Του Γιάννη Κουτσομύτη
Το διπλό παιγνίδι του Ερντογάν με ΗΠΑ και Ρωσία έφτασε στα όρια του έχοντας καταφέρει να εξαντλήσει την υπομονή ακόμη και του Τραμπ, η θέση του οποίου υπέρ της ενίσχυσης της αμερικανικής αμυντικής βιομηχανίας είναι δεδομένη. Μια ακύρωση όμως της παραγγελίας των S-400, θα αποτελούσε μια μείζονα πολιτική ήττα του ίδιου και θα προκαλούσε σοβαρή εμπλοκή στις σχέσεις με τη Ρωσία.
Όταν τον Ιούλιο του 2017 έγινε γνωστό ότι η Τουρκία συμφώνησε με τη Ρωσία την προμήθεια του υψηλής τεχνολογίας αντιπυραυλικού συστήματος S-400, κάποιοι στην Ουάσιγκτον θεώρησαν ότι η κίνηση αυτή ήταν μια μπλόφα της Τουρκίας που αποζητούσε καλύτερους όρους στην προμήθεια των πολεμικών αεροσκαφών F-35 και του αντιπυραυλικού συστήματος Patriot. Ενάμιση χρόνο αργότερα είναι πλέον ξεκάθαρο ότι η τουρκική κίνηση ήταν μια στρατηγική επιλογή στα πλαίσια ενός διπλού παιγνιδιού με τις ΗΠΑ και τη Ρωσία.
Αρχικά μόνο το Κογκρέσο αντέδρασε στις κινήσεις της Τουρκίας και ύστερα και από δυναμική κινητοποίηση της ελληνικής ομογένειας απείλησε με μπλοκάρισμα της πώλησης των F-35 τα οποία κατασκευάζει η Lockheed Martin. Η Κυβέρνηση Τραμπ προσπάθησε να πείσει τους βουλευτές και τους γερουσιαστές για τη σημασία που έχει η πώληση των σχεδόν 100 αεροσκαφών πέμπτης γενιάς για την αμερικανική αμυντική βιομηχανία και κατ'' επέκταση και στις θέσεις εργασίας στη Lockheed Martin.
Η επιμονή όμως του Κογκρέσου αλλά και οι εισηγήσεις του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας φαίνεται πως έπεισαν την αμερικανική κυβέρνηση να αλλάξει τακτική προς την Τουρκία και να την απειλεί πλέον με «βαριές συνέπειες» εάν η προμήθεια των ρωσικών S-400 προχωρήσει κανονικά και η παράδοση γίνει το ερχόμενο φθινόπωρο όπως προβλέπει το χρονοδιάγραμμα που έχει συμφωνηθεί με τη Rostec, την ρωσική κρατική εταιρεία στρατιωτικών εξαγωγών.
Ο εκπρόσωπος του Πενταγώνου δήλωσε με απόλυτη σαφήνεια πως και η πώληση των F-35 αλλά και των Patriot θα μπλοκαριστεί εάν η Άγκυρα επιμείνει στα σχέδιά της.
Από την πλευρά της η Τουρκία δηλώνει εδώ και μήνες ότι δεν πρόκειται να ακυρώσει την παραγγελία των S-400, πως το ρωσικό σύστημα είναι αναγκαίο για την άμυνα της χώρας και μάλιστα ο Τούρκος πρόεδρος Ρετσέπ Ταγίπ Ερντογάν κατηγόρησε τις ΗΠΑ για δύο μέτρα και σταθμά αφού έχουν επιτρέψει στην Ελλάδα να κατέχει σύστημα S-300, το οποίο αποτελεί την προηγούμενη από τους S-400 γενιά αντιπυραυλικού συστήματος.
Ο Υπουργός Άμυνας Χουλουσί Ακάρ δήλωσε χθες πως η Τουρκία «εργάζεται για τη διευθέτηση του ζητήματος» και πως «γίνονται προσπάθειες να δημιουργηθεί ένα περιβάλλον όπου η αγορά των S-400 δεν θα επηρεάσει την προμήθεια των F-35».
H Τουρκία όμως παράλληλα διεξήγαγε την προηγούμενη εβδομάδα ναυτικά γυμνάσια με τη Ρωσία στη Μαύρη Θάλλασα και δυο τουρκικά πολεμικά πλοία στάθμευσαν στο ρωσικό λιμάνι του Νοβοροσίσκ, σε μια κίνηση που εξόργισε ακόμη περισσότερο την αμερικανική στρατιωτική ηγεσία.
