Η Trafigura είναι μία από τις μεγαλύτερες διεθνείς εταιρείες εμπορίας μετάλλων, καυσίμων και γενικότερα πρώτων υλών. Έχει πολύ ισχυρή παρουσία στις αγορές του αργού πετρελαίου, και των προϊόντων διύλισής του, υγρών καυσίμων, του φυσικού αερίου και του LNG, της παραγωγής και εμπορίας ενέργειας. Δραστηριοποιείται επίσης στα βασικά μέταλλα και είναι μία από τις μεγάλες δυνάμεις στην εμπορία χαλκού, νικελίου και άλλων βιομηχανικών μετάλλων.
Τα τελευταία χρόνια έχει επεκταθεί στον τομέα των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, του πράσινου υδρογόνου και γενικότερα στην προσπάθεια μείωσης του ανθρακικού αποτυπώματος. Από το 2020 και μετά, οι συνθήκες στην παγκόσμια οικονομία, η πανδημία και οι γεωπολιτικές εντάσεις έχουν αυξήσει κατά πολύ τον κύκλο εργασιών και τα κέρδη της επιχείρησης, η οποία προφανώς έχει ευνοηθεί από τη σημαντική αύξηση στις τιμές πολλών από τα προϊόντα που εμπορεύεται.
Αυτό σημαίνει πως η υποχώρηση των τιμών από τα πολύ υψηλά επίπεδα του 2022 και του 2023 έχει αρχίσει να μειώνει την εξαιρετική κερδοφορία που επιτεύχθηκε. Για να πάρουμε μία καλή εικόνα της εκτόξευσης των κερδών της επιχείρησης από το 2020 και μετά αρκεί να αναφέρουμε πως μέχρι το 2019, η κερδοφορία της Trafigura σπανίως ξεπερνούσε 1 δισεκατομμύριο δολάρια. Το 2019 ήταν κάτω από το 1 δισ., το 2020 πλησίασε τα 2 δισ., το 2021 ξεπέρασε τα 3 δισεκατομμύρια, το 2022 ήταν κοντά στα 7 δισεκατομμύρια και το 2023 τα ξεπέρασε.
Όπως αναφέρει το Bloomberg, η κερδοφορία των τριών τελευταίων ετών ξεπέρασε τα 17 δισεκατομμύρια δολάρια. Επειδή η εταιρεία, η οποία έχει την έδρα της στην Ελβετία, δεν είναι εισηγμένη σε κάποιο χρηματιστήριο και ανήκει κατά 100% στα στελέχη της, έχει αναπτύξει έναν δικό της τρόπο αμοιβής των στελεχών.
Όπως διαβάζουμε σε ένα παλαιότερο άρθρο του Bloomberg, το μεγαλύτερο μέρος της αμοιβής των στελεχών έρχεται μέσα από την επαναγορά των μετοχών τους από τη μεριά της εταιρείας. Δηλαδή, κάθε χρόνο, ανάλογα με τις οικονομικές της επιδόσεις, η επιχείρηση δεσμεύεται να αγοράσει από τα στελέχη της ένα μέρος των μετοχών που κατέχουν. Αυτή η «αμοιβή» καταβάλλεται εντόκως σε δόσεις, μέσα στα επόμενα τέσσερα χρόνια από τη στιγμή που θα αποφασιστούν η ποσότητα μετοχών που θα αγοραστεί και η τιμή τους. Κάτι αντίστοιχο γίνεται όταν αποχωρήσει κάποιο στέλεχος, καθώς η εταιρεία αγοράζει όλες τις μετοχές τους σε δόσεις. Τα ποσά που δαπανά ετησίως για αυτό τον σκοπό η εταιρεία είναι πολύ μεγάλα, ειδικά σε περιόδους όπως η τωρινή που η κερδοφορία είναι υψηλή και αρκετά σημαντικά στελέχη αποχωρούν (εννοείται πως όσο πιο υψηλόβαθμο είναι κάποιο στέλεχος τόσο περισσότερες μετοχές κατέχει). Το 2023 η Trafigura αγόρασε μετοχές αξίας σχεδόν 6 δισεκατομμυρίων δολαρίων και τα επόμενα χρόνια προβλέπεται να δαπανήσει ανάλογα ποσά, λόγω και των μαζικών αποχωρήσεων ανώτατων στελεχών που λαμβάνουν χώρα αυτή την περίοδο.
Όσο μεγάλη και να είναι η κερδοφορία της όμως, δεν είναι εύκολο να δίνει τόσα χρήματα, ειδικά όταν την ίδια στιγμή προχωρά σε πολύ μεγάλες επενδύσεις. Έτσι, η διοίκηση έχει αρχίσει να «σφίγγει τα λουριά» λαμβάνοντας μέτρα περιορισμού των εκροών για αυτόν τον λόγο. Σε αυτά τα πλαίσια μπήκε ανώτατο όριο στο επιτόκιο των δόσεων που αναφέραμε περισσότερο, ενώ έχει προταθεί και η θεσμοθέτηση του claw back, δηλαδή της αναγκαστικής επιστροφής μέρους των αμοιβών στην περίπτωση που κάποιο στέλεχος αποδειχθεί πως έχει παρανομήσει ή δεν έχει τηρήσει τον εσωτερικό κανονισμό λειτουργίας της επιχείρησης.
