Οι δύο εκ διαμέτρου αντίθετες όψεις της Σουηδίας έρχονται με εκρηκτικό τρόπο στο προσκήνιο καθώς ο διαρκής πόλεμος των συμμοριών κλιμακώνεται πλέον σε επίπεδο που καλείται ο στρατός να αναλάβει την προστασία των πολιτών. Η υποκουλτούρα της βίας κοντράρεται με την εικόνα μίας σκανδιναβικής δημοκρατίας ευρύτερα γνωστής για το υψηλό βιοτικό επίπεδο και τις φιλόξενες πολιτικές ασύλου, η οποία ομολογεί πως απέτυχε στην ενσωμάτωση του υψηλού αριθμού προσφύγων και μεταναστών που έχει δεχθεί τις τελευταίες δύο δεκαετίες.
Πέρυσι, περισσότεροι από 60 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους σε περιστατικά με πυροβολισμούς και εκρήξεις στη Σουηδία -ο υψηλότερος αριθμός που έχει καταγραφεί στα χρονικά- και φέτος ο τελικός απολογισμός αναμένεται βαρύτερος. Επίσημη κυβερνητική έκθεση που είχε δημοσιοποιηθεί το 2021 ανέφερε ότι τέσσερις ανά ένα εκατομμύριο κατοίκους σκοτώνονται σε πυροβολισμούς κάθε χρόνο στη Σουηδία σε σύγκριση με 1,6 άτομα ανά εκατομμύριο σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Πίσω από τη βία που έχει κοστίσει τη ζωή 12 ανθρώπων μόνο τον φετινό Σεπτέμβριο βρίσκεται οι ανοιχτός πόλεμος συμμοριών για μεγαλύτερο μερίδιο στο εμπόριο ναρκωτικών και όπλων. Με δολοφονίες, εκβιασμούς και εκφοβισμούς, ακόμη και βόμβες σε κτήρια ξεκαθαρίζονται οι λογαριασμοί αντίπαλων ομάδων στους κόλπους του διαβόητου εγκληματικού δικτύου Foxtrot του καταζητούμενου διεθνώς Ράβα Ματζίντ.
Οι ανθρώπινες απώλειες δεν υπολογίζονται. Ούτε και οι κατεστραμμένες ζωές εφήβων που στρατολογούνται κατά κόρον από τις συμμορίες για να εκτελούν συμβόλαια θανάτου. Είναι τα παιδιά μεταναστών δεύτερης και τρίτης γενιάς που κατοικούν σε υποβαθμισμένα προάστια και όλο και περισσότερο πλέον, κατά τη σουηδική αστυνομία, στρέφονται και τα ίδια στις συμμορίες για χρήματα και «κύρος». Φέτος τον Αύγουστο, 69 ανήλικοι ήταν προφυλακισμένοι στη Σουηδία σε σύγκριση με 14 τον ίδιο μήνα προ διετίας. Στις συμμορίες δρουν παιδιά ακόμη και κάτω των 13 ετών.
Καμία άλλη χώρα της Ευρώπης δεν αντιμετωπίζει κάτι αντίστοιχο. Ευρωπαϊκά κράτη, όπως η Γερμανία, με παρόμοια ροή μετανάστευσης δεν έχουν βιώσει την ίδια αύξηση της ένοπλης βίας, και με πολλές υποθέσεις ανεξιχνίαστες, οι ειδικοί έχουν εδώ και καιρό επισημάνει ότι χρειάζεται περισσότερη και βαθύτερη μελέτη για να κατανοηθεί η επιδημία εγκληματικότητας. Στα κυρίαρχα αίτια συγκαταλέγονται η πανθομολογούμενη αποτυχία της Σουηδίας να ενσωματώσει τους μετανάστες που έχει δεχθεί στην επικράτειά της, οι διευρυμένες κοινωνικές ανισότητες και η επίσης αυξανόμενη χρήση ναρκωτικών που καθιστά όλο και πιο επικερδές το εμπόριό τους.
«Η υπερβολική μετανάστευση και η πολύ αδύναμη ενσωμάτωση οδήγησαν σε παράλληλες κοινωνίες όπου οι εγκληματικές συμμορίες μπόρεσαν να αναπτυχθούν και να εδραιωθούν. Ζούμε στην ίδια χώρα, αλλά σε εντελώς διαφορετικές πραγματικότητες» παραδεχόταν δημόσια το 2022 η προερχόμενη από τους Σοσιαλδημοκράτες πρωθυπουργός Μαγκνταλένα Άντερσον, λίγο πριν χάσει την εξουσία για να αναλάβει τα ηνία ο συντηρητικός Ουλφ Κρίστερσον, ο οποίος υποστηρίζεται από τους Σουηδούς Δημοκράτες του Τζίμι Άκεσον που έχουν νεοναζιστικές ρίζες, τάσσονται σαφώς κατά της μετανάστευσης και συγκέντρωσαν στην κάλπη ποσοστό-ρεκόρ 20% -όπως ποσοστά-ρεκόρ συγκεντρώνουν συνολικά ακροδεξιές δυνάμεις ανά την Ευρώπη με «όχημα» το μεταναστευτικό ζήτημα.
Ο Ουλφ Κρίστερσον εξελέγη με σύνθημα «νόμος και τάξη», εντούτοις η βία των συμμοριών έχει κλιμακωθεί (και) επί των ημερών του σε σημείο που χάθηκαν τρεις ζωές μόλις σε 12 ώρες την περασμένη εβδομάδα, και ο Σουηδός πρωθυπουργός ανακοίνωσε ότι «βγάζει» στους δρόμους το στρατό για να αναλάβει καθήκοντα αστυνόμευσης. «Θα κυνηγήσουμε τις συμμορίες και θα τις νικήσουμε», δήλωσε για να καταγγείλει ότι το οργανωμένο έγκλημα εκτινάχθηκε την περασμένη δεκαετία λόγω της «αφέλειας» που επέδειξε η χώρα του. «Μία ανεύθυνη μεταναστευτική πολιτική και η αποτυχία της ενσωμάτωσης μας οδήγησαν εδώ», ανέφερε ο Κρίστερσον δείχνοντας ως υπαίτιες προηγούμενες κυβερνήσεις.
