουμε μία συμφωνία, διότι οι συνέπειες είναι δυσβάσταχτες. Πρέπει να κάνουμε μία συμφωνία». Σε λεπτομέρειες δεν υπεισήλθε για το τι θα επεδίωκε σε μία ανάλογη συμφωνία, πάντως μπροστά στην προοπτική αυστηρών κυρώσεων στον πετρελαϊκό τομέα εκτιμάται ότι ο Αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ μπορεί να αναγκαστεί να διαπραγματευτεί και να αποδεχτεί μία συμφωνία πιο ευνοϊκή για τις ΗΠΑ και το Ισραήλ, προκειμένου να διατηρήσει όρθιο το θεοκρατικό καθεστώς στο Ιράν, το οποίο αντιμετωπίζει διογκούμενη εσωτερική αμφισβήτηση από νέους που ζητούν την αλλαγή, ενώ η οικονομία δεν θα αντέξει.

Από το 2018 και έπειτα, το Ιράν έχει αυξήσει τον εμπλουτισμό ουρανίου κοντά στα επίπεδα που απαιτούνται για την ανάπτυξη πυρηνικού όπλου, κάτι που δεν έχει αποφασίσει να πράξει, τόσο κατά τις εκτιμήσεις της κυβέρνησης Μπάιντεν, όσο και σύμφωνα με τη Διεθνή Υπηρεσία Ατομικής Ενέργειας (ΙΑΕΑ). Επιχειρώντας να εξασφαλίσει τη συνεργασία του καθεστώτος στις αναγκαίες επιθεωρήσεις ως βήμα για μία νέα συμφωνία ο επικεφαλής της ΙΑΕΑ, Ραφαέλ Γκρόσι, επισκέφθηκε χθες την Τεχεράνη και οι επαφές θα συνεχιστούν.

Ενδείξεις πιθανής ευρύτερης προόδου θα μπορούσαν κατά ορισμένους αναλυτές να «μαλακώσουν» την προσέγγιση του Τραμπ έναντι της Τεχεράνης, δεδομένης και της πρόσφατης δήλωσης του εκλεγμένου προέδρου ότι δεν επιδιώκει αλλαγή καθεστώτος αλλά επικεντρώνεται σε ένα Ιράν χωρίς πυρηνικά όπλα.

H Τεχεράνη δείχνει να υιοθετεί ένα πιο διαλλακτικό τόνο. Ο Τζαβάντ Ζαρίφ, ο οποίος είναι πλέον σύμβουλος του πρωθυπουργού Μασούντ Πεζεσκιάν, εξέφρασε με δήλωσή του την ελπίδα ότι ο Τραμπ θα «σταθεί ενάντια στον πόλεμο όπως έχει δεσμευτεί». Ο ίδιος ο Μασούντ Πεζεσκιάν σχολίασε επίσης αυτή την εβδομάδα ότι «είτε μας αρέσει είτε όχι, θα πρέπει να ασχοληθούμε με τις ΗΠΑ στην περιφερειακή και διεθνή σκηνή [...] οπότε είναι καλύτερο να διαχειριστούμε εμείς τη σχέση αυτή», υποδηλώνοντας ότι το Ιράν θα μπορούσε να είναι ανοιχτό σε απευθείας διπλωματία με τις ΗΠΑ. Και ακολούθησε ο Ιρανός υπουργός Εξωτερικών, Αμπάς Αραγτσί: «Εχουμε διαφορές, που είναι μερικές φορές θεμελιώδεις και κρίσιμες με τους Αμερικανούς και που δεν μπορούν να επιλυθούν, αλλά πρέπει να τις διαχειριστούμε […] προκειμένου να μειώσουμε τις εντάσεις. Οι δίαυλοι επικοινωνίας εξακολουθούν να υπάρχουν».

