Εφαρμογή του νόμου και για τους «δικαστές του γυαλιού»

Εφαρμογή του νόμου και για τους «δικαστές του γυαλιού»

Οι «τηλεοπτικές δίκες», φαινόμενο των τελευταίων δεκαετιών απασχόλησαν κατά καιρούς και εξακολουθούν να απασχολούν τόσο την κοινή γνώμη όσο και τους εμπλεκόμενους φορείς.

Το θέμα άρχισε να επανέρχεται στην επικαιρότητα πριν από ένα χρόνο, με τα «μπαράζ» καταγγελιών κατά επωνύμων του καλλιτεχνικού χώρου για υποθέσεις που αφορούν από σεξουαλική παρενόχληση ως και το κακούργημα του βιασμού ή της παιδεραστίας.

Βεβαίως, το έργο, ή μάλλον το λειτούργημα, του δημοσιογράφου ή του παρουσιαστή του δελτίου ειδήσεων επιβάλλει τη σωστή ενημέρωση του κοινού. Το πρόβλημα, όμως είναι το κατά πόσο σωστή είναι αυτή η ενημέρωση όταν εξελίσσεται σε μια τηλεοπτική δίκη, στην οποία οι συνήγοροι των δυο πλευρών αρχίζουν να εκθέτουν τα αντιμαχόμενα επιχειρήματά τους, ενώ, το χειρότερο, είναι ότι πολλές φορές «βγαίνουν στο γυαλί» και άτομα που δεν έχουν σχέση με την υπόθεση.

Η τακτική αυτή, των τηλεοπτικών δικών εκτός του ότι δυσκολεύει σημαντικά το έργο της Δικαιοσύνης και των ανακριτικών αρχών με στοιχεία ή ευρήματα που πολλές φορές καταρρίπτονται, ταυτόχρονα πλήττει το δικαίωμα του τεκμηρίου της αθωότητας το οποίο σύμφωνα με επιφανείς νομικούς αποτελεί βασικό πυλώνα του Ποινικού Δικαίου.

Το τεκμήριο της αθωότητας κατοχυρώνεται κατ΄αρχάς, από το άρθρο 6 παρ 2 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, το οποίο αναφέρει ρητώς ότι «παν πρόσωπον κατηγορούμενον επί αδικήματι τεκμαίρεται ότι είναι αθώον μέχρι της νομίμου αποδείξεως της ενοχής του».

Μάλιστα, με το άρθρο 28, παράγραφος 1 του Συντάγματος η Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου αποτελεί, πλέον,  αναπόσπαστο μέρος του εθνικού δικαίου, υπερτερώντας έναντι οποιουδήποτε άλλου εσωτερικού κανόνα.

Εξ΄αλλου, μετά τις πρόσφατες νομοθετικές αλλαγές που επέφερε στο ποινικό δικονομικό δίκαιο ο νόμος  4620/2019, στο άρθρο 71 αυτού, ρητά πλέον ορίζεται ότι «οι ύποπτοι και οι κατηγορούμενοι τεκμαίρονται αθώοι μέχρι να αποδειχθεί η ενοχή τους σύμφωνα με τον νόμο».

Το θέμα αυτό έχει απασχολήσει κατά καιρούς όλους τους αρμόδιους φορείς όπως το ΕΣΡ,  την ΕΣΗΕΑ και τον Δικηγορικό Σύλλογο Ελλάδος αλλά και τον Ιατρικό Σύλλογο και την Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων.

Μάλιστα, μόλις χθες, με κοινή τους ανακοίνωση οι παραπάνω φορείς δήλωσαν ότι έχουν ήδη αναλάβει πρωτοβουλίες ως προς την εσωτερική πειθαρχική τους λειτουργία για την αποτροπή του φαινομένου ενώ οι εκπρόσωποι και των άνω τεσσάρων φορέων τόνισαν το σημαντικό θεσμικό ρόλο του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης.

Ακόμη,  δήλωσαν, ότι η έγκαιρη και αυστηρή παρέμβασή του με την άσκηση των κανονιστικών του αρμοδιοτήτων και την επιβολή των προβλεπόμενων διοικητικών προστίμων στην περίπτωση διαπίστωσης παραβάσεων της ραδιοτηλεοπτικής νομοθεσίας, με σεβασμό πάντα του δικαιώματος της έκφρασης και της πληροφόρησης, θα συμβάλλει στον περιορισμό του επικίνδυνου για μία δημοκρατική χώρα φαινομένου.

Ας ελπίσουμε ότι τουλάχιστον αυτή τη φορά, η συγκεκριμένη πρωτοβουλία για τον περιορισμό και το σταμάτημα του φαινομένου των «τηλεοπτικών» ή «λαϊκών δικαστηρίων» που θυμίζουν άλλες εποχές θα φέρει κάποιο ουσιαστικό αποτέλεσμα προκειμένου και να ισχύει το τεκμήριο της αθωότητας αλλά - το κυριότερο - να μην διασύρονται, ηθικά και κοινωνικά, αθώοι.