Η τωρινή κλιμάκωση μεταξύ Ισραήλ και Χαμάς αλλά και ομάδων της Ισλαμικής Τζιχάντ που εδώ και καιρό έχουν συνταχθεί με την πρώτη δεν ήλθε ξαφνικά, ούτε λαμβάνει χώρα στο κενό. Οι αιτίες της σύγκρουσης είναι ίδιες εδώ και δεκαετίες και οι αφορμές «καλλιεργήθηκαν» με επιμέλεια εδώ και μερικές εβδομάδες.
Καθ’ όλη την διάρκεια του Ραμαζανιού, η ηγεσία της Χαμάς οργάνωνε συγκεντρώσεις στην Πύλη της Δαμασκού αμέσως μετά την βραδινή προσευχή. Τις επεμβάσεις της Ισραηλινής αστυνομίας εκμεταλλεύτηκαν ακραία Παλαιστινιακά στοιχεία και οι σποραδικές στην αρχή αψιμαχίες εξελίχθηκαν σε βίαιες συγκρούσεις.
Η προοπτική εξώσεων μετά από δικαστική απόφαση Παλαιστινίων από μερικά κτίρια σε γειτονιά της Ανατολικής Ιερουσαλήμ και η προκλητική συμπεριφορά ακροδεξιών εβραϊκών στοιχείων έδωσαν στην Χαμάς την αφορμή που ζητούσε για να απειλήσει με εκτόξευση ρουκετών.
Η συγκυρία επιβαρύνθηκε ακόμη περισσότερο από την πολιτική αστάθεια και στις δύο πλευρές. Οι πολυαναμενόμενες – μετά από δεκαπέντε χρόνια – εκλογές, προγραμματισμένες για τον Μάιο, αναβλήθηκαν επ’ αόριστον.
Επισήμως γιατί οι Ισραηλινές αρχές αρνήθηκαν να στηθούν κάλπες στην Ανατολική Ιερουσαλήμ, στην πραγματικότητα γιατί η ηγεσία της Παλαιστινιακής φοβήθηκε μια εκλογική ήττα που θα είχε ως αποτέλεσμα τον έλεγχο της Δυτικής Όχθης από τους Ισλαμιστές της Χαμάς.
Στο Ισραήλ, τέσσερις εκλογές σε διάστημα μικρότερο των δύο ετών δεν έχουν λύσει το αδιέξοδο και πολλοί και πολλές θεωρούν ότι η κρίση είναι μια ευκαιρία για τον πολιτικά πολιορκημένο Πρωθυπουργό Νετανιάχου να εκμεταλλευτεί την κρίση.
Την στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, η προοπτική αποκλιμάκωσης είναι εξαιρετικά ισχνή. Όχι μόνο γιατί η Χαμάς τρέφεται πολιτικά από την βία, όχι μόνο γιατί το Ισραήλ έχει βγάλει από την στρατηγική ασφάλειάς του την έννοια της «αναλογικής αντίδρασης», αλλά κυρίως γιατί μετά την Συριακή κρίση, περιφερειακοί παράγοντες προσπαθούν να καταστήσουν την σύγκρουση ως αναμέτρηση δύο κόσμων με θρησκευτικές και γεωπολιτικές διαστάσεις.
Δεν υπάρχει πιο εκκωφαντικό παράδειγμα από το καθεστώς Ερντογάν. Σε μια στιγμή που η φιλοδοξία του για περιφερειακή πρωτοκαθεδρία αντιμετώπιζε την πραγματικότητα της αποτελεσματικής ανάσχεσης από αντισυσπειρώσεις σε όλα τα μέτωπα, ο Πρόεδρος Ερντογάν αντιμετωπίζει την σύγκρουση Ισραήλ- Χαμάς με όρους «Αποκάλυψης».
Σκοτώνει τις όποιες προοπτικές εξομάλυνσης με το Ισραήλ, στοχοποιεί τον Αμερικανό Πρόεδρο ανατινάζοντας τις γέφυρες με την Ουάσιγκτον σε μια προσπάθεια να φέρει σε δύσκολη θέση τις ηγεσίες των Αραβικών κρατών προσπαθώντας να ερεθίσει το θυμικό του μέσου μουσουλμάνου. Το ρίσκο που παίρνει είναι σημαντικό.
Το πιθανότερο είναι ο μόνος σύμμαχος του να είναι οι Φρουροί της Επανάστασης στο Ιράν, κάτι που δεν θα βοηθήσει την έτσι κι αλλιώς ελάχιστη αξιοπιστία του στον Αραβικό κόσμο. Η «ελπίδα» της Άγκυρας είναι να υπάρξει ακόμη μεγαλύτερη κλιμάκωση που θα φέρει σε ακόμη πιο δύσκολη θέση τα αραβικά καθεστώτα.
Η ρητορική της έντασης μάλλον θα συνεχιστεί και η χθεσινή πρόσκληση για στρατιωτική επέμβαση «απελευθέρωσης» της Ανατολικής Ιερουσαλήμ ίσως να μην είναι η τελευταία.
Το ρίσκο που παίρνει η Άγκυρα δεν είναι υπολογισμένο. Η προσπάθεια του καθεστώτος να εμφανιστεί ως ο υπερασπιστής του μουσουλμανικού κόσμου δεν έχει την παραμικρή τύχη.
Από κάθε άποψη, αλλά κυρίως για να σταματήσει η βία, είναι κρίσιμο η Αιγυπτιακή προσπάθεια για εκεχειρία να πετύχει. Είναι σίγουρο ότι ο Λευκός Οίκος θα προσπαθήσει να συγκρατήσει το Ισραήλ. Το ταξίδι του Έλληνα ΥΠΕΞ δείχνει σωστά αντανακλαστικά και κυρίως ότι η Αθήνα - χωρίς να έχει κανείς ψευδαισθήσεις – μπορεί να μιλά με τους σημαντικούς παίκτες στην περιοχή ακόμη και όταν το σίδερο είναι καυτό.
* Ο Κώστας Υφαντής είναι Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και Ερευνητικός Εταίρος στο ΙΔΙΣ