Μπορεί να μοιάζουν παντοδύναμες, αλλά δεν παύουν να είναι εταιρείες. Και όπως αμέτρητες εταιρείες πριν από αυτές έτσι και οι τράπεζες βρίσκονται αντιμέτωπες με το φάσμα του αφανισμού, αν μέσα στην επόμενη δεκαπενταετία δεν εξελίξουν τις δραστηριότητες τους με τέτοιο τρόπο ώστε να «πιάσουν» το κύμα της τεχνολογίας.
Για τον πρώην διευθύνοντα σύμβουλο της Barclays, Antony Jenkins, οι εξελίξεις θα είναι καταιγιστικές: Το αργότερο σε 15 χρόνια, τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα θα βρεθούν ενώπιον αυτού που η αγορά ονομάζει «στιγμή Kodak» και απλά θα περάσουν στη λήθη, με τη σημερινή τους μορφή. Φυσικά δεν τίθεται ζήτημα «αφανισμού» των τραπεζικών πρακτικών, αφού το κυρίαρχο οικονομικό μοντέλο έχει δομηθεί γύρω από την τραπεζική πίστη τους… τελευταίους αρκετούς αιώνες.
Σύμφωνα με τον Jenkins οι παραδοσιακές τράπεζες ήδη βιώνουν την έναρξη μιας «στιγμής Uber», όπου η βιομηχανία μεταμορφώνεται χάρη στη χρήση smartphones, ανέπαφων καρτών και ψηφιακών υπηρεσιών. Όμως «η στιγμή Kodak» είναι εντελώς διαφορετική. Είναι εκεί όπου οι πελάτες συνειδητοποιούν ότι υπάρχει ένας ολότελα διαφορετικός και πολύ καλύτερος τρόπος για να κάνουν αυτό που θέλουν και ο κατεστημένος φορέας που μέχρι χθες τους εξυπηρετούσε απλά καθίσταται άνευ αντικειμένου.
Η Eastman Kodak, υπήρξε πρωτοπόρος της φωτογραφίας διαθέτοντας στην αγορά τις πρώτες καταναλωτικές κάμερες τον 19ο αιώνα. Έτσι για πάνω από έναν αιώνα ήταν ένας επιχειρηματικός γίγαντας που τίποτα δεν φαινόταν ικανό να τον απειλήσει. Το πρόβλημα, όμως, με τις επιχειρήσεις όπως η Kodak είναι ότι καταλήγουν δυσκίνητοι και αναποτελεσματικοί, ανίκανοι να αντιδράσουν στα σημάδια της εξέλιξης. Η Kodak απέτυχε να κατανοήσει τη δύναμη της ψηφιακής φωτογραφίας και μέσα σε μόλις μια δεκαετία κατέρρευσε, καταθέτοντας αίτηση πτώχευσης το 2012. Σήμερα είναι μια πολύ μικρότερη εταιρεία που ασχολείται με την εμπορική εκτύπωση και κανείς σχεδόν από τους νέους καταναλωτές δεν γνωρίζει.
Αυτό ακριβώς «φοβάται» ο Jenkins ότι θα συμβεί και στις τράπεζες. Καθώς πρόκειται για τεράστιες επιχειρήσεις, με δαιδαλώδεις δομές, γραφειοκρατία δημοσίου και απίστευτη σιγουριά για την ισχύ τους, δεν θα κάνουν έγκαιρα τα σωστά βήματα ώστε να ακολουθήσουν το κύμα της τεχνολογίας που επελαύνει και στις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές.
Οι νέες τεχνολογίες κάνουν τη διαφορά
Αν και όχι το ίδιο απαισιόδοξη, μελέτη της McKinsey & Co καταλήγει σε παρόμοιο συμπέρασμα: Οι νέες τεχνολογίες είναι έτοιμες να γίνουν καθεστώς, σε πρώτη φάση στην επενδυτική τραπεζική, απαλλάσσοντας από το ένα τρίτο του σημερινού φόρτου εργασίας τους υπαλλήλους που βρίσκονται στη μεσαία βαθμίδα της ιεραρχίας. Σύμφωνα με τους αναλυτές της McKinsey & Co η ψηφιακή μεταβολή στην επενδυτική τραπεζική έχει ήδη αρχίσει και θα διαρκέσει περίπου μια πενταετία. Πρόκειται για τη μετάβαση στο λεγόμενο financial technology μοντέλο, το οποίο σταδιακά θα κυριαρχήσει σε κάθε έκφανση της οικονομικής δραστηριότητας, από την αγορά απλών καταναλωτικών αγαθών έως τις multi billion συμφωνίες μεταξύ επιχειρηματικών κολοσσών.
Στη μελέτη της η McKinsey υποστηρίζει ότι τα αυτοματοποιημένα καθήκοντα θα «ελευθερώσουν πόρους» ώστε το προσωπικό να επικεντρωθεί σε εργασίες υψηλότερης αξίας, όπως η έρευνα, το brainstorming ή η προσέλκυση πελατών.