Υπέρ της συνδρομής του στρατού έχουν ταχθεί πέραν της Άκρας Δεξιάς, και οι αντιπολιτευόμενοι Σοσιαλδημοκράτες με την Μαγκνταλένα Άντερσον να δηλώνει πως «δεν είναι αυτή η Σουηδία». Εκ μέρους της κυβέρνησης έχει ήδη εξαγγελθεί πως οι αφίξεις νέων αιτούντων άσυλο θα ελαχιστοποιηθούν. «Αντιμετωπίζουμε μία μεγάλη πρόκληση, αυτή της επιτυχούς ενσωμάτωσης των μεταναστών που βρίσκονται ήδη εδώ. Μέχρι στιγμής δεν τα καταφέρνουμε» είχε δηλώσει πρόσφατα η Σουηδή υπουργός Μετανάστευσης Μαρία Μάλμερ Στένεγραντ.
Το ένα πέμπτο των 10 εκατομμυρίων κατοίκων της Σουηδίας έχει γεννηθεί στο εξωτερικό -είναι μοιρασμένοι ανάμεσα σε Ευρωπαίους μετανάστες και έναν αυξανόμενο αριθμό μεταναστών από χώρες όπως η Συρία, η Σομαλία, το Ιράκ και το Αφγανιστάν την τελευταία δεκαετία. Σε πόλεις όπως η Στοκχόλμη, το Μάλμε και το Γκέτεμποργκ -όπου έχει εγκατασταθεί μεγαλύτερο ποσοστό μεταναστών σε σύγκριση με την υπόλοιπη χώρα- προβάλλουν δύο διαφορετικοί κόσμοι: Ένα γυαλισμένο κέντρο της πόλης που αποτελεί έμβλημα του πλούτου της χώρας και φτωχότερα, εθνοτικά ποικιλόμορφα προάστια.
Πρόσθετες αστυνομικές δυνάμεις ήδη επί μήνες αναπτύσσονταν σε προάστια όπου έχουν σημειωθεί οι περισσότερες δολοφονίες, ωστόσο ούτε η αστυνομία, ούτε ο στρατός, ούτε και η αυστηροποίηση των ποινών για ανηλίκους, είναι κατά τους ειδικούς η λύση. Βελτιωμένες κοινωνικές υπηρεσίες, κίνητρα, εκπαίδευση, στέγαση και φραγμός στις ανισότητες απαιτείται για να πάψει να υπάρχει αυτή η αποκαλούμενη «σκιώδης κοινωνία» που ζει στο περιθώριο.
Η μετανάστευση από το 2015 και έπειτα προσμετράται ως παράγοντας για την «έκρηξη» του πολέμου των συμμοριών, όμως είναι η αδυναμία της Σουηδίας να ενσωματώσει στους παλαιότερους μετανάστες που θεωρείται ότι διαδραματίζει το σημαντικότερο ρόλο.
Ακούγονται πολλές φωνές που ζητούν οι νόμοι να αλλάξουν, όμως θα έπρεπε μία ολόκληρη χώρα να εγκαταλείψει τις φιλελεύθερες αξίες της για να προσαρμοστεί απέναντι σε μία μειονότητα εγκληματιών; Από την άλλη, οι επιλογές της Σουηδίας εξαντλούνται. Συνολικά, το ποσοστό εγκληματικότητας παραμένει ακόμη κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο, αλλά αυτή η μορφή εγκληματικότητας -εκμετάλλευση παιδιών, βόμβες και πυροβολισμοί- δεν συνηθίζεται στον ανεπτυγμένο κόσμο, σημείωνε μόλις πρόσφατα ο Φρέιζερ Νέλσον του Spectator σε άρθρο γνώμης στην βρετανική Telegraph.
Οι κάτοικοι υποβαθμισμένων συνοικιών νιώθουν περιθωριοποιημένοι από μία χώρα που τους υποσχέθηκε ίση μεταχείριση.
«Η εγκληματικότητα είναι, σε κάποιο βαθμό, επίσης ένα ζήτημα του πώς βλέπουμε τους μετανάστες και πώς βλέπουμε την πολυπολιτισμική κοινωνία» λέει από πλευράς του μιλώντας στους New York Times ο Μάγκνους Μπλόμγκρεν, καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο του Ούμεο στη βόρεια Σουηδία, προσθέτοντας ότι το ζήτημα έχει πλέον αποκτήσει τεράστια σημασία σε μια χώρα με μεταβαλλόμενα δημογραφικά χαρακτηριστικά. «Έχουμε μια εικόνα για το τι είμαστε. Αλλά αυτή αλλάζει», σημειώνει.
Ο Γιούρι Εσκομπάρ λέει την ίδια στιγμή ότι γνωρίζει από προσωπική εμπειρία τι πρέπει να γίνει. Πρώην μέλος συμμορίας, εξέτισε ποινή κάθειρξης δέκα ετών για φόνο, αποδίδοντας τον τρόπο ζωής που ακολούθησε σε μία δύσκολη ανατροφή. «Οι σκληρότερες τιμωρίες δεν θα αποδώσουν. Πρέπει να τους δώσετε μία επιλογή. Να τους δώσετε μία ‘θεραπεία’», δηλώνει.