Η ισχυρότερη αραβική χώρα προχωρά γρήγορα την ανάπτυξη των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, σε στενή συνεργασία με την Κίνα, φιλοδοξώντας να γίνει ένα διεθνές κέντρο άφθονης και χαμηλού κόστους ενέργειας.
Η Σαουδική Αραβία ήταν αυτές τις μέρες το κέντρο της διεθνούς επιχειρηματικής ζωής. Το όγδοο ετήσιο συνέδριο στα πλαίσια του Future Investment Initiative φιλοξένησε περίπου 8.000 συνέδρους, μερικοί από τους οποίους ήταν από τα μεγαλύτερα ονόματα της παγκόσμιας επιχειρηματικής και χρηματοοικονομικής βιομηχανίας.
Η λήξη του συνεδρίου θα πάρει τα φώτα της δημοσιότητας πάνω από το Ριάντ αλλά η μεγαλύτερη και ισχυρότερη αραβική χώρα δε θα σταματήσει τη μεγάλη προσπάθεια για τον μετασχηματισμό της οικονομίας της και την εδραίωση της θέσης της στις μεγάλες παγκόσμιες οικονομικές δυνάμεις. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και η μεγάλη στροφή της χώρας προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, με στόχους ιδιαίτερα φιλόδοξους, όπως άλλωστε όλο το πρόγραμμα Vision 2030.
Ο βασικός στόχος του βασιλείου της Σαουδικής Αραβίας σχετικά με τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) είναι πολύ απλός. Όπως είδαμε σε μία δημοσίευση του «Center on Global Energy Policy» που αποτελεί μέρος του αμερικανικού πανεπιστημίου Columbia, από την προηγούμενη Τρίτη, το 2030 πρέπει τουλάχιστον το 50% της ενέργειας που θα καταναλώνεται στη χώρα να προέρχεται από ΑΠΕ. Όπως αναφέρεται στη mini έκθεση του αμερικανικού πανεπιστημίου, αυτό σημαίνει πως το 2030 η δυναμικότητα των εγκαταστάσεων παραγωγής ενέργειας από ΑΠΕ θα πρέπει να είναι τουλάχιστον 130 GW.
Πάλι σύμφωνα με το Columbia, το μεγαλύτερο μέρος αυτής της δυναμικότητας θα προέρχεται από φωτοβολταϊκά συστήματα, με τα αιολικά πάρκα να ακολουθούν και ένα σχετικά μικρό μέρος να προέρχεται από πράσινο υδρογόνο και άλλες πράσινες πηγές ενέργειας. Ο στόχος των 130 Gigawatt είναι πάρα πολύ φιλόδοξος και αυτή τη στιγμή φαίνεται πάρα πολύ δύσκολο να επιτευχθεί, αφού στο τέλος του 2023 η συνολική δυναμικότητα των ΑΠΕ ήταν 2,689 GW και αντιστοιχούσε στο 2,9% της συνολικής δυναμικότητας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στη χώρα.
Πρέπει βέβαια να σημειώσουμε πως η αύξηση από το 2022 ήταν πολύ μεγάλη, και για τα συστήματα ηλιακής ενέργειας των οποίων η δυναμικότητα ανέβηκε από τα 0,44 GW στα 2,285 GW και για τα αιολικά των οποίων η δυναμικότητα έφτασε τα 0,403 GW ενώ το 2022 ήταν πάρα πολύ χαμηλή. (Τα στοιχεία αυτά προέρχονται από το renewablesnow.com, σε συνεργασία με αναλυτές της Goldman Sachs) Είναι φανερό πως η χώρα θα πρέπει να καταβάλει πολύ μεγάλη προσπάθεια για να πετύχει αυτούς τους στόχους και όλα τα στοιχεία δείχνουν πως αυτή έχει ξεκινήσει πολύ δυναμικά.
Σύμφωνα με αναλύσεις της Goldman Sachs που βρήκαμε επίσης στο renewablesnow.com, οι συνολικές επενδύσεις μέχρι το 2030 στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και του πράσινου υδρογόνου αναμένεται να φτάσουν τα 235 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ, σημαντικά αυξημένες σε σχέση με προηγούμενες εκτιμήσεις.
Μεγάλο μέρος των επενδύσεων αυτών γίνεται σε στενή συνεργασία με κινεζικές επιχειρήσεις, κάτι που ακούγεται μάλλον φυσιολογικό δεδομένης της δεσπόζουσας θέσης των κινεζικών επιχειρήσεων στον τομέα των φωτοβολταϊκών (κυρίως) και των αιολικών συστημάτων. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι αυτό της Jinko Solar (JKS NYSE, 601778 SHANGHAI), η οποία ήδη κατέχει το 70% της αγοράς φωτοβολταϊκών συστημάτων στη Σαουδική Αραβία και τον Ιούλιο ανακοίνωσε πως, σε συνεργασία με τοπικές εταιρείες, θα κατασκευάσει στη χώρα εργοστάσιο παραγωγής ηλιακών πάνελ και άλλου εξοπλισμού για φωτοβολταϊκά συστήματα.
Το εργοστάσιο αναμένεται να τεθεί σε λειτουργία μέχρι το 2026 και θα μπορεί να παράγει εξοπλισμό αρκετό για την κατασκευή φ/β συστημάτων δυναμικότητας 10 GW ετησίως. Με λίγα λόγια, αυτό σημαίνει πως περίπου τα μισά φ/β πάρκα που προβλέπεται να δημιουργηθούν τα επόμενα χρόνια στη Σαουδική Αραβία θα παράγονται από το joint venture των τοπικών επιχειρήσεων με μία από τις μεγαλύτερες κινεζικές επιχειρήσεις του τομέα. Μία άλλη μεγάλη κινεζική επιχείρηση, η LONGi (601012 SHANGHAI), η μεγαλύτερη παγκοσμίως στον τομέα των φωτοβολταϊκών συστημάτων, έχει σημαντική στρατηγική συνεργασία με την τοπική ενεργειακή επιχείρηση ACWA Power.
