Η εταιρεία Yalco, με ιστορία που ξεκινά από το 1920, όταν ο Σωκράτης Κωνσταντίνου ιδρύει μια μικρή επιχείρηση εμπορίας ξυλείας στη Δράμα, ξεκίνησε τη δραστηριότητά της ως εισαγωγέας και διανομέας ειδών οικιακής χρήσης και επαγγελματικού εξοπλισμού. Με τα χρόνια, εξελίχθηκε σε έναν από τους μεγαλύτερους προμηθευτές της ελληνικής αγοράς, συνεργαζόμενη με διεθνώς αναγνωρισμένα brands και επεκτείνοντας το χαρτοφυλάκιό της.
Σταδιακά, η ενασχόληση της εταιρείας μετατοπίζεται προς τα υαλικά είδη, γεγονός που σηματοδοτεί και τη μετεγκατάστασή της στη Θεσσαλονίκη το 1933. Εκεί, στο Καλοχώρι, δημιουργείται η επιχειρηματική της βάση για τη Βόρεια Ελλάδα.
Ωστόσο, ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος ανακόπτει την ανάπτυξη της εταιρείας, η οποία γνωρίζει πραγματική άνθηση μόνο στη μεταπολεμική περίοδο. Το 1968, παράλληλα με την υπάρχουσα επιχείρηση, ιδρύεται η ομόρρυθμη εταιρεία Σωκράτης Δ. Κωνσταντίνου & Υιός Ο.Ε., που σηματοδοτεί την είσοδο της επόμενης γενιάς.
Το 1972, μετά τον θάνατο του ιδρυτή, την ηγεσία της εταιρείας αναλαμβάνει ο γιος του, Δημήτρης Κωνσταντίνου. Αν και είχε σπουδάσει Νομική και είχε ολοκληρώσει μεταπτυχιακές σπουδές στις ΗΠΑ, αποφασίζει να αφιερωθεί πλήρως στην οικογενειακή επιχείρηση. Υπό τη διοίκησή του, η εταιρεία μετονομάζεται σε Yalco και εξελίσσεται σε έναν ισχυρό όμιλο χονδρικού και λιανικού εμπορίου.
Οι συμφωνίες στην Κίνα και η εξαγορά της Fest
Ο Δημήτρης Κωνσταντίνου αναζητά ευκαιρίες πέρα από τα ελληνικά σύνορα. Ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του ’70, συνάπτει συμφωνίες με περισσότερα από 50 εργοστάσια στην Κίνα, προβλέποντας τη μελλοντική δυναμική της χώρας ως παραγωγικού γίγαντα. Παράλληλα, η Yalco αναλαμβάνει την αποκλειστική αντιπροσώπευση κορυφαίων διεθνών brands, όπως Bodum, Lagostina, Revol, και Black & Decker.
Το 1989, η εταιρεία επεκτείνεται στην Αθήνα με τη δημιουργία εγκαταστάσεων στη Νέα Κηφισιά. Το 1995, η είσοδός της στο Χρηματιστήριο Αθηνών ενισχύει περαιτέρω τη θέση της.
Το 2001, η εξαγορά της Fest ενισχύει τη δραστηριότητά της στην παραγωγή αντικολλητικών μαγειρικών σκευών.
Η στρατηγική της ανάπτυξη περιλάμβανε τη δημιουργία δικτύων διανομής, τη διαφοροποίηση των προϊόντων της και τη συμμετοχή σε νέες αγορές. Ωστόσο, η οικονομική κρίση και οι προκλήσεις της αγοράς είχαν σημαντικές επιπτώσεις στην πορεία της εταιρείας.
Παρά τη ραγδαία ανάπτυξη, η επιθετική επέκταση της εταιρείας σε νέες αγορές και δραστηριότητες, όπως η προσπάθεια επαναφοράς των καταστημάτων «Habitat», αποδεικνύεται επιζήμια. Οι επενδύσεις σε υποδομές, όπως το logistic center των Οινοφύτων, και η διεθνής επέκταση έρχονται σε μια περίοδο που η ελληνική οικονομία αρχίζει να αντιμετωπίζει σοβαρές προκλήσεις.
Η οικονομική κρίση πλήττει τη Yalco, με αποτέλεσμα τη μείωση του τζίρου, τη συσσώρευση ζημιών και την αύξηση του δανεισμού. Παρά τις προσπάθειες αναδιάρθρωσης, η εταιρεία αδυνατεί να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των πιστωτών. Το 2016, έπειτα από διαπραγματεύσεις με τις τράπεζες, εγκρίνεται σχέδιο αναδιάρθρωσης με νέα ομολογιακά δάνεια και αυστηρούς όρους λειτουργίας. Ωστόσο, η ανάκαμψη αποδεικνύεται προσωρινή, καθώς το 2017 η εταιρεία αποτυγχάνει να επιτύχει τους χρηματοοικονομικούς της στόχους.
Μετά την αδυναμία εξεύρεσης στρατηγικού επενδυτή το 2018, η κατάσταση επιδεινώνεται. Το 2019, οι πιστώτριες τράπεζες καταγγέλλουν τα δάνεια, οδηγώντας σε πλειστηριασμούς των εγκαταστάσεων της εταιρείας. Παράλληλα, η πανδημία του 2020 προκαλεί νέο πλήγμα, με τη μείωση του τζίρου κατά 56% λόγω των lockdowns και της κατάρρευσης του τουρισμού.