Η υιοθέτηση αυτοματισμών στον τομέα της τραπεζικής θα γίνει εφικτή χάρη στην τεράστια πρόοδο που έχει επιτευχθεί στις λεγόμενες γνωσιακές τεχνολογίες (cognitive technologies). Επιγραμματικά, ένα υπολογιστικό σύστημα με γνωσιακές δυνατότητες θα μπορεί αυτόματα να μεταγλωττίζει και να ερμηνεύει συμβόλαια, να κοσκινίζει τεράστιες βάσεις δεδομένων και τελικά να ενημερώνει τον πελάτη για τα do' s and don'ts των επιχειρηματικών του κινήσεων, χωρίς ανθρώπινη παρέμβαση.
Φυσικά στο σημείο αυτό αναδύεται το ερώτημα αν τέτοια συστήματα υπονομεύουν εκτός από τη φυσική υπόσταση των τραπεζικών καταστημάτων και τις θέσεις εργασίας σε αυτά. Όσο παράδοξο και αν ακούγεται, ο Jamie Dimon, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της μεγαλύτερης τράπεζας των ΗΠΑ, της JPMorgan Chase & Co, προέβλεψε ότι οι θέσεις εργασίας σε μια τράπεζα που ενσωματώνει προηγμένες τεχνολογικές λύσεις, όχι μόνο δεν μειώνονται αλλά αυξάνονται με την πάροδο του χρόνου, καθώς η τράπεζα έχει τη δυνατότητα να επεκτείνει το business της σε νέα πεδία για τα οποία θα χρειαστεί επιπλέον χέρια.
Η πρόβλεψη αυτή επιβεβαιώνει την έκθεση της McKinsey, σύμφωνα με την οποία οι τράπεζες που αγκαλιάζουν τις νέες τεχνολογίες θα γίνουν πιο αποτελεσματικές, καινοτόμες και ευκίνητες. Αντίθετα, είναι οι ανταγωνιστές που δεν υιοθετούν τεχνολογικές λύσεις εκείνες που κινδυνεύουν από το «φαινόμενο Kodak».
Έχουν γνώση οι φύλακες;
Αν και οι τράπεζες έχασαν πολύτιμο χρόνο, επιτρέποντας στις εταιρείες τεχνολογίας να μπουν στα χωράφια τους, φαίνεται ότι τελικά κινητοποιούνται. Μετά από έξι χρόνια διαπραγματεύσεων, πισωγυρισμάτων και φαινομενικά ανυπέρβλητων τεχνικών εμποδίων τα μεγαλύτερα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα των ΗΠΑ υιοθέτησαν πριν από λίγες ημέρες ένα κοινό δίκτυο άμεσων ψηφιακών πληρωμών, για μικρές, καθημερινές συναλλαγές. Πρόκειται για το Zelle, τις υπηρεσίες του οποίου θα ενσωματώσουν η JPMorgan, η Bank of America , η Citibank, η Wells Fargo, η US Bancorp και η Capital One Financial.
Αλλά και στην Ευρώπη υπάρχει αντίστοιχη κινητικότητα. Ειδικότερα, η IBM ανακοίνωσε ότι δημιουργεί τεχνολογία blockchain που θα χρησιμοποιηθεί από επτά από τις μεγαλύτερες τράπεζες της Ευρώπης, Deutsche Bank, HSBC, KBC, η Natixis, Rabobank, Societe Generale και Unicredit, για τη διευκόλυνση του διεθνούς εμπορίου μεταξύ των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Ήδη από την αρχή του έτους οι επτά τράπεζες είχαν προαναγγείλει τη δημιουργία τρόπου συναλλαγών με βάση την τεχνολογία blockchain, όμως το πλαίσιο παρέμενε θολό μέχρι και πριν λίγες ημέρες όταν επιτέλους η IBM παραδέχθηκε την εμπλοκή της σε αυτό.
Το έργο θα σηματοδοτήσει μία από τις πρώτες πραγματικές περιπτώσεις χρήσης τεχνολογίας blockchain στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Η εν λόγω τεχνολογία επιτρέπει την αυτόματη και χωρίς την παραμικρή ανθρώπινη παρέμβαση, καταγραφή όλων των συναλλαγών που πραγματοποιούνται σε κάποιο ψηφιακό νόμισμα, σαν ένα ανοιχτό λογιστικό βιβλίο στο οποίο εγγράφονται οι peer-to-peer αγοραπωλησίες και λοιπές πράξεις.
Πλέον η υιοθέτηση νέων τεχνολογιών από τις τράπεζες θεωρείται δεδομένη. Το ερώτημα είναι ποιες από αυτές θα την αντιληφθούν αρκετά γρήγορα ώστε να μην τις ξεπεράσουν οι εξελίξεις και καταστούν ένας ακόμη επιχειρηματικός δεινόσαυρος που δεν είδε έγκαιρα τον κομήτη που πλησίαζε, με τη μορφή 0 και 1.
Πηγές: Bloomberg, CNBC
Επιμέλεια: Γιάννης Παλιούρης