Καμία πραγματική πρόοδος δεν έχει επιτευχθεί στην επίλυση ζητημάτων αναφορικά με τη συμφωνία της Μαύρης Θάλασσας για τα σιτηρά, που αναμένεται να λήξει τον επόμενο μήνα, σύμφωνα με τον Ρώσο απεσταλμένο στα Ηνωμένα Έθνη στη Γενεύη.
Το Κρεμλίνο έχει κατ’ επανάληψη δηλώσει ότι η συμφωνία δεν θα ανανεωθεί πέραν της 18ης Μαΐου έως ότου η Δύση προχωρήσει σε άρση των εμποδίων που υπάρχουν για τις ρωσικές εξαγωγές σιτηρών και λιπασμάτων. «Έως σήμερα, λυπούμαστε που το λέμε δεν έχει επιτευχθεί καμία πραγματική πρόοδος στην επίλυση αυτού του προβλήματος», δήλωσε ο Ρώσος απεσταλμένος Γκενάντι Γκατίλοφ σε δημοσιογράφους στη ρωσική μόνιμη αποστολή στη Γενεύη σήμερα.
Η πρωτοβουλία της Μαύρης Θάλασσας για τη μεταφορά σιτηρών, που επιτεύχθηκε μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας με τη μεσολάβηση των Ηνωμένων Εθνών και της Τουρκίας τον περασμένο Ιούλιο, είχε στόχο να αποτρέψει μια παγκόσμια επισιτιστική κρίση, επιτρέποντας την ασφαλή εξαγωγή από τρία ουκρανικά λιμάνια ουκρανικών σιτηρών που είχαν εγκλωβιστεί στη χώρα λόγω της ρωσικής εισβολής.
Αν και οι ρωσικές εξαγωγές αγροτικών προϊόντων δεν έχουν στοχοποιηθεί άμεσα από τις κυρώσεις της Δύσης, η Μόσχα υποστηρίζει ότι οι κυρώσεις που αφορούν τις πληρωμές, τη μεταφορά και την ασφάλιση δημιουργούν εμπόδια στις εξαγωγές των δικών της σιτηρών και λιπασμάτων.
«Το ουκρανικό κομμάτι της συμφωνίας λειτουργεί καλά», δήλωσε ο Γκατίλοφ. «Αλλά το ρωσικό κομμάτι της συμφωνίας δεν λειτουργεί και αυτά τα δύο κομμάτια πρέπει να είναι ισότιμα. Αυτό δεν ισχύει εδώ».
Την ίδια ώρα, το Κρεμλίνο ανακοίνωσε σήμερα ότι η επιστολή που εστάλη από τον γενικό γραμματέα του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες στον πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν για τη συμφωνία της Μαύρης Θάλασσας πέρασε μέσω διπλωματικών διαύλων και εξετάζεται.
Ρωσία: Αντίποινα η κατάσχεση δυτικών περιουσιακών στοιχείων
Παράλληλα το Κρεμλίνο δήλωσε πως η κίνηση της Μόσχας να αναλάβει προσωρινά τον έλεγχο των περιουσιακών στοιχείων της φινλανδικής ενεργειακής εταιρίας Fortum και της γερμανικής Uniper ήταν σε αντίποινα για την παράνομη, όπως την αποκάλεσε, κατάσχεση ρωσικών περιουσιακών στοιχείων στο εξωτερικό.
Ο πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν υπέγραψε αργά χθες Τρίτη διάταγμα που θεσπίζει τον προσωρινό έλεγχο των ρωσικών περιουσιακών στοιχείων των δύο ευρωπαϊκής ιδιοκτησίας ενεργειακών εταιριών. Ο ενεργειακός όμιλος Fortum δήλωσε πως "ερευνά" τις πληροφορίες και η Uniper, πρώην θυγατρική της Fortum, δήλωσε πως "εξετάζει" την κίνηση. Το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών δεν είχε κάποιο άμεσο σχόλιο.
Το διάταγμα δείχνει πως η Μόσχα έχει ήδη αναλάβει δράση εναντίον των περιουσιακών στοιχείων του ρωσικού παραρτήματος της Uniper, Unipro, και της Fortum. Η Ρωσία κατέστησε σαφές ότι η κίνηση θα μπορούσε να αντιστραφεί.
Η Μόσχα αντέδρασε οργισμένα στις πληροφορίες σύμφωνα με τις οποίες η Ομάδα των Επτά (G7) εξετάζει μια σχεδόν πλήρη απαγόρευση εξαγωγών στη Ρωσία, ενώ πολλοί ζητούν πολύ αυστηρότερες κυρώσεις προκειμένου να περιοριστεί η ικανότητα τη Ρωσίας να πολεμά στην Ουκρανία.
Στο μεταξύ, η Ευρωπαϊκή Ένωση εξετάζει το ενδεχόμενο να χρησιμοποιήσει τα δεσμευμένα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία προκειμένου να ανοικοδομήσει την Ουκρανία. Η Γερμανία εθνικοποίησε την πρώην θυγατρική του ρωσικού ενεργειακού κολοσσού Gazprom πέρυσι.
«Το διάταγμα που εγκρίθηκε είναι μια απάντηση στις επιθετικές ενέργειες εχθρικών χωρών», δήλωσε ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ. «Η πρωτοβουλία αυτή αντικατοπτρίζει τη στάση των δυτικών κυβερνήσεων απέναντι στα ξένα περιουσιακά στοιχεία ρωσικών εταιριών».
