Της Άννας Παπαδομαρκάκη
Στα 80 φτάνουν πλέον τα θύματα από τον νέο κορονοϊό του Wuhan, διεθνώς, με την επιστημονική κοινότητα να αναζητά άμεσα τρόπους ανάπτυξης κάποιου αντι-ιικού φαρμάκου που θα μπορέσει να συμβάλει στην αντιμετώπισή του.
Καθώς οι μέρες περνούν και η παρατήρηση γίνεται εντονότερη, οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι η μετάδοση του ιού γίνεται εύκολα, με τον αέρα, και μάλιστα ακόμη και κατά την περίοδο της επώασης, που σημαίνει ότι είναι ακόμη πιο εύκολο να κολλήσει κανείς τον νέο κορονοϊό απ΄ ότι τη γρίπη.
Πρόκειται για τον έβδομο κορονοϊό που έχει ανιχνευθεί, και τον τρίτο που προκαλεί σοβαρή πνευμονία, μετά τους αντίστοιχους που είχαν προκαλέσει την SARS το 2003 και την MERS το 2015.
Μελέτη που δημοσιεύθηκε στο New England Journal of Medicine προχθές, έδειξε ότι η γενετική αλληλουχία του νέου κορονοϊού προσομοιάζει σε ποσοστό 75-80% εκείνον που είχε προκαλέσει τη SARS, και είναι συγγενικός των κορονοϊών που προέρχονται από τις νυχτερίδες.
Εκείνο όμως που τον κάνει πιο επικίνδυνο από τους άλλους δύο φονικούς κορονοϊούς, είναι ότι αναπτύσσεται πιο εύκολα στα επιθηλιακά κύτταρα του ανθρώπινου αναπνευστικού συστήματος, απ΄ ότι στις καλλιέργειες. Και με αυτήν την αυξημένη μεταδοτικότητα, ο κίνδυνος μεγαλώνει, καθώς οι αγορές ζώντων ζώων στην Κίνα είναι ευρύτατα διαδεδομένες.
Ταυτόχρονα όμως, το γεγονός αυτό, επιτρέπει κατ΄ αρχήν την ταχύτερη διάγνωσή του, και στη συνέχεια διευκολύνει τις έρευνες για την ανάπτυξη κάποιας πιθανής θεραπείας.
Αναθεώρησε ο ΠΟΥ
Την ίδια στιγμή ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας αναθεώρησε σε Υψηλό το επίπεδο κινδύνου διεθνώς κάνοντας λόγο για λάθος διατύπωση ως προς τις προηγούμενες εκθέσεις του όπου μιλούσε για «μεσαίο» βαθμό κινδύνου.
«Η εκτίμηση του ΠΟΥ για την επικινδυνότητα του κορονοϊού δεν άλλαξε σε σχέση με την τελευταία εκτίμηση που έγινε στις 22 Ιανουαρίου: πολύ αυξημένος στην Κίνα, υψηλός περιφερειακά και υψηλός σε διεθνές επίπεδο» ήταν η ανακοίνωση του Οργανισμού το βράδυ της Κυριακής.
Εκπρόσωπος του ΠΟΥ ανέφερε μόνο ότι ήταν θέμα διατύπωσης και όχι εκτίμησης τη στιγμή που ο γενικός διευθυντής του Οργανισμού βρίσκεται στο Πεκίνο προκειμένου να έχει ιδίαν άποψη για τις εξελίξεις και αν κριθεί να θέσει και θέμα παγκόσμιου συναγερμού.
Έρευνες για θεραπεία
Στην κατεύθυνση αυτή, οι ειδικοί έχουν ριχθεί στη μάχη να αναπτύξουν κάποιο νέο θεραπευτικό σχήμα ή εμβόλιο, όμως τα πράγματα δεν είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικά, δεδομένου ότι η επιδημία έχει ήδη ξεσπάσει. Οι ερευνητές επισημαίνουν το δεδομένο αυτό, τονίζοντας ότι στην καλύτερη περίπτωση η ανάπτυξη ενός φαρμάκου θα χρειαστεί ένα εξάμηνο, ενώ η ανάπτυξη ενός εμβολίου θα πλησιάσει το ένα έτος. Και στις δύο περιπτώσεις, η επιδημία θα έχει λήξει και δεν θα υπάρχουν ασθενείς για να γίνουν οι απαιτούμενες κλινικές μελέτες.
Για το λόγο αυτό, πέντε διεθνείς φαρμακευτικές, επιχειρούν να αξιοποιήσουν τις μέχρι σήμερα μελέτες τους για τον ιό HIV του AIDS, τον Ebola, τον Zika, και τους ιούς που προκαλούν SARS, MERS και κίτρινο πυρετό.
Προτεραιότητα δίνει ο ΠΟΥ στη Novavax, η οποία έχει αναπτύξει ένα υποψήφιο εμβόλιο κατά του MERS το 2013, βασιζόμενο στην τεχνολογία των νανοσωματιδίων. Το εμβόλιο αυτό συνδυάζεται με κάποιο ανοσοενιχυτικό με στόχο την ενεργοποίηση του ανοσοποιητικού συστήματος, σύμφωνα με έρευνες στο εργαστήριο.
Οι εταιρίες Inovio και GeneOne Life Science συνεργάζονται για σε ένα πιθανό εμβόλιο κατά του κορονοϊού της MERS το οποίο δοκιμάστηκε σε μια πρώιμη κλινική μελέτη τον περασμένο Ιούλιο και αποτελεί ανοσοθεραπεία. Έδειξε υψηλή ανταπόκριση του ανοσοποιητικού στο 94% των συμμετεχόντων στη μελέτη, καθώς και ενεργοποίηση των Τ-κυττάρων στο 88% των συμμετεχόντων.
Η Biocryst Pharma, θέτει στη μάχη κατά του νέου κορονοϊού το φάρμακό της κατά των ιών Ebola, Zika, Marburg και κίτρινου πυρετού, το οποίο βρίσκεται σε προχωρημένα επίπεδα ανάπτυξης.
Η AbbVie, χρησιμοποιεί την λοπανιβίρη, φάρμακο κατά του HIV, σε συνδυασμό με την ριτοναβίρη, κατά των κορονοϊών των sars και mers (ο συνδυασμός αυτός περιλαμβάνεται στη λίστα του ΠΟΥ με τα βασικά φάρμακα). Με έναν τρίτο παράγοντα, την ριμπαβιρίνη, είχε δείξει μειωμένα επίπεδα θνησιμότητας σε ασθενείς με SARS.
H Regeneron, χρησιμοποιεί συνδυασμό εξουδετερωτικών μονοκλωνικών αντισωμάτων, που θα δοκιμαστεί σε 48 ασθενείς. Το φάρμακο, χορηγούμενο ενδοφλεβίως έδειξε μείωση των επιπέδων του MERS.