Η οικογένεια Κωνσταντίνου, παρά τις δυσκολίες, συνεχίζει να αγωνίζεται για τη διάσωση της επιχείρησης. Η αποχώρηση του Δημήτρη Κωνσταντίνου το 2021 σηματοδοτεί τη μετάβαση στη νέα γενιά διοίκησης, με τον Σωκράτη Κωνσταντίνου να ηγείται των προσπαθειών ανασυγκρότησης.
Οι προσπάθειες εξυγίανσης και αναδιάρθρωσης
Η διοίκηση της Yalco εστιάζει πλέον στην εξυγίανση και στη διατήρηση των εναπομεινάντων στοιχείων της εταιρείας. Το 2021, μεταβιβάζονται τα τραπεζικά δάνεια ύψους 46 εκατ. ευρώ σε ξένο fund, ενώ πωλούνται τα ακίνητα στα Οινόφυτα και το Καλοχώρι, μειώνοντας το χρέος.
Η εταιρεία, η οποία έκλεισε το πρώτο εξάμηνο του 2024 με αρνητικά ίδια κεφάλαια ύψους 45,3 εκατ. ευρώ και σοβαρά προβλήματα ρευστότητας που παρεμποδίζουν τη λειτουργία της, προχώρησε σε μια σειρά στρατηγικών κινήσεων. Αρχικά, διαχώρισε τις δραστηριότητές της, μεταφέροντας το εμπορικό της σκέλος στη νεοσύστατη θυγατρική Yalco Trading, ενώ η μητρική εταιρεία επικεντρώθηκε αποκλειστικά στην παραγωγή των αντικολλητικών μαγειρικών σκευών FEST.
Παράλληλα, στις 6 Δεκεμβρίου 2024, ανακοίνωσε τη σημαντική αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της θυγατρικής Yalco Trading, με την εταιρεία Sohanalo να καταβάλλει 2 εκατ. ευρώ και να αποκτά το 33,3% της εταιρείας. Επιπλέον, η Sohanalo διεύρυνε το ποσοστό της στην Yalco Trading στο 49%, αποκτώντας ένα επιπλέον 15,66% έναντι ενός εκατ. ευρώ.
Αυτές οι κινήσεις στοχεύουν στην πλήρη εξυγίανση της Yalco Trading, η οποία, μετά την προγραμματισμένη αύξηση μετοχικού κεφαλαίου, θα διαθέτει θετικά ίδια κεφάλαια ύψους 6 εκατ. ευρώ (εκ των οποίων τα 4,6 εκατ. ευρώ αφορούν άυλα περιουσιακά στοιχεία) και δείκτη κυκλοφοριακής ρευστότητας 2,5, έναντι μόλις 0,6 που παρουσίαζε στον πρόσφατο ισολογισμό της.
Έτσι, η εισηγμένη Yalco θα κατέχει το 51% της θυγατρικής, η οποία θα διαθέτει ισχυρή ρευστότητα και όλα τα περιθώρια για δυναμική ανάκαμψη. Η διοίκηση της μητρικής Yalco επισημαίνει πως με την ολοκλήρωση αυτών των πράξεων, θα αντληθούν επενδυτικά κεφάλαια, ενώ θα διασφαλιστεί η εκπλήρωση των υποχρεώσεων και η αποτελεσματική λειτουργία των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων.
Επιπλέον, η εν λόγω διαδικασία ανοίγει το δρόμο για την επίλυση των προβλημάτων κεφαλαίων και ρευστότητας της μητρικής Yalco. Σημαντικό ρόλο σ’ αυτό παίζει η Sohanalo, η οποία, εκτός από το ποσοστό που απέκτησε στην Yalco Trading, είναι και ο μεγαλύτερος πιστωτής της μητρικής, έχοντας αγοράσει δάνεια ύψους 34,5 εκατ. ευρώ από την ιρλανδική IPER Yalco στις 4 Μαρτίου 2024. Εξάλλου, η εισηγμένη Yalco έχει και κάποιες μικρότερες οφειλές προς τον βασικό της μέτοχο, την οικογένεια Κωνσταντίνου, η οποία έχει στηρίξει την εταιρεία με χρηματοδοτήσεις τα τελευταία χρόνια.
Σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, η μητρική Yalco μπορεί να αναταχθεί μέσω ενός συνδυασμού «κουρεμάτων» και μετοχοποιήσεων των οφειλών της προς τη Sohanalo και την οικογένεια Κωνσταντίνου, κάτι που θα οδηγούσε σε μία σύμπραξη και συνδιοίκηση των δύο πλευρών.
Αν και αυτό φαίνεται να είναι το πιθανότερο σενάριο, παραμένουν ανοιχτά ερωτήματα, όπως η ταυτότητα του μετόχου της Sohanalo, για τον οποίο λέγεται ότι πρόκειται για fund που δεν συνδέεται με την οικογένεια Κωνσταντίνου, καθώς και το τι ακριβώς θα κερδίσουν οι μέτοχοι μειοψηφίας από αυτή τη διαδικασία, δεδομένου ότι σε παρόμοιες περιπτώσεις οι εταιρείες διασώθηκαν, ενώ οι μειοψηφικοί μέτοχοι υπέστησαν μεγάλες ζημίες.