Ο ίδιος ο Ερντογάν δήλωσε την Κυριακή πως οι S-400 δεν έχουν καμία σχέση με το ΝΑΤΟ, τα F-35 ή την ασφάλεια των Ηνωμένων Πολιτειών και προχώρησε ακόμη παραπέρα λέγοντας ότι η αντίδραση της Ουάσιγκτον προέκυψε διότι η Άγκυρα προασπίζει τα εθνικά της συμφέροντα στην περιοχή και ειδικά στη Συρία. «Είναι σαφές γιατί η Τουρκία αγοράζει το αντιαεροπορικό σύστημα και με ποιόν τρόπο θα το χρησιμοποιήσει», πρόσθεσε ο Τούρκος πρόεδρος.
Οι αρθρογράφοι δε που πρόσκεινται απευθείας στην κυβέρνηση είναι πιο σαφείς και μιλούν για παρασκηνιακές διαπραγματεύσεις με την αμερικανική στρατιωτική ηγεσία για τη διευθέτηση του καθεστώτος της Βόρειας Συρίας και των Κούρδων. Ως δικαιολογία δε για την αγορά του ρωσικού αντιαεροπορικού συστήματος φέρουν την άρνηση παλαιότερα των ΗΠΑ να πουλήσουν στην Τουρκία το αντιπυραυλικό σύστημα Patriot.
Ο αρθρογράφος της Σαμπάχ Γιάχια Μποστάν ανέφερε μάλιστα ότι η δυσπιστία της τουρκικής κυβέρνησης απέναντι στις ΗΠΑ έχει φτάσει σε τέτοιο βαθμό ώστε υπάρχει η υποψία πως ακόμη και να υπάρξει συμφωνία για την απόκτηση των Patriot, η αμερικανική πλευρά θα αθετήσει το λόγο της. Περαιτέρω πίεση αναμένουν οι Τούρκοι ότι θα τους ασκηθεί στη σύνοδο των υπουργών άμυνας του ΝΑΤΟ που θα συγκληθεί τον Απρίλιο στις Βρυξέλλες.
Πέρα από τις φραστικές αντιπαραθέσεις πάντως φαίνεται πως στην πράξη το διπλό παιγνίδι του Ερντογάν με τις ΗΠΑ και τη Ρωσία έχει φτάσει στα όριά του, καθώς έχει καταφέρει να εξαντλήσει την υπομονή και την ανοχή ακόμη και του Τραμπ, για τον οποίο είναι γνωστή η μανία ενίσχυσης πάση θυσία και άνευ όρων της αμερικανικής αμυντικής βιομηχανίας. Από την άλλη πλευρά είναι πολύ δύσκολη η ακύρωση της παραγγελίας των S-400, καθώς θα αποτελούσε μια μείζονα πολιτική ήττα του ίδιου του Ερντογάν αλλά θα προκαλούσε και σοβαρή εμπλοκή στις σχέσεις με τη Ρωσία.
Μια πιθανή διέξοδος για την Τουρκία θα ήταν η παραλαβή μεν των S-400 αλλά η διατήρησή τους σε επιχειρησιακή αδράνεια. Δεν είναι όμως ιδιαίτερα πιθανό μια τέτοια «διπλωματική» λύση να ικανοποιήσει την αμερικανική πλευρά και ιδιαίτερα το Κογκρέσο που φαίνεται να μην πείθεται πια από τις διεθνοπολιτικές ακροβασίες του Τούρκου προέδρου, ο οποίος έχει ενοχλήσει σφόδρα την Ουάσιγκτον και για τη στήριξη που παρέχει στο καθεστώς του Νικολάς Μαδούρο.
Την Παρασκευή οι Αμερικανοί γερουσιαστές Τεντ Κρουζ και Μάρκo Ρούμπιο κατέθεσαν πρόταση νόμου ώστε να τεθούν κυρώσεις στις πωλήσεις χρυσού από το καθεστώς Μαδούρο, λέγοντας πως μόνο το 2018 η κυβέρνηση της Βενεζουέλας πούλησε στην Τουρκία χρυσό αξίας πολλών εκατοντάδων εκατομμυρίων δολαρίων και πως η Τουρκία θα πρέπει να υποστεί κυρώσεις για αυτές τις «παράτυπες» συναλλαγές.