Το διάταγμα του Πούτιν "δεν ασχολείται με θέματα ιδιοκτησίας και δεν στερεί τους ιδιοκτήτες από τα περιουσιακά τους στοιχεία. Επειδή η εξωτερική διαχείριση είναι προσωρινή και σημαίνει μόνο πως ο αυθεντικός ιδιοκτήτης δεν έχει πλέον το δικαίωμα να λαμβάνει διαχειριστικές αποφάσεις", συνέχισε Πεσκόφ.
Ο κατάλογος των επιχειρήσεων υπό εξωτερικό έλεγχο «μπορεί βέβαια να επεκταθεί», είπε ο Πεσκόφ.
«Ο κύριος σκοπός του διατάγματος είναι να σχηματιστεί ένα ταμείο αποζημιώσεων για ενδεχόμενη εφαρμογή ανταποδοτικών μέτρων ως απάντηση στην παράνομη ιδιοποίηση ρωσικών περιουσιακών στοιχείων στο εξωτερικό», πρόσθεσε.
Η Uniper κατέχει το 83,73% της Unipro, η οποία λειτουργεί πέντε σταθμούς ενέργειας συνολικής δυναμικότητας 11 γιγαβάτ στη Ρωσία και απασχολεί περίπου 4.300 υπαλλήλους. Η Fortum κατέχεται σε πλειοψηφικό ποσοστό από τη Φινλανδία, η οποία εντάχθηκε νωρίτερα αυτόν τον μήνα στο ΝΑΤΟ. Η Μόσχα δήλωσε πως η Φινλανδία διέπραξε ένα επικίνδυνο λάθος.
Το φινλανδικό υπουργείο Εξωτερικών δεν έκανε κάποιο άμεσο σχόλιο για το πώς η απόφαση της Ρωσίας θα αντικατοπτριστεί στις σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών. «Η Fortum αντιλαμβάνεται τώρα πως το νέο διάταγμα δεν επηρεάζει τον τίτλο (την καταχωρισμένη ιδιοκτησία) των περιουσιακών στοιχείων και εταιριών στη Ρωσία», ανέφερε η εταιρία σε ανακοίνωση.
«Ωστόσο παραμένει ασαφές πώς αυτό επηρεάζει π.χ. τις ρωσικές επιχειρήσεις της Fortum ή την εν εξελίξει διαδικασία αποεπένδυσης», πρόσθεσε.
Ο βραχίονας της Fortum στη Ρωσία διαθέτει επτά θερμοηλεκτρικά εργοστάσια στην περιοχή των Ουραλίων και στη δυτική Σιβηρία, ενώ κατέχει επίσης χαρτοφυλάκιο μονάδων αιολικής και ηλιακής ενέργειας στη Ρωσία, από κοινού με τοπικούς εταίρους. Η λογιστική αξία αυτών των περιουσιακών στοιχείων ανερχόταν σε 1,7 δισ. ευρώ στα τέλη του 2022.
Και οι δύο εταιρίες προσπαθούν να αποχωρήσουν από τη Ρωσία. Τον Φεβρουάριο, η Uniper αποτίμησε τη μετοχή της Unipro στο συμβολικό ποσό του ενός ευρώ ώστε να αντανακλά την πιθανότητα ότι δεν θα λάμβανε χώρα μια συμφωνία.
Το διάταγμα αναφέρει πως η Ρωσία πρέπει να λάβει επείγοντα μέτρα προκειμένου να απαντήσει σε ενέργειες τις οποίες δεν προσδιορίζει εκ μέρους των Ηνωμένων Πολιτειών και άλλών χωρών που είναι "εχθρικές και αντίθετες με το διεθνές δίκαιο". Οι μετοχές των δύο εταιριών τέθηκαν υπό τον προσωρινό έλεγχο της Rosimushchestvo, του ομοσπονδιακού οργανισμού κρατικής ιδιοκτήσίας.
Η ρωσική κρατική τράπεζα VTB δήλωσε αυτή την εβδομάδα πως η Ρωσία θα πρέπει να εξετάσει το ενδεχόμενο εξαγοράς και διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων ξένων εταιριών όπως η Fortum, επιστρέφοντάς τα όταν αρθούν οι κυρώσεις.
Η πώληση περιουσιακών στοιχείων από επενδυτές που προέρχονται από "εχθρικές" χώρες --όπως αποκαλεί η Μόσχα εκείνες που επέβαλαν κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας--, απαιτούν έγκριση από κυβερνητική επιτροπή και, σε ορισμένες περιπτώσεις, από τον πρόεδρο.
Η κίνηση της Μόσχας προκαλεί έναν νέο πονοκέφαλο για τις εταιρίες που προσπαθούν ακόμη να φύγουν από τη Ρωσία. Εταιρίες με μερίδια σε ενεργειακά σχέδια και τράπεζες αντιμετωπίζουν ήδη πιο αυστηρούς δρόμους εξόδου.
Η Wintershall Dea, που εξακολουθεί να κατέχει μερίδια σε έναν αριθμό ρωσικών κοινοπραξιών με την Gazprom, αποκάλεσε τις πολιτικές της Μόσχας «απρόβλεπτες» και «αναξιόπιστες».