Όπως εξελίσσονται τα πράγματα, φαίνεται πως το claw back θα φανεί πολύ χρήσιμο στην επιχείρηση. Με μία προχθεσινή ανακοίνωσή της, η Trafigura αποκάλυψε πως κινδυνεύει να υποστεί ζημία ύψους 1,1 δισεκατομμυρίων δολαρίων εξαιτίας της παραβατικής συμπεριφοράς στελεχών της στη Μογγολία.
Εδώ και μερικά χρόνια, η Trafigura προμηθεύει τη χώρα με σημαντικές ποσότητες αργού πετρελαίου και προϊόντων διύλισης. Η αγορά της Μογγολίας δεν είναι μεγάλη και η συνολική ετήσια κατανάλωση πετρελαίου στη χώρα είναι της τάξης του ενός δισεκατομμυρίου δολαρίων. Επειδή η Trafigura δεν είναι η μοναδική εταιρεία που πουλά πετρέλαιο στη Μογγολία, είναι προφανές πως αυτή η ζημία είναι τεράστια σε σχέση με το μέγεθος των δραστηριοτήτων της στη χώρα.
Όπως μας πληροφόρησε το σχετικό άρθρο του Bloomberg, ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του τρόπου λειτουργίας της αγοράς καυσίμων της Μογγολίας είναι αυτό που άνοιξε την πόρτα σε αυτή τη μεγάλη απάτη εις βάρος της Trafigura.
Καθώς οι προμηθευτές καυσίμων είναι υποχρεωμένοι να τα παραδίδουν στα σύνορα της χώρας σε τοπικούς επιχειρηματίες, υπάρχει πρόσφορο έδαφος για την εμφάνιση φαινομένων όπως τα εικονικά τιμολόγια και οι υπερτιμολογήσεις. Για να μην μπαίνουμε σε πολλές λεπτομέρειες, φαίνεται πως κάποιοι από τους τοπικούς συνεργάτες της εταιρείας, σε συνεργασία με στελέχη του γραφείου της Trafigura στην πρωτεύουσα Ulaanbataar, άρμεξαν την εταιρεία, εκμεταλλευόμενοι και το γεγονός πως οι πωλήσεις καυσίμων προς τους τοπικούς επιχειρηματίες γίνονται με πίστωση.
Το τελικό ποσό της ζημιάς ενδέχεται να είναι μικρότερο, αν οι τοπικοί επιχειρηματίες που αναγνώρισαν πως έχουν ζημιώσει την Trafigura καταφέρουν να πληρώσουν μέρος της οφειλής. Ακόμα και αν γίνει αυτό όμως, η ζημιά θα είναι σίγουρα πολύ σημαντική. Σίγουρο είναι επίσης πως η ζημιά αυτή θα μεγαλώσει τις αμφιβολίες που δημιουργήθηκαν πριν σχεδόν δύο χρόνια για την αποτελεσματικότητα των συστημάτων εσωτερικού ελέγχου της επιχείρησης.
Όπως είχε γίνει γνωστό στις αρχές του 2023, η εταιρεία είχε πέσει θύμα απάτης στον τομέα του νικελίου, καθώς ένα σημαντικό μέρος των φορτίων που αγόραζε από μία ινδική εταιρεία αποδείχθηκε πως απλά δεν ήταν νικέλιο αλλά κάποιες πέτρες χωρίς καμία αξία. Η ζημιά από αυτή την υπόθεση είχε εκτιμηθεί τότε κοντά στα 577 εκατομμύρια δολάρια, ποσό ιδιαίτερα σημαντικό αν και αρκετά χαμηλότερο από τη ζημία στη Μογγολία.
Δεν ξέρουμε αν οι δύο αυτές υποθέσεις θα ενταχθούν αναδρομικά στο σύστημα claw back, δεν είναι όμως οι μόνες που θα μπορούσαν να κάνουν κάποια στελέχη να υποχρεωθούν να επιστρέψουν μέρος των αμοιβών τους. Πάλι από το Bloomberg, μαθαίνουμε πως μέσα στο 2024 η εταιρεία δήλωσε ένοχη σε υπόθεση δωροδοκίας και προχώρησε σε εξωδικαστικό συμβιβασμό για μία περίπτωση χειραγώγησης της αγοράς. Εκτός από αυτό όμως, η εταιρεία είναι κατηγορούμενη στην Ελβετία, μαζί με έναν παλαιότερο γενικό διευθυντή της, για μία άλλη υπόθεση δωροδοκίας στην Αγκόλα.
Οι πιθανές ζημιές από τη Μογγολία και το νικέλιο είναι πολύ σημαντικές αλλά δεν είναι πιθανόν να θέσουν σε σοβαρό κίνδυνο την εταιρεία, η οποία έχει ίδια κεφάλαια της τάξης των 17 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Πιθανότατα, το ίδιο ισχύει και για τις δικαστικές της εκκρεμότητες. Μπορεί όμως τελικά, σε συνδυασμό με τις μεγάλες επενδυτικές δαπάνες της επιχείρησης, να οδηγήσουν σταδιακά την εταιρεία στην επανεξέταση του τρόπου αμοιβής των στελεχών. Όπως επισήμανε το Bloomberg, πριν από αρκετά χρόνια η Glencore (GLEN LONDON) αποφάσισε να λύσει αυτό το πρόβλημα με την είσοδό της στο χρηματιστήριο, έτσι ώστε τα στελέχη να μπορούν να πουλήσουν τις μετοχές τους σε τρίτους. Η Trafigura δηλώνει κατηγορηματικά πως δεν υφίσταται τέτοιο ενδεχόμενο αλλά ξέρουμε πως όλα αλλάζουν αν το απαιτήσουν οι συνθήκες. Ο χρόνος θα δείξει.