Ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν υπέγραψε νόμο τη Δευτέρα που επισημοποιεί την έξοδο της Ρωσίας από τη συνθήκη «Ανοικτοί ουρανοί», ένα σύμφωνο που επιτρέπει άοπλες πτήσεις επιτήρησης πάνω από χώρες που έχουν υπογράψει τη συνθήκη.
Η Ρωσία δήλωσε ότι η απόφαση των ΗΠΑ να μην ενταχθούν στο σύμφωνο «Ανοικτοί ουρανοί», ήταν "πολιτικό λάθος" καθώς η Μόσχα και η Ουάσινγκτον προετοιμάζονται για σύνοδο κορυφής μεταξύ των προέδρων των χωρών αργότερα αυτό το μήνα.
Σημειώνεται ότι προ ημερών, η Ρωσική κάτω βουλή, η Δούμα, ενέκρινε ομόφωνα το σχέδιο νόμου για τη ρωσική αποχώρηση από τη συνθήκη στρατιωτικής επιτήρησης «Ανοικτοί ουρανοί», συνθήκη που δίνει το δικαίωμα να πραγματοποιούνται πτήσεις επιτήρησης των στρατιωτικών δραστηριοτήτων των μελών της συνθήκης.
Τον περασμένο Νοέμβριο, στην τελευταία του ενέργεια ως προέδρος των ΗΠΑ, ο Τραμπ ανακοίνωσε την αποχώρηση του από τη συνθήκη. Η Μόσχα κατήγγειλε επίσης τους «Ανοιχτούς Ουρανούς» και απάντησε ότι θα αποχωρήσει και αυτή.
Το ζήτημα αυτό είναι μία από τις πολλές ρωσοαμερικανικές διαφορές που δηλητηριάζουν τη σχέση ανάμεσα στις δύο χώρες ενόψει και της διάσκεψης κορυφής ανάμεσα στον Τζο Μπάιντεν και τον Βλαντιμίρ Πούτιν.
Με την συνθήκη για τους «Ανοιχτούς Ουρανούς» καθιερώθηκε ένα πρόγραμμα άοπλων πτήσεων εναέριας επιτήρησης σε ολόκληρη την επικράτεια των συμμετεχόντων. Η συνθήκη έχει σχεδιαστεί για να ενισχύσει την αμοιβαία κατανόηση και εμπιστοσύνη δίνοντας σε όλους τους συμμετέχοντες, ανεξάρτητα από το μέγεθος, έναν άμεσο ρόλο στη συλλογή πληροφοριών σχετικά με τις στρατιωτικές δυνάμεις και τις δραστηριότητες που τους αφορούν.
Οι «Ανοιχτοί Ουρανοί» είναι μια από τις πιο ευρείες διεθνείς προσπάθειες μέχρι σήμερα που προωθούν το άνοιγμα και τη διαφάνεια των στρατιωτικών δυνάμεων και δραστηριοτήτων.
Η έννοια της «αμοιβαίας εναέριας παρατήρησης» προτάθηκε αρχικά στον Σοβιετικό Πρωθυπουργό Νικολάι Μπουλγκάιν κατά τη Διάσκεψη της Γενεύης του 1955 από τον Πρόεδρο Ντουάιτ Ν. Έισενχαουερ. Ωστόσο, οι Σοβιετικοί απέρριψαν αμέσως την ιδέα και ήταν αδρανή για αρκετά χρόνια. Η συνθήκη τελικά υπογράφηκε ως πρωτοβουλία του προέδρου των ΗΠΑ (και πρώην διευθυντή της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών) Τζορτζ Μπους τον πρεσβύτερο το 1989. Με διαπραγμάτευση από τα τότε μέλη του ΝΑΤΟ και το Σύμφωνο της Βαρσοβίας, η συμφωνία υπογράφηκε στο Ελσίνκι της Φινλανδίας, στις 24 Μαρτίου 1992.