Μέσα από αυτή τη συνεργασία, παίζει ήδη πολύ σημαντικό ρόλο σε μεγάλα ενεργειακά project, όπως στην κατασκευή των φ/β σταθμών στην πόλη Neom και σε μία άλλη νέα πόλη στην περιοχή της Ερυθράς Θάλασσας και στην κατασκευή ενός από τα μεγαλύτερα φ/β πάρκα παγκοσμίως, του Sudair που θα έχει δυναμικότητα 1,5 GW. Στον τομέα της αιολικής ενέργειας βρίσκουμε την κινεζική Goldwind (002202 SHENZHEN), η οποία σύμφωνα με το δημοσίευμα του Center on Global Energy Policy, προμήθευσε τις τουρμπίνες για το μεγαλύτερο αιολικό πάρκο στη Μέση Ανατολή, το Dumat Al Jandal. Το συγκεκριμένο αιολικό πάρκο έχει δυναμικότητα 400 MW κατασκευάστηκε από τη γαλλική EDF και τη Masdar από τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.
Η σημαντική εξάρτηση του γιγαντιαίου «πράσινου» επενδυτικού προγράμματος της Σαουδικής Αραβίας από κινεζικές επιχειρήσεις είναι μάλλον αναμενόμενη, αφού όπως προείπαμε οι κινεζικές επιχειρήσεις κυριαρχούν παγκοσμίως σε αυτόν τον τομέα. Η στενή αυτή συνεργασία δεν αφορά όμως μόνο στην κατασκευή των μεγάλων ενεργειακών έργων που απαιτούνται για την επίτευξη του στόχου των 130 GW από ΑΠΕ μέχρι το 2030.
Όπως αναφέρουν οι ίδιοι οι Σαουδάραβες, οι διάφορες κοινές επιχειρήσεις για την παραγωγή εξοπλισμού για τα φ/β και τα αιολικά πάρκα, όπως και αυτές που έχουν ξεκινήσει στον τομέα του πράσινου υδρογόνου, έχουν σαν στόχο και την μετατροπή της Σαουδικής Αραβίας σε μεγάλη εξαγωγική δύναμη. Όχι μόνο στον εξοπλισμό για την κατασκευή εγκαταστάσεων παραγωγής ενέργειας από ΑΠΕ αλλά και για την εξαγωγή ενέργειας. Αυτός ο στόχος δεν είναι κρυφός, άλλωστε όλοι μας γνωρίζουμε πως πολλές ευρωπαϊκές χώρες εξετάζουν το ενδεχόμενο εισαγωγής ενέργειας από τη Σαουδική Αραβία μέσω μεγάλων υποθαλάσσιων καλωδίων.
Το γεγονός πως στο μεγαλύτερο μέρος της κατασκευής αυτών των υποδομών θα υπάρχει πολύ σημαντική κινεζική συνεισφορά είναι κάτι που, σύμφωνα τουλάχιστον με τους αναλυτές του πανεπιστημίου Columbia, θα πρέπει να ανησυχήσει τις ΗΠΑ, καθώς αδυνατίζουν οι οικονομικοί δεσμοί τους με τη Σαουδική Αραβία και τις άλλες χώρες της περιοχής και κατ’ επέκταση μειώνεται και η επιρροή τους στην περιοχή. Αναφερόμαστε στην περιοχή γιατί και οι υπόλοιπες – πλούσιες λόγω πετρελαίου – χώρες έχουν ξεκινήσει αντίστοιχα προγράμματα ανάπτυξης του τομέα των ΑΠΕ.
Αυτό που μπορούμε να πούμε εμείς είναι πως με τον πετρελαϊκό της πλούτο η Σαουδική Αραβία και οι υπόλοιπες χώρες του Αραβικού Κόλπου προετοιμάζονται για την εποχή μετά το πετρέλαιο, με στόχο να παραμείνουν μεγάλες εξαγωγικές ενεργειακές δυνάμεις, εξάγοντας όχι μόνο καύσιμα αλλά και ηλεκτρικό ρεύμα. Η πρόσκληση που απηύθυνε στους συνέδρους του Future Investment Initiative ο Amin Nasser, διευθύνων σύμβουλος της Aramco (2222 RIYADH) μας δίνει μία ένδειξη για τις πραγματικές φιλοδοξίες και τα σχέδια της χώρας.
Ο Nasser τους προσκάλεσε να φέρουν τα data centers τους στη Σαουδική Αραβία, καθώς έχουν ανάγκη από φθηνή ενέργεια, αναφέροντας πως το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας θα είναι κοντά στα 4,8 cents του αμερικανικού δολαρίου ανά kwh αν προέρχεται από φυσικό αέριο και κοντά στα 6,8 cents αν προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές και στην ουσία θα είναι χαμηλότερο κόστος ενέργειας σε όλο τον κόσμο. Πολύ ελκυστική η πρόταση του κυρίου Nasser, ελπίζουμε όμως να μην έχει στο βάθος του μυαλού του τη μελλοντική δημιουργία ενός καρτέλ τύπου ΟΠΕΚ, αυτή τη φορά πάνω στο ηλεκτρικό ρεύμα.