Στον απόηχο της εκλογής Τραμπ, πρώην αξιωματούχοι, αναλυτές και ο Τύπος στο Ιράν έχουν καλέσει ανοιχτά την κυβέρνηση να συνεργαστεί μαζί του. Η Shargh, η κυριότερη μεταρρυθμιστική ημερήσια εφημερίδα, ανέφερε σε πρωτοσέλιδο κύριο άρθρο της ότι ο νέος, πιο μετριοπαθής πρόεδρος του Ιράν, Μασούντ Πεζεσκιάν, πρέπει «να αποφύγει τα λάθη του παρελθόντος και να ακολουθήσει μία ρεαλιστική και πολυδιάστατη πολιτική». Και πολλοί στην κυβέρνηση Πεζεσκιάν συμφωνούν, σύμφωνα με πέντε Ιρανούς αξιωματούχους που μίλησαν υπό καθεστώς ανωνυμίας στους New York Times. Λένε ότι ο Τραμπ λατρεύει να κλείνει συμφωνίες εκεί όπου άλλοι έχουν αποτύχει και ότι η υπέρμετρη κυριαρχία του στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα θα μπορούσε να δώσει σε οποιαδήποτε πιθανή συμφωνία μεγαλύτερη αντοχή στο χρόνο.

Ορισμένοι μιλούν ακόμη και για «ιστορική ευκαιρία για αλλαγή στις σχέσεις ΗΠΑ-Ιράν», ενώ ταυτόχρονα η αραβόφωνη έκδοση του δικτύου Sky News έχει μεταδώσει, επίσης επικαλούμενη ιρανικές πηγές, ότι το καθεστώς αναβάλλει τα αντίποινα που έχει προαναγγέλλει για την ισραηλινή επίθεση της 26ης Οκτωβρίου με στόχο στρατιωτικές εγκαταστάσεις και την ιρανική αεράμυνα. Το εάν θα προχωρήσει το Ιράν με τα αντίποινα είναι μία από τις σημαντικότερες αποφάσεις που καλείται να λάβει στο κρίσιμο μεσοδιάστημα έως την ορκωμοσία Τραμπ την 20ή Ιανουαρίου. Σε κάθε περίπτωση, κάθε απόφαση από τα πιθανά αντίποινα έως τη στρατηγική έναντι Τραμπ εναπόκειται στον Αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ. Ακόμη και εάν ο Μασούντ Πεζεσκιάν θέλει να διαπραγματευτεί, πρέπει να έχει την έγκριση του ανώτατου ηγέτη.

Ο πρώην αντιπρόεδρος Μοχάμεντ Αλί Αμπτάχι λέει σε συνέντευξή τους στους NYT πω αυτή τη στιγμή δύο αντικρουόμενες στρατηγικές συζητούνται στους πολιτικούς κύκλους του Ιράν. Η μία θέλει το Ιράν να προχωρά προκλητικά και να ενισχύσει τους πληρεξουσίους του, ενώ η άλλη «δείχνει» σε διαπραγματεύσεις με την κυβέρνηση Τραμπ και είναι άποψη που κερδίζει έδαφος μεταξύ ορισμένων συντηρητικών, κυρίως επειδή δεν βλέπουν εναλλακτική λύση για την επίλυση των οικονομικών προβλημάτων της χώρας. Απέναντί τους βέβαια παραμένουν οι Φρουροί της Επανάστασης.

Ο Ραχμάν Γκαχρεμανπούρ, αναλυτής στην Τεχεράνη, δίνει πιο ξεκάθαρα την εικόνα. Το Ιράν δεν έχει πολλές επιλογές, λέει. Η διατήρηση του status quo για άλλα τέσσερα χρόνια δεν είναι βιώσιμη. Η οικονομία καταρρέει από τις κυρώσεις και την κακοδιαχείριση, ο πληθωρισμός εκτοξεύεται στα ύψη και η εσωτερική δυσαρέσκεια παραμένει υψηλή. «Δεν θέλουμε περισσότερες κυρώσεις και περισσότερη αστάθεια. Αλλά την ίδια στιγμή, μία συνολική συμφωνία με τον Τραμπ πρέπει να μας δώσει κάποιο περιθώριο για να σώσουμε τα προσχήματα στο εσωτερικό και να το δικαιολογήσουμε. Αυτή θα είναι η μεγάλη πρόκληση», αναφέρει.

Το σκηνικό σε κάθε περίπτωση είναι ρευστό, έως την 20ή Ιανουαρίου τα ηνία κρατά η κυβέρνηση Μπάιντεν και μία ενδεχόμενη, νέα συμφωνία για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα «περνά» μέσα από τη στενή σχέση του Ντόναλντ Τραμπ με τον Μπενιαμίν Νετανιάχου.