Mία από τις πιο διχαστικές και αμφιλεγόμενες μορφές ενέργειας, η πυρηνική, απασχολεί ιδιαιτέρως τελευταία, με τους μικρούς αντιδραστήρες «τσέπης» να έχουν μπει στο «μικροσκόπιο» της Ευρώπης. Την τάση αυτή φαίνεται να ακολουθεί και η Ελλάδα, με την παραγωγή πυρηνικής ενέργειας μέσω μικρών αντιδραστήρων στην ηλεκτροπαραγωγή να κερδίζει έδαφος.
Την αρχή είχε κάνει ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης, θίγοντας το ζήτημα της «στροφής» που πρέπει να κάνει η Ελλάδα και συνολικά η Ευρώπη, από το βήμα του 8ου Ετήσιου Συνεδρίου Economist. «Η Ευρώπη ήταν και παραμένει ηγέτιδα δύναμη στην πυρηνική τεχνολογία. Η Ελλάδα δεν διαθέτει πυρηνική ενέργεια. Δεν υπάρχει τρόπος να φτάσουμε στο ουδέτερο ισοζύγιο εκπομπών χωρίς την πυρηνική ενέργεια. Επενδύουμε, λοιπόν, ως Ευρωπαίοι, στην επόμενη γενιά μικρών πυρηνικών αντιδραστήρων», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Σειρά έχει τώρα ο γενικός γραμματέας Έρευνας και Καινοτομίας, Αναστάσιος Γαϊτάνης, ο οποίος συμμετείχε στην πρώτη ανοιχτή δημόσια συζήτηση σχετικά με την «Αξιοποίηση της Πυρηνικής Ενέργειας στην Ελλάδα», που πραγματοποιείται στη χώρα μας, στη σχετική ημερίδα που διοργάνωσε το Ινστιτούτο Εξωτερικών Υποθέσεων σε συνεργασία με το Council for International Relations – Greece, στο Συνεδριακό Κέντρο ΕΚΕΦΕ Δημόκριτος.
Ο κ. Γαϊτάνης χαρακτήρισε πολύ σημαντικό θέμα τη διερεύνηση αξιοποίησης της πυρηνικής ενέργειας στη χώρα μας: «Είναι πολύ σημαντικό, οι δεξαμενές σκέψεις, τα Πανεπιστήμια και τα Ερευνητικά Κέντρα, αλλά και η κοινωνία των πολιτών να ανοίγουν το διάλογο για θέματα που δεν απασχολούν μόνο την καθημερινότητα, αλλά σίγουρα θα απασχολήσουν τη χώρα μας στο κοντινό μέλλον. Λαμβάνοντας υπόψιν τις τεχνολογικές εξελίξεις στους αντιδραστήρες σύντηξης θα πρέπει να αναρωτηθούμε αν, ως Ελλάδα, αξίζει να επενδύσουμε στην επόμενη γενιά των μικρών πυρηνικών αντιδραστήρων».
Από την πλευρά του ο Αθανάσιος Πλατιάς, Καθηγητής Στρατηγικής και Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς, απαντά με ένα καθαρό «ναι» για το αν υπάρχουν οι προϋποθέσεις για μια πυρηνική αναγέννηση, και οι λόγοι είναι περιβαλλοντικοί, τεχνολογικοί, και γεωπολιτικοί.
Βέβαια, τα εμπόδια για την ανάπτυξη της πυρηνικής ενέργειας δεν είναι λίγα. Κοινωνική και πολιτική αποδοχή, αποθήκευση πυρηνικών καταλοίπων, στενή εφοδιαστική αλυσίδα, ελλείψεις στο εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό, διασπορά πυρηνικών όπλων, χρηματοδότηση, προσφορά νερού (για ψύξη των μονάδων), ρυθμιστικό πλαίσιο, είναι μόνο μερικά από αυτά.
Μπορούν οι αντιδραστήρες «τσέπης» να δώσουν τη λύση;
Σε όλα τα παραπάνω προβλήματα «έρχονται» να απαντήσουν οι μικροί αντιδραστήρες (SMR), καθώς είναι ασφαλέστεροι, φθηνότεροι, ταχύτεροι και ευκολότεροι στην κατασκευή απ’ ό,τι οι εγκαταστάσεις μεγάλης κλίμακας. Ακριβώς επειδή είναι μικροί, μπορούν να μεταφερθούν και να εγκατασταθούν σε απομακρυσμένα περιβάλλοντα, όπου συνήθως βρίσκονται ενεργοβόρες βιομηχανίες.
Τα πλεονεκτήματα των πυρηνικών «τσέπης» είναι σημαντικά, για αυτό και προωθούνται εντόνως και επίσημα από την Ε.Ε. Σύμφωνα με την τελευταία, λόγω του μικρού μεγέθους τους μπορούν πιο εύκολα οι χειριστές να σβήσουν αυτές τις μονάδες, ενώ ταυτόχρονα τα συστήματα ασφαλείας που διαθέτουν λειτουργούν ταχύτερα και αποτελεσματικότερα αποσυνδέοντας ουσιαστικά σε περίπτωση ατυχήματος κρίσιμα μέρη του εξοπλισμού. Μπορούν, επίσης, να αντικαταστήσουν μονάδες που λειτουργούν με ορυκτά καύσιμα και να ενσωματωθούν σε ενεργειακούς κόμβους συνδυαστικά με ΑΠΕ και υδρογόνο.
Για την Ελλάδα θα μπορούσαν να προσφέρουν ενεργειακή ασφάλεια και σταθερότητα στο ηλεκτρικό σύστημα, απεξάρτηση από ορυκτά καύσιμα, υψηλής θερμοκρασίας νερό, αφαλάτωση και παραγωγή υδρογόνου, πρόωση σε θαλάσσιες μεταφορές (στο μέλλον), αυτάρκεια μέσα σε ένα ρευστό οικονομικό και γεωπολιτικό περιβάλλον, σχετικά σταθερό κόστος ενέργειας κι ένα νέο πεδίο ανάπτυξης εγχώριας υψηλής τεχνολογίας.
Ο Andreas Thanos, Energy Consultunt από τις ΗΠΑ και για πολλά χρόνια στέλεχος στο Massachusetts Department of Public Utilities, σημειώνει στην ίδια ημερίδα ότι η Ελλάδα χρειάζεται πυρηνική ενέργεια. Στόχος όλων των κυβερνήσεων είναι η παραγωγή χαμηλού κόστους ενέργειας. Χρειάζεται ποικιλία ενεργειακών πηγών. Το φυσικό αέριο είναι ένα μέρος της λύσης. Οι ΑΠΕ είναι ένα άλλο μέρος, και αυτές οι πηγές ανταγωνίζονται.
Οι ΑΠΕ έχουν περιβαλλοντικό αποτύπωμα και δεν παράγουν ενέργεια με σταθερό τρόπο. Η αιολική ενέργεια χρειάζεται 400 φορές μεγαλύτερη έκταση σε σύγκριση με μια μονάδα φυσικού αερίου, ενώ η ηλιακή ενέργεια 160 φορές την αντίστοιχη έκταση για να παράγουν την ίδια ποσότητα ενέργειας. Και μετά χρειάζονται μπαταρίες, νέες συνδέσεις, περιφράξεις κ.λπ.
Ο Γιάννης Μπασιάς, πρώην πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος ΕΔΕΥΕΠ, κατέδειξε ότι το βασικό πλεονέκτημα όσον αφορά την πυρηνική ενέργεια είναι το βασικό μειονέκτημα των ΑΠΕ, ιδίως των ανεμογεννητριών και των φωτοβολταϊκών, επειδή έχουν διαλείπουσα λειτουργία. Το σύστημα πρέπει να διατηρείται στα 50 Hz. Υπάρχει μια αποσύνδεση της κατανάλωσης από τη διαθέσιμη ισχύ. Η αδυναμία αποθήκευσης οδηγεί σε περικοπές παραγωγής ΑΠΕ κάτι που σημαίνει επιβάρυνση των παραγωγών και των καταναλωτών. Χωρίς φυσικό αέριο στο ενεργειακό μίγμα «δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα» είπε χαρακτηριστικά.
Από τότε που έκανε, λοιπόν, την αρχή ο Κ. Μητσοτάκης και πρωτοέθιξε το ζήτημα για τους μικρούς αντιδραστήρες στη χώρα μας, φαίνεται ότι ο σχεδιασμός για την ανάπτυξή τους στην Ελλάδα αρχίζει να «βρίσκει» περισσότερο πρόσφορο έδαφος με τη συζήτηση να ξεφεύγει από το θεωρητικό επίπεδο και να γίνεται τώρα επίσημη αναφορά και μελέτη μεταξύ κυβερνητικών στελεχών και επιστημόνων.
Ακόμα, βέβαια, δεν έχουμε κάποια επίσημη ανακοίνωση από τα αρμόδια υπουργεία, αλλά όλα δείχνουν ότι η στιγμή αυτή δεν είναι μακριά. Μην ξεχνάμε, άλλωστε, ότι οι γειτονικές μας χώρες, όπως Βουλγαρία και Τουρκία έχουν έντονη «πυρηνική» δραστηριότητα, ενώ ειδική μνεία πρέπει να γίνει στο success story της Γαλλίας, η οποία προμηθεύεται περίπου το 70% της ηλεκτρικής της ενέργειας από την πυρηνική .