της Αγγελικής Κώττη
Πιόνια σκακιού, καπνοσύριγγες, φιαλίδια, χτένια, μία οδοντόβουρτσα είναι μερικά από τα νέα ευρήματα που έφερε στο φως η υποβρύχια έρευνα της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων (ΕΕΑ) στο ιστορικό ναυάγιο ΜΕΝΤΩΡ στα Κύθηρα. Το μπρίκι ΜΕΝΤΩΡ, που μετέφερε μέρος των αρχαιοτήτων που είχαν αφαιρεθεί από μνημεία των Αθηνών από την ομάδα του Λόρδου Έλγιν, βυθίστηκε το 1802 στα Ν.Α. Κύθηρα στην περιοχή του Αβλέμονα. Μετά από καταδύσεις σφουγγαράδων, είχαν τότε ανελκυσθεί τα 16 κιβώτια και ο θρόνος (ή προεδρία) καθώς και μερικές άλλες αρχαιότητες, όπως όλα δείχνουν όμως έχουν παραμείνει κι άλλα στον βυθό.
Η έρευνα που συνεχίζεται για πέμπτη χρονιά από την Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων διενεργήθηκε στο διάστημα από 8 Ιουλίου έως 27 Ιουλίου 2017. Συγκεκριμένα βρέθηκαν προσωπικά αντικείμενα των επιβατών και του πληρώματος, όπως πιόνια σκακιού, νομίσματα από τα οποία ένα χρυσό (Ουτρέχτη 1756), καπνοσύριγγες, φιαλίδια, ένας οστέινος καβαλάρης διακόσμηση μουσικού οργάνου, χτένια και μία οδοντόβουρτσα, καθώς και δύο μεταλλικά κομβία με παράσταση άγκυρας, που προέρχεται από ένδυμα ναυτικού. Επίσης το εμπρός μέρος ενός συρταριού επίπλου καθώς και ένας μεγάλος αριθμός θραυσμάτων σκευών καθημερινής χρήσης.
Κατά τη διάρκεια της φετινής υποβρύχιας ανασκαφής ερευνήθηκε τομή (Τομή 1/2017) διαστάσεων περίπου 3μ.Χ2μ. σε περιοχή προς την πλώρη του πλοίου. Αν και δεν σώζεται σε καλή κατάσταση το σκαρί του πλοίου, βρέθηκε μεγάλος αριθμός ξύλων που μαρτυρούν την καταστροφή του τόσο κατά την διάρκεια της πρώτης ναυαγιαιρεσίας του 1802-1804 όσο και από τις μετέπειτα ενέργειες στο χώρο, καθώς και ένας σημαντικός αριθμός τροχαλιών, σχοινιών και μεταλλικών αντικειμένων, που σχετίζονται με την περιοχή, όπου υπήρχε ο ένας από τους δύο ιστούς του πλοίου.
Αντικείμενα του πλοίου και προσωπικά αντικείμενα του πληρώματος ή επιβατών, έχουν έρθει στο φως και κατά τη διάρκεια παλαιότερων ανασκαφικών περιόδων. Ανάμεσά τους, αντικείμενα που σχετίζονται με την διαβίωση και τη λειτουργία του πλοίου, όπως ο δίσκος μίας ξύλινης τροχαλίας, και μία ακέραιη γυάλινη κλεψύδρα, αρκετά θραύσματα πιάτων και σκευών καθημερινής χρήσης, αλλά και προσωπικά αντικείμενα όπως μία γυάλινη διακοσμητική σφραγίδα που φέρει το γράμμα «Β» ή ακόμα ένα οστέινο πιόνι σκακιού και θραύσματα οστέινου χτενιού.
Επίσης, έχουν ανασυρθεί ναυτικός διαβήτης, ένα φορητό ρολόι, τρεις πιστόλες, ένας λίθινος σφραγιδόλιθος με παράσταση πυροβόλου, μια χρυσή αλυσίδα, γυάλινα και φορητά μελανοδοχεία. Ακόμα, βρέθηκαν δύο χρυσά νομίσματα (το ένα του 1788, που έχει ταυτισθεί ως ολλανδικό), τρία αργυρά, που είναι σύγχρονα της περιόδου που ναυάγησε το πλοίο, καθώς και δύο αρχαία αργυρά νομίσματα (ένα βοιωτικό και ένα αθηναϊκό. Ένα φαίνεται να είχε χρησιμοποιηθεί ως κόσμημα, αφού φέρει διαμπερή οπή). Και ακόμη κατά τον καθαρισμό που έγινε γύρω από το σκαρί του «Μέντορα» εντοπίσθηκαν κυρίως προσωπικά αντικείμενα του πληρώματος ή των επιβατών δηλαδή πολλά κομβία στολών και ενδυμάτων, φιάλες κτλ.
Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες ήταν τρείς αρχαίες λαβές ροδιακών αμφορέων (κατά μία πρώτη εκτίμηση χρονολογούνται στο 3ο αι. π.Χ.) οι δύο από τις οποίες είναι ενσφράγιστες (φέρουν δηλαδή τη σφραγίδα του κατασκευαστή) καθώς και ένα μικρό ακέραιο λίθινο αγγείο. Εντοπίσθηκαν κατά την ανασκαφική περίοδο του 2015.
Το ναυάγιο εντοπίστηκε από ομάδα αρχαιολόγων του Ινστιτούτου Ενάλιων Αρχαιολογικών Ερευνών, το 1980 σε βάθος περίπου 20 μέτρων. Μέχρι σήμερα εντοπίσθηκαν παρά ελάχιστα αρχαία, όπως θραύσματα των δύο αιγυπτιακών γλυπτών.
Στην έρευνα συμμετείχαν από την Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων οι Δρ. Δημήτρης Κουρκουμέλης ως Διευθυντής, Άρης Μιχαήλ και Λ. Μερσενιέ ως υπεύθυνος καταδύσεων. Η έρευνα υποστηρίχτηκε από τον Κυθηραϊκό Ερευνητικό Όμιλο, το Δήμο Κυθήρων, την Ilios Shipping Co, τον κ. Στάθη Τριφύλλη και την ΜΚΟ